Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Ο Θανάσης ο Μελαχροινός καλησπέρισε, φέρνοντας το χέρι στο στήθος, με το παντοτεινό του χαμόγελο. — Την ευχή σου, δέσποτα. — Ευλογημένος να είσαι. — Και πού είνεκαλή ώρα νάχη — η κυρά παπαδιά; Δεν θα την ιδούμε απόψε; Από μέσα του ήτανε ευχαριστημένος για την απουσία της παπαδιάς και κάποια ευχαρίστηση φαινότανε ζωγραφισμένη στο στεγνό πρόσωπο του, που θάμενε μόνος με το φίλο του.

Οι σταλαγματιές της βροχής του φαινότανε πως ήταν κάποιο χέρι που του χτυπούσε το παράθυρο και δεν τον άφινε να διαβάση. «... Ζώα μικρά μετά μεγάλων, εκεί πλοία διαπορεύονται...» Έκλεισε το βιβλίο και το πέταξε στο τραπέζι μαζί με τα γυαλιά του, ακούμπησε το κεφάλι στο χέρι του κ' έκλεισε τα μάτια του. Πώς του ήρθε να γίνη παπάς; Ούτ' αυτός δεν το καταλάβαινε.

Όταν τους έφερε στον κληρωτό αυτός αγωνιζότανε να πλύνει μια μάλλινη φανέλλα. Από το αγκομάχημά του φαινότανε πως η δουλειά τον στενοχωρούσε και τον κοπίαζε. Το μαλλί, πεισματάρικο, δύστρωπο, δεν ήθελε να υπακούσει στον αδέξιο κύριό του κι' έμενε λερωμένο μ' όλη την προσπάθεια και τ' αγκομαχητά του κληρωτού.

Και χτυπούσε τον ένα γρόθο απάνω στον άλλο, τάχα να δείξη πως πέρασε το θέλημά της. Φαινότανε σα Μαινάδα, σαν τρελλή Αφροδίτη, με τέτοια ομορφιά και με τέτοια φερσίματα, σαν έβγαλε τα στιβάνια της, και στεκάμενη γυμνόποδη και γυμναστράγαλη, ξεμάλλιαγη και δρώμενη ακόμ' από τη ζεστασιά, λαλούσε της θειας της αυτά τα λόγια με μάτια ορθάνοιχτα και με σαν παλληκαρίσια κορμοστασιά.

Ο γυιός του βαρώνου φαινότανε σε όλα άξιος του πατέρα του. Ο καθηγητής Παγγλώσσης ήτανε το μαντείο του σπιτιού κι' ο μικρός Αγαθούλης άκουε τη διδασκαλία του μ' όλη την καλή πίστη της ηλικίας του και του χαρακτήρα του. Ο Παγγλώσσης δίδασκε τη μεταφυσικό-θεολογο-κοσμολογο-μηδαμινολογία.

Για την Έλσα όλα αυτά είταν ένας αποχαιρετισμός, καθώς πλησίαζε πάντα περσότερο να περάση εκείνα τα σύνορα, οπόθε δεν ξαναγυρνά κανένας. Εμένα μου φαινότανε σα μάταια ελπίδα πως θα ξανάρχιζε πάλι η ζωή μας και πως η γυναίκα μου θα ξαναγύριζε σε με, σε όλους μας, στη ζωή την ίδια.

Όσο περσότερο τα συλλογιζόμουνα, τόσο πιθανότερο μου φαινότανε πως είχα τώρα βρει εκείνο που θα ξανάνοιγε της γυναικός μου το δρόμο της ζωής.

Μα τώρα που δεν έμενε πια τίποτε, τίποτε απ' όλα εκείνα που είτανε μια φορά δικά της, τώρα της φαινότανε πως κόπηκε ο κρίκος που την έδενε με τη ζωή την ίδια. Έμεινα άφωνος εμπρός στο απελπισμένο ξέσπασμά της κ' εννοούσα μόνο πως είχα να κάνω με μια από κείνες τις φαντασιοπληξίες ή τα όνειρα, που για έναν άνθρωπο με έντονη συναισθηματική ζωή έχουν μεγαλήτερη σπουδαιότητα παρότι η ίδια η ζωή.

Δεν αστειευόντανε μαζί του, μα εκείνο που τους διηγότανε τους δυνάμωνε στα αίστημα πως είχανε μπροστά τους ένα πλάσμα παράξενα λεπτό και τρυφερό και το παίρνανε στα χέρια τους και τα ανεβάζανε στους βράχους. Κι ο Σβεν δεν άφινε την ευτυχία του να συγχυστή από αυτούς τους μύθους. Είτανε τόσο συνειθισμένος μ' αυτούς, ώστε του φαινότανε πως τον ακολουθούσανε σαν ο ίσκιος τον ήλιο.

Ο τράχηλός του φαινότανε πειο άσπρος από το χιόνι, τα πισινά του πειο πράσινα από τριφύλλι, το ένα από τα πλευρά του κόκκινο σαν πορφύρα, το άλλο κίτρινο σαν σαφράνι, η κοιλιά του άσπρη σα λαζούρι, η ράχη ρόδινη. Αλλά όταν το κύττταζε κανείς πειο πολύ, όλα αυτά τα χρώματα χόρευαν στα μάτια και άλλαζαν, πότε άσπρα και κίτρινα, πράσινα, μπλε, πορφυρά, σκοτεινά ή φωτεινά.

Λέξη Της Ημέρας

συνέπειαι

Άλλοι Ψάχνουν