Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025


Ήταν αθώος σαν το νεογέννητο παιδί και ο κόσμος ως τόσο του ρίχτηκε και πρώτη πρώτη η γυναίκα του. «Δε σ' αφίνει ο κακόκοσμος ποτέ ήσυχο»· εσυλλογιζότανε ο ναύτης· «θαρρείς περιμένει τίποτα στραβό, κανένα σκόνταμα, ή αδυναμία καμμιά για να σου ριχτή, να σε σπρώξη να πέσης όλως διόλου ν' αφανισθής για να χαρή αυτός ή και για να σε κλάψη ύστερα

Επιδέξια φέρνοντας σε αδιέξοδο τον σοφιστή, ο Σωκράτης αποδείχνει πως η αρετή είναι αυτοδίδαχτη κ’ ύστερα, μεταστρέφοντας τους συλλογισμούς του την παρουσιάζει σαν αποτέλεσμα γνώσης. Μετάφραση Α. Χαροκόπου.

Ηρακλής μαινόμενος: Το ωραίο αυτό δράμα του μεγάλου τραγικού, αναφέρεται στον Ηρακλή, που, ελευθερώνοντας τα παιδιά του, κυριεύεται ύστερα από μανία και τα σκοτώνει. Μόλις συνέρχεται από την τρέλλα του και καταλαβαίνει τι έχει κάμει, επιχειρεί να αυτοκτονήση, αλλά τον σώζει ο φίλος του Θησέας. Η άρτια τούτη μετάφραση, που διατηρεί όλη την ομορφιά του πρωτοτύπου οφείλεται στον Κ. Βάρναλη.

«Σ' αυτό απάνω κατάφτασαν κι' οι σιμώτεροι γειτόνοι να με καλωσορίσουν. Ύστερα απ' αυτουνούς κι' οι μακρυνώτεροι, και λίγο- λίγο το σπίτι μου δέχτηκε, μέσα στους κόρφους του, όλο το Χωριό, άντρες, γυναίκες και παιδιά, γιατί είναι χρέος άγιο το να τρέχη κανείς να χαιρετάη ξενιτεμένο, και να πανηγυρίζη τον ερχομό του.

Εκείνο το αμάν ατέλειωτο, με παλμό που ξετυλίγουνταν ίσα ίσα τόρα, με τσαλίμια και τσακίσματα ύστερα, βάσταξε πολύ, παρά πολύ, επίμονο, παρακαλεστικό, παραπονεμένο, έν' αμάν τέλος πόσκιζε και νεύρα και καρδιά και την φούσκονε, πελάγονε τη ψυχή από πάθος και πόθο.

Τι νάτανε τάχα του υπαξιωματικού οι δυο αυτές γυναίκες; Αδελφές, εξαδέλφες, γνώριμες, δε μπορούσε να καταλάβει. Τα πρόσωπά τους δεν είχανε καμιάν ομοιότητα με το τραχύ πρόσωπο του υπαξιωματικού, ενώ μοιάζανε με τα στρογγυλά πρόσωπα των ναυτόπαιδων, τα φρέσκα και χωρίς γένεια. Ύστερα άκουσε και τις γυναίκες να μιλούν.

Ας γενή μια λογόστεσι κιας περάση ύστερα κένας χρόνος και δυο, ώστε να γενή ο γάμος. — Άφησε και κατέχω 'γώ πως θα διάξω, είπεν ο Σαϊτονικολής, ως να του ήλθεν αιφνιδία έμπνευσις. Εκινήθη δε να εξέλθη, αλλ' η Ρηγινιώ τον εσταμάτησε. — Αλήθεια, εξέχασα να σου πω ένα πράμμα. Διηγήθη δε ότι, προ δύο ημερών, ενώ έπλυνεν εις τον ποταμόν, η χήρα η Ζερβούδαινα της έρριξε παραπετρές για το Μανώλη.

Ύστερα άλλαξε το σκοπό: «Τι να σου στείλω, Ξένε μου, τι να σου προβοδήσω; «Να στείλω μήλο σέπεται, κυδώνι μαραγκιάζει, «Να στείλω σου τα δάκρυα μου σ' ένα χρυσό μαντήλι.. «Τα δάκρυα μου είναι καφτερά και καίνε το μαντήλι.. Και με την ύστερη λέξη αυτού του τραγουδιού έπεσε σε βαθειά νάρκη. Μια ώρα ακέρια πέρασε, που βαρυοκοιμώνταν στην αγκαλιά του Ύπνου, που μια τρίχα, τη χώριζε από τον θάνατο.

ΣΤΕΦΑΝΗΣ, ύστερα ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ, ύστερα ΚΕΡΙΑΚΟΣ Στεφ. Μ' έδιωξαν τα παιχνίδια! Μ' έδιωξε η χαρά! Ως εδώ μ' έδιωξε, ως στης Αγιά Μαρίνας τη γειτονιά. Με φωνάζανε να μπω στην παρέα και να τους τραγουδώ! Αν είχα φωνή για τραγούδι, θα την έκανα βροντή που να τους σκορπάη κατάρες. Τακούγω, ακόμα τακούγω! Με κυνηγούνε, με κυνηγούν οι χαρές τους! Φείδια έγιναν οι χαρές τους και σφυρίζουν κατόπι μου.

Τότε ήτονε καπετάνιος Σάλονα και Λοιδορίκη ο Καπετάν Κούρμας και με πεντακόσιους αρματολούς επήρε Σάλονα, Λοιδορίκη και Έπαχτο, και περίττο από δυο χιλιάδες Τούρκων έσφαξαν. Ύστερα σε λίγο μας ήρθε η λοιμική και πολύς κόσμος εχάθη. Τότε και η μάνα μας η μακαρίτισσα, ο Θεός να την σχωράη, πέθανε, και η αδερφή μου Μάρω χρονών είκοσι οκτώ.

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν