Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Ο ντον Πρέντου συνέχισε: «Ο Τζατσίντο δε θα γυρίσει, ούτε και θα πληρώσει, σου το εγγυώμαι εγώ. Να θυμάσαι όμως τι σου είπα χίλιες φορές: το κτηματάκι το θέλω εγώ. Θα τα πληρώσω όλα εγώ, έτσι θα σας μείνει το σπίτι. Προσπάθησε εσύ να τις πείσεις, τις ξεροκέφαλες.
Σκέψου αυτά που ηκολούθησαν 'ς τον νουν σου ζύγισέ τα και με την ησυχίαν μας καμμίαν άλλην ώραν ανοίγομεν ο ένας μας 'ς τον άλλον την καρδιάν μας. ΒΑΓΚΟΣ Καλά. ΜΑΚΒΕΘ Ως τότε σιωπή. — Πηγαίνωμεν, ω φίλοι. Τα ανάκτορα εις Φόρες. Εισέρχονται ο ΔΩΓΚΑΝ, ο ΜΑΛΚΟΛΜ, ο ΔΟΝΑΛΒΑΙΝ, ο ΛΕΝΟΞ και συνοδία. ΔΩΓΚΑΝ Δεν τον απεκεφάλισαν τον Καουδώρ ακόμη; Πού είναι οι εκτελεσταί της αποφάσεώς μου;
Ενόμιζε κανείς ότι επαινούσε την Σωσσάνδραν του Καλάμιδος και όχι την Θαΐδα, που την ξέρεις τι είνε, διότι την είδες πολλές φορές στο λουτρό. Και που να σου λέγω τι πειράγματα μου έκαμεν, η Θαΐς. Αν καμμιά άλλη, είπε, δεν ντρέπεται να φανή ότι έχει τις κνήμες σαν καλάμια, ας σηκωθή και ας χορεύση. Τι ήθελες τότε να κάμω, μητέρα; Εσηκώθηκα και εχόρεψα.
Αυτή με τα χέργια της το έπλυνεν από την κεφαλήν έως τους πόδας έπειτα το εξανάδωσεν εις τα χέρια των ιερέων οι οποίοι το έφεραν εις την καλύβαν, που ήταν η πυρκαϊά· ύστερον από αυτό ήλθε και αυτή εις την ετοιμασμένην πυρκαϊάν και την επεριτριγύρισε πολλές φορές θεωρώντας την ετοιμασίαν της θυσίας της με πολλήν αφοβίαν έπειτα αγκάλιασεν όλους τους ιδικούς της και φίλους, οι οποίοι ευθύς ανεχώρησαν διά να μη την ιδούν να καή· αγκάλιασεν ακόμη και τες σκλάβες της, οι οποίες εθρηνούσαν απαρηγόρητα· αυτή τες εχάρισε την ελευθερίαν των, και πλέον τα διαμαντικά που είχεν επάνωθεν τους τα εδιαμοίρασεν.
Δε μπορώ ν' ακούω περισσότερο αυτές της τρέλλες». Σκεφτική απεσύρθη στο δωμάτιο της, έπεσε στο κρεββάτι, κ' είχε μεγάλη λύπη. «Δυστυχισμένη! γιατί να γεννηθώ; Η καρδιά μου βαρειά είναι και πληγωμένη. Βραγγίνα, αγαπητή αδελφή, η ζωή μου είναι τόσο σκληρή και τραχειά που χίλιες φορές θα προτιμούσα το θάνατο. Είναι κει ένας τρελλός, κουρεμένος σταυρωτά, που ήρθε δω μέσα στην κακή ώρα.
Η πρώτη πιτυχιά έκαμε ν' απλωθή τ' όνειρό του πλατύ σαν θάλασσα. Ήταν περήφανος και αψής και ακράτητος. Είχε την πεποίθηση πως από κείνον άρχιζε νέα ζωή στη γενιά του. Ζωή γεμάτη από τιμές και δόξες. Πολλές φορές σαν καθότανε στο παραθύρι κι αντίκρυζε την πατρική κληρονομιά, έπεφτε σε δράματα. Φανταζότανε όλη εκείνη τη γη αποδοσμένη πάλε στο αίμα του.
Και για να τον πειράξουν δεν χρειάζονται παρά να του ειπούν το στερεότυπο εκείνο: — Έλα, πες μας Μπάρμπα — Καληώρα, πόσες φορές εναυάγησες; Στο άκακο ερώτημα ο γεροναυτικός ανάβει άξαφνα σαν δαδί.
Οι σκύλλοι, οι μαϊμούδες κι οι παπαγάλοι είναι χίλιες φορές λιγώτερο δυστυχισμένοι από μας· τα ολλαντικά φετίς τα οποία μ' έχουνε προσηλυτίσει, μου λένε κάθε Κυριακή, πως είμαστε όλοι παιδιά του Αδάμ, λευκοί και μαύροι. — Ω! Παγγλώσση, φώναξε ο Αγαθούλης, δεν είχες φαντασθή τέτοια βδελυγμία· θ' αρνηθώ κάθε αισιοδοξία! — Τι ναι η αισιοδοξία; ρωτούσε ο Κακαμπός.
Μήπως το ανέγνωσες αυτό πουθενά; Θεαίτητος. Το ανέγνωσα μάλιστα πολλές φορές. Σωκράτης. Άραγε λοιπόν δεν εννοεί επάνω κάτω ότι, όπως φαίνεται εις εμέ το κάθε πράγμα, τοιούτον είναι δι' εμέ, και όπως εις εσέ τοιούτον διά σε πάλιν, είσαι δε άνθρωπος και συ καθώς και εγώ; Θεαίτητος. Μάλιστα αυτό φαίνεται ότι εννοεί. Σωκράτης.
Όταν είμουνα στη Ζαγορά της Θεσσαλίας, παραπονιούμουν κάθε τόσο για τα καλντερίμια . Ο Δροσίνης κάμποσες φορές άκουσε τα παράπονά μου και θα τα θυμάται. Τάκουσαν όμως και τα καλντερίμια — τάκουσαν και τα θυμούνται. Αχ! εκείνοι οι δρόμοι που ανεβοκατεβαίνουνε σαν τα κύματα, μα σαν κάτι κύματα πέτρινα και κοφτερά! Τα καλντερίμια με κυνηγούν. Τώρα που βγήκα πάλε στο ταξίδι, και κείνα κατόπι μαζί μου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν