Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025
Γιατί είναι η αθάνατη αγκάλη, που η Ελλάδα μας, η μητέρα του παληού καλού καιρού εφύλαξεν εις τα κατάβαθα της γης, για ν' αγκαλιάση σήμερα τα νέα παιδιά της, δυναμωμένα και γερά και να τα στεφανώση ήρωας.... Δ η μ ο σ ι ο γ ρ ά φ ο ς θαυμάσια ιδέα!
Κι' άξαφνα, στα 1453, τις εικοσιενιά του Μάη, μέρα τρίτη, πρωί πρωί, να σου πεταχθή, λέει, στη μέση ένας ήρωας, και με σκουριασμένο σπαθί στο χέρι να σου στρώνη τους Γενιτσάρους καθώς χυνόντανε σα δράκοι από μια πόρτα μέσα στην κακομοιριασμένη την Πόλη! Κ' ύστερα, λέει, να πέση κι αυτός από πάνω τους, αποφασισμένος σαν το Λεωνίδα, αγνώριστος σαν τον Κόδρο! Τι σου λέει αυτό το πράμα, παιδί μου!
Ραψωδία Β Εφάν' η ροδοδάκτυλη Ηώ του όρθου κόρη, και από την κλίνη εγέρθηκεν ο γόνος τ' Οδυσσέα. ενδύθη και το κοφτερό 'ς τον ώμον έζωσε ξίφος, 'ς τα λαμπρά πόδια του καλά προσέδεσε πεδούλια, κ' εκίνησε απ' τον θάλαμον όμοιος των αθανάτων. 5 τους ψιλοφώνους κήρυκαις πρόσταξεν εν τω άμα τους κομοφόρους Αχαιούς εις σύνοδο να κράξουν αυτοί κηρύτταν, και γοργά συνάζονταν εκείνοι. και άμ' όλοι αυτού συνάχθηκαν και ομού συναθροισθήκαν, εκίνησε εις την σύνοδο, και το κοντάρι εκράτει, 10 όχι μόνος• γοργόποδες δυο σκύλοι ακολουθούσαν• και αυτόν με χάρι αμίλητη περιέχυνεν η Αθήνη• και όλ' οι λαοί τον θαύμαζαν ως έρχονταν• 'ς την έδρα κάθισ' εκείνος του πατρός και οι γέροι έδωκαν τόπο. και ο ήρωας 'ς αυτούς άρχισεν Αυγύπτιος ν' αγορεύη, 15 'που από τα γέρα ήταν σκυφτός κ' είχ' άπειρα 'ς τον νου του. ότι παιδί του αγαπητό 'ς το Ίλιον είχε πάει με τον ισόθεον Οδυσσηά, 'ς τα βαθουλά καράβια, ο λογχοφόρος Άντιφος, 'που ο Κύκλωπας ο άγριος φόνευσε κ' έφαγ' ύστερον 'ς τ' άντρο βαθύ για δείπνο. 20 του έμεναν τρεις• ο Ευρύνομος με τους μνηστήραις ήταν, κ' οι άλλοι δύο πρόσεχαν τους πατρικούς αγρούς τους• και όμως αναλησμόνητον πικρά τον έκλαι' ακόμη• γι' αυτόν τότε δακρύζοντας τον λόγον πήρε κ' είπε•
Δε μου το ξηγάς; — Γιατί όχι· χαρά μου είνε να σε ξαναφέρω πάλε στη μάννα σου. Για ποιόν άλλον τόκαμα το κέντημα παρά για σένα. Να, βλέπεις εδώ το μεγάλο κύκλο με τα ρουμπίνια. — Ναι, τον βλέπω· παίζουν γλυκόχρωμα στα μάτια μου τα ρουμπίνια· μα στέλνουν και κάποια αρμονία στην ψυχή μου. Μην είνε αίματα και χλαλοή πολέμου; — Είνε ο κύκλος ο Ακριτικός· κάθε ρουμπίνι και ήρωας.
Σαράντα έξη χρόνους πολέμησε ο ήρωας εκείνος για την Ορθοδοξία, πάει να πη για το «Γένος». Α δεν έβγαινε στη μέση ο μεγάλος αυτός αντιπρόσωπος της φρόνιμης Ρωμιοσύνης, θα μας βύθιζε σε μύρια δεινά και βάσανα η ανοησία κ' η ασυνειδησία της σοφιστικής Ρωμιοσύνης.
Ο Ηρακλής που παρουσιάζεται σαν από μηχανής Θεός, συμβιβάζει τα πράγματα και δίδει τη γνωστή από τον Όμηρο λύση. Αίας: Αναφέρεται στον ομηρικό ήρωα, που παρεφρόνησε, κατά θείαν βουλήν, για την αλλαζονία του. Συνερχόμενος ο ήρωας και νιώθοντας ντροπή, αυτοκτονεί.
Εγώ όμως δεν ενοούσα τους θεούς. Σωκράτης. Ούτε τους ήρωας, καθώς φαίνεται. Ιππίας. Όχι όσοι βέβαια είναι τέκνα θεών. Σωκράτης. Αλλά όσοι δεν είναι; Ιππίας. Βεβαιότατα. Σωκράτης.
Ακούς εκεί ο Λίακας, να πάη στο στοιχειωμένον πύργο της Δραμαλούς! Κι ακούς να σου λέη, πως θα παλέψη το στοιχειό, νανεβή στη συκιά, να κόψη σύκο να φάη, να μας φέρη κ' εμάς! — Στοίχημα! του λένε. — Στοίχημα; — στοίχημα ! Βάνουνε το στοίχημα. Εφτύς κιόλα διαλαλήθηκε σ' όλο το χωριό· το και το: ο Λίακας είν' αντρειωμένος, κ' είν' ήρωας τρανός, και θα πα να παλέψη με το στοιχειό της βάρδιας.
Αφού σκοτώθηκε ο Μάρκος, έφεραν οι Σουλιώτες το λείψανό του και το ξάπλωσαν εμπρός 'σ το νάρθηκα της εκκλησιάς του Μοναστηρίου. Σηκώθηκε τότε ο Καραϊσκάκης από το κρεββάτι κ' επήγε σέρνοντας και φίλησε με δάκρυα το νεκρό του Μάρκου· κ' είπε· — Άμποτε, ήρωα Μάρκο, κ' εγώ από τέτοιο θάνατο να πάω. Κ' επήγε αληθινά όπως ευχήθηκε, ο ήρωας.
Κ' ίσως μήτε πολυχρειάστηκε τέτοιο είδος ήρωας ως τα τώρα. Σ' αυτήν όμως την εποχή κατάντησε χρειαζούμενος, κ' έπρεπε να φανή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν