United States or Grenada ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ηγανάκτει διότι ο βάναυσος εκείνος επέμενε να την αποκαλή Μαρούλι, εφρύαττε διότι ένας Πατούχας άξεστος ετόλμα να ανατείνη το βλέμμα του μέχρι του ύψους της μύτης της και έκλαιε επί τη ιδέα ότι εκριματίσθη ολίγα λεπτά μετά την εξομολόγησίν της και η εκδίκησίς της ήτο εντελώς ανίσχυρος εναντίον του παχυδέρμου εκείνου. Αυτή η σκέψις μετέβαλλε την αγανάκτησίν της εις απελπισίαν.

Την ερχομένην ημέραν το λοιπόν οι τέσσαρες ασθενείς με τον Ταμίμ, και με τον κλέφτην, ήλθαν εις το παλάτι και επαρουσιάσθησαν εις την βασίλισσαν, που εκάθητο εις τον θρόνον της, τους οποίους ευθύς που τους είδε, τους είπε· Λοιπόν, απεφάσισαν ο τυφλός και ο παραλυτικός να μη κρύψουν τίποτις εις την εξομολόγησιν που έχουν να κάμουν; μα αλλοί εις εκείνον από τους δύο, που να μην ειπή την αλήθειαν.

Ο Ταμίμ ακούοντας αυτήν την εξομολόγησιν που έκαμε, και καταλαμβάνοντας καταλεπτώς όλην την κακίαν του αδελφού του, και την αθωότητα της Ρεσπίνας του, έδωσεν ένα μέγα βρυχμόν, και έπεσε λιποθυμημένος. Οι περιεστώτες έτρεξαν να τον σηκώσουν και κάνοντάς τον να ξαναλάβη τας αισθήσεις του με διάφορα μυρωδικά, επλησίασεν εις τον θρόνον της βασίλισσας και είπεν.

Το σύμπτωμα τούτο θεωρηθέν θανάσιμον έπεισε τον Ηγούμενον να εισέλθη παρά τω αγωνιώντι και λάβη την τελευταίαν αυτού εξομολόγησιν. Αλλ' ώ του θαύματος!

Ο Ιωάννης έκυψε προ του ακηλιδώτου ανθρώπου, πρωτού αναγκασθή ν' αναγνωρίση αυτόν ως Θεόν. Προσεπάθησε μετά ζέσεως να «διακωλύση» τον σκοπόν του Ιησού. Αυτός όστις είχε δεχθή τας εξομολογήσεις όλων των άλλων, μετά σεβασμού τώρα και ταπεινώς ποιείται την ιδίαν αυτού εξομολόγησιν. «Εγώ χρείαν έχω υπό σου βαπτισθήναι, και συ έρχη προς με

Την αγαπώ με όλην μου την ψυχήν! Ο Κ. Πλατέας ήκουσε την εξομολόγησιν με αόριστόν τι αίσθημα ηθικής στενοχωρίας. Ελυπείτο βλέπων την βαθείαν συγκίνησίν του φίλου του, τον εζήλευεν ίσως ολίγο διά το προξενούν την ταραχήν του αίσθημα, ηπόρει πώς δεν του εξεμυστηρεύθη προ της σήμερον τον έρωτά του, ηγανάκτει δε κατά του εαυτού του πώς να μη τον εννοήση και άνευ της εξομολογήσεως.

Σας πιστεύω, αφού το λέγετε, και δεν θέλω να εξετάσω πώς συνέπεσε να μου ζητήση την κόρην μου, χωρίς να την γνωρίζη, ίσα ίσα σήμερον, ύστερον από την χθεσινήν σας εξομολόγησιν... Οπωσδήποτε, εξηκολούθησε διακόπτων τον Λιάκον, όστις ητοιμάζετο να είπη τι, όπως δήποτε, δεν δύναμαι να σας δώσω αμέσως απόκρισιν. Δώσατέ μου τον καιρόν να σκεφθώ. Και μη λάβετε τον κόπον να έλθετε, θα σας μηνύσω.

Και δυο δειλά όμματα σατύρων, νεόπλαστοι βλαστοί της αιπολικής γενεάς, προέκυπταν διά μέσου των κλάδων, υψηλά εις τα δένδρα, και ηγωνίζοντο ν' ανακαλύψωσι το μυστήριον της καλλονής εκεί εις το σκότος. Και τότε η ηχώ θα ηδύνατο καθώς το πάλαι, εις την εξομολόγησιν του Ερώντος, να επαναλάβη: Ερώ, ερώ. Ο Σταμάτης ο Καρδοπάκης δεν είχε χορτάσει τον ύπνον.

Κατά την πρώτην ερωτικήν εξομολόγησιν εν τω χορώ, υφίσταται το ύφος και η συναρμολογία του sonnet, καίτοι μη τηρηθέντων των συνήθων αυτού εξωτερικών τύπων. Ο Πετράρχης είχε καθιερώσει το είδος τούτο της λυρικής ποιήσεως προς έκφρασιν του έρωτος. Εξεφράζετο δ' έκτοτε δι’ αυτού ο αγνός έρως εν πάση αυτού τη λάμψει και τη ιερότητι, αλλ' ουδέποτε σχεδόν ο υλικός, ο σαρκικός έρως.

Παραγγελίαι έρχονται καθ' ημέραν από το εξωτερικόν, από την Κωνσταντινούπολιν . . . και μέχρι της λήξεως τον συναλλάγματος . . . Και ο κερδοσκόπος, ωσεί άκων εξολισθήσας εις την τελευταίαν του εξομολόγησιν, ανεστάλη αποτόμως, ψιθυρίζων καθ' εαυτόνΔιάβολε! πώς μου εξέφυγε!