Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025


Τρεις τότε χύθηκε φορές σα θνητοφάγος Άρης φριχτά αλυχτώντας, και τις τρεις εννιά 'σφαξε ανομάτους· 785 μα κι' όταν τέταρτη όρμησε σαν το στοιχιό με τ' όπλο, τότε αχ! η ώρα, Πάτροκλε, σου σήμανε η στερνή σου! Τι ομπρός του βγήκε σκιαχτερός ο Φοίβος μες στη μάχη δίχως στον τόσο αναβρασμό πως πλάκωνε να νιώσει.

Ήτον εκεί και περίμενε να με δη όταν θα παρουσιαζόμουν στ' ανοιχτό μέρος τον δρόμου. Πολλές φορές στράφηκα κι' αποχαιρετούσα το σπίτι της αγαπημένης μου, που τη φανταζόμουν να κλαίη ανάμεσα στ' άνθη· κη καρδιά μου μέσα έλεγε τα τρυφερότερά της λόγια. Αλλ' όταν ο δρόμος απογύρισε κένα ύψωμα έκρυψε το χωριό, μου φάνηκε ότι το βουνό κείνο καταπλάκωσε τη ψυχή μου.

Διότι, αφού δεν είναι ό,τι είναι εκείνα, μίαν φοράν υπάρχει εξ αιτίας του εαυτού του, αμέτρητες φορές όμως δεν υπάρχει εξ αιτίας όλων των άλλων. Θεαίτητος. Σχεδόν καθώς το λέγεις είναι. Ξένος. Τότε λοιπόν και εις αυτά δεν πρέπει να δυστροπήσωμεν, διότι έχει συγκοινωνίαν η φύσις των γενών.

Φθάνοντας λοιπόν εις τον πάτον του πηγαδιού αγροίκησα εις τα ποδάρια μου πολλά στρείδια, που μέσα τους έχουν τα μαργαριτάρια, εδιάλεξα τα πλέον καλύτερα από αυτά, και εγέμισα τα σακκιά, τα οποία τα ετράβηξεν ο γέρων και έβγαλεν έξω, έπειτα μου εμετάρριξε τα σακκιά, και του τα εγέμισα πολλές φορές.

Κ' έπειτα γύριζε ο Σβεν κ' η χαρά είτανε τόσο μεγάλη, ώστε η μαμά έπρεπε ναφίνη τη δουλειά της και να τον παίρνη στην αγκαλιά και να τον φιλή πολλές φορές. Του μικρού Σβεν του είχαμε βγάλει πολλά ονόματα στο σπίτι. Τονέ λέγαμε μικρό αδερφούλη και Νέννε, που το βρήκε μόνος του, και μαϊμουδάκι και χρυσό, όπως μας ερχότανε στο στόμα. Ήξερε όλα τα ονόματά του και ταριθμούσε και καμάρωνε γι' αυτά.

Εκατό φορές το είπα, κι' ο Διάβολος μ' έσπρωξε, «Διαβόλου συνέργεια», πάλι να γυρίσω. Τις έμαθες αγκαλά τις κλεψιές του δημάρχου! Κ' η γυναίκα του τάψησε μ' ένα στρατιωτικό κ' έφυγε. «Απολωλώς πρόβατο». Κι' ο βουλευτής, πιο παστρικός κι' αυτός, πιάστηκε τις προάλλες με τον εργολάβο του μώλου και δαρθήκανε μέρα-μεσημέρι, γιατί δε συμφώνησαν στη μοιρασιά. Άκου τα του λόγου σου!

Ο Άγγλος χρονογράφος Holinshed, εξ ου ηρύσθη την υπόθεσιν του δράματος ο Σαικσπείρος, λέγει, ότι «ημέραν τινα καθ' ην ο Μάκβεθ και ο Βάγκος «μετέβαινον εις Φόρες, όπου ο βασιλεύς κατ' εκείνο του χρόνου διέμενεν, «ενώ μόνοι οι δε διέτρεχον προς διασκέδασιν δάση και αγρούς, συνήντησαν «αίφνης τρεις γυναίκας αλλοκότως ενδεδυμένος, και ομοιαζούσας προς «άλλης εποχής όντα

Την επόμενη στιγμή όμως πέσανε μερικοί επάνω τους και οι στριγκλιές των γυναικών ενώθηκαν με τα γέλια των αντρών. «Εγώ πάντως θα ήθελα να ξέρω πώς τα κατάφερε να τον δει!» «Αφού δεν είναι τυφλός! Ο διάολος να τους πάρει, προσποιούνται όλοι, από τον πρώτο ως τον τελευταίο.» «Κι εγώ που του έδωσα τρεις φορές από εννέα ρεάλια!

Και λέγοντας έτσι τον επήρεν από το χέρι, και τον έφερεν εις ένα άλλον χοντζερέ χίλιες φορές πλέον πλουσιώτερον από τους άλλους, εις τον οποίον έβγαιναν από κάθε μέρος ευωδίες θαυμάσιες, και εις την μέσην αυτού του χοντζερέ ήτον ένας θρόνος χρυσός, εις τον οποίον ο Αμπτούλ τον έβαλε και εκάθισε, και αυτός ομοίως εκάθησεν εις ένα άλλον κοντά του, και άρχισε να του διηγηθή την ιστορίαν της ζωής του με τον ακόλουθον τρόπον.

Ο πατέρας τής είπε πολλές φορές διά να κλίνη να υπανδρευθή μα αυτή καθόλου δεν ήθελε να τον ακούση, προφασιζομένη, ότι επιθυμούσε να ακολουθήση την αυτήν ζωήν που άρχισε ανύπανδρη. Αλλά τέλος πάντων, αφού και απέθανεν ο πατέρας της, ευρισκομένη μονάχη χωρίς τινά, απεφάσισε και επήρεν άνδρα ένα νέον πραγματευτήν ονόματι Ταμίμ πολλά καλής διαθέσεως.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν