Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025
— Και τι να μας κάμη ένα πετεινάρι, θεια, είπεν ο Σταμάτης, που έχουμε κι' άλλους δικούς μας κάτω στο χωριό; Μισό μοναχά θέλω εγώ στο μερδικό μου . . . — Θα πάρω δύο απ' την Κοκκινίτσα, Σταματάκη μου, φτάνει να μου δίνη, είπεν η Μαχώ. Ευθύς τώρα η γρηά Φαλκίτσα ήρχισε να διηγήται πώς και διατί ήλθε, μαζύ με τον εγγονόν της εις τοιαύτην ώραν.
Και διαβάζανε και κυττάζανε της κολώναις και λέγανε, ένας τον άλλον χαιρετίζοντας: — Με τσ' γειαις! Με τσ' γειαις! Καθώς χαιρετίζουμε κ' εμείς, σαν κάμουμε γαμπρό ή νύφη, ή σαν έχουμε γεννητούρια, μαθές.
Κι έπειτα ξέρεις: έχουμε ζήσει μέχρι τώρα, καλά δεν ήμασταν μέχρι τώρα; Τι μας έλειψε; Και θα συνεχίσουμε με τη βοήθεια του Θεού. Δε θα μας λείψει το ψωμί. Το σπίτι του Πρέντου είναι γεμάτο πράγματα που ούτε να τα φυλάξω δε θα μπορούσα.» Ο Έφις σκεφτόταν απογοητευμένος. Τι να κάνει, εάν δεν καταφύγει στο ψέμα; Ξανάρχισε να ψηλαφίζει το ρούχο. «Πρέπει όμως να σας πω κάτι σοβαρό, ντόνα Νοέμι.
Ημείς δεν έχουμε στον ήλιο μοίρα . . . Σ' άλλους κάνεις τα χατήρια. Και οι μακρόθεν ερχόμενοι έλεγον· — Ημάς που είμαστε απ' τον άλλο μαχαλά, που κάνουμε τόσον κόπον να σου κουβαλούμε τα βαρέλια απ' την άλλην άκρη, μας αφίνεις στα κρύα . . . Ημάς η δεκάρες μας δεν έχουν νούμερο
Για τούτο η δουλειά του εργοστασίου μένει πίσω. και για τούτο ίσα ίσα ζήτησα κ' εγώ να σας δω σήμερα, και να σας θυμίσω αυτή την ανάγκη. ΦΙΝΤΗΣ Έχουμε στη μέση τόσες δουλειές, που δε μας επιτρέπουνε να καθυστερήσουμε την εργασία για τόσον καιρό, όσος χρειάζεται για να γίνη η αλλαγή των καζανιών. Μπορούμε να δουλέψουμε όπως όπως.
Καθάρισε καλά για να μην έχουμε πολλή δουλειά στο γάμο». «Το δικό σου με τον Έφις;», είπε η Πατσάνα. «Όσο για τον ντον Πρέντου πρέπει να περιμένουμε πρώτα τη ντόνα Νοέμι να πει το ναι!» Η Στεφάνα όμως τη μούντζωσε, έτσι και αλλιώς τα λόγια αυτά της φαίνονταν παράλογα.
Κ' εκεί την νύκτα υπό την θείαν ανταύγειαν των οφθαλμών του Παπά-Ιερεμία, οίτινες έλαμπον ζωηρότερον από το μαρμαίρον γαλάζιον φως των κανδηλών του ασκητικού ευκτηρίου του, προσεπάθει η γραία μετά πόνου ν' ανακαλύψη, έστω και μακρόθεν φέγγουσαν, την συγγνώμην του βαρέος αμαρτήματος του μακαρίτου. — Να, τώρα δεν έχουμε τίποτε πλεια, γέροντα, έλεγε κατά την εξομολόγησίν της.
— Εμάς, κυρία, ο καθηγητής μας, ο Β., μας εδίδασκεν ανθρωπολογίαν, ως και ανατομίαν... μας εσυνείθισε να μελετάμε τους σκελετούς των αποθαμμένων, και να μην έχουμε προλήψεις. Η αγαθή γραία την εκύτταξεν, ως να μη ενόει. — Παρήγγειλα να μου φέρουν αυτό το κεφάλι και τα κόκκαλα, διά να διδάξω τας μαθητρίας μου από πού και πώς είμεθα φτιασμένοι.
Μα ανίσως και παρατηρήση ο αναγνώστης πως σαν πιώτερο κάποτες ιστορώ τα δυσάρεστα, μάλιστα στην Εισαγωγή, ας μην ξεχνάη πως το έργο τούτο το καταπιάστηκα ύστερ' από μεγάλα εθνικά πάθια, πως το έθνος τόδειξε θεότρανα πως μεγάλη αρρώστια το κρυφοτρώει, πως η αρρώστια του είναι χρονικιά, και πως χρέος έχουμε να τα μελετούμε και να τα φανερώνουμε τα σοβαρά της σημάδια, ίσως κ' η νέα η γενεά, που απ' αυτή και μονάχη ελπίζουμε, ωφεληθή πια από την πείρα, που μας στάθηκε νεκρό γράμμα κ' εμάς και των παλιώ μας προπατόρων — όχι των Βυζαντινών, αυτοί την ήξεραν τη δουλειά τους — και μπη το Έθνος στο μεγάλο δρόμο που δεν του λείπει δύναμη να τον τρέξη.
Ο Κακαμπός ρώτησε ταπεινά ποια ήτανε η θρησκεία του Ελδοράδο. Ο γέρος κοκκίνησε άλλη μια φορά. — Μήπως μπορεί να υπάρχουν δυο θρησκείες; είπε. Έχουμε νομίζω, τη θρησκεία όλων των ανθρώπων· λατρεύουμε το Θεό απ' το βράδυ ως το πρωί. — Λατρεύετε ένα Θεό; ρώτησε ο Κακαμπός, χρησιμεύοντας πάντα ως διερμηνέας των αποριών του Αγαθούλη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν