United States or Croatia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πραότης, φιλαλήθεια, φιλοδικαιοσύνη, σεμνότης, επιείκεια και γενναιοδωρία, ευσέβεια, υπομονή, ανδρεία, καρτερία, μου είναι ξένα όλα των. Κάθε κακίαν όμως, εις όλην της την έκτασιν και δύναμιν, την έχω! Εάν μου ήτο δυνατόν, θα έχυνα προθύμως μέσατον Άδην το γλυκύ της ομονοίας γάλα, την ησυχίαν του παντός να φέρω άνω κάτω κι' από το πρόσωπον της γης να διώξω την ειρήνην!

Τα μάτια του κοιτάζουν ξαφνισμένα τις τελευταίες φλογερές αναλαμπές του ηλιού, που χάνεται στην ήσυχα κυματισμένη θάλασσα. Κάθεται κει με το σαγόνι ακκουμπημένο στο χέρι του, σα να συλλογίζεται κάτι σοβαρό, που δεν μπορεί να το εκφράση με λόγια. Κι όταν τέλος ξέρει πως πρέπει να πάη να κοιμηθή, κρεμιέται στα λαιμό του μπαμπά και παρακαλεί να τον φέρω στο κρεββάτι του.

Του απάντησε ο Μελάνθιος' «'Σ αυτό δεν είναι τρόπος, 135 Αγέλαε διόθρεπτε, τι φοβερά κοντά 'ναι η αυλόθυρα, και δύσκολο το στόμ' είναι του δρόμου· και ανδρείος ένας δύναταιόλους φραγμός να γείνη. αλλ' άρματ' απ' τον θάλαμο θα φέρω να ζωσθήτε· ότι κει μέσα, και όχι άλλου, τ' άρματα, εγώ νομίζω, 140 ο Οδυσσέας φύλαξε και ο δοξαστός υιός του».

ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Υπομονή, καλή μου κυρία. ΚΛΕΟΠΑΤΡΑ. Τι λέγεις; — Φύγε απ' εδώ. Άθλιε, πανούργε! μη σου πετάξω τα μάτια και τα ποδοκυλίσω ως σφαίρας· θα σου ξεριζώσω τα μαλλιά. Θα μαστιγωθής διά μεταλλικού σύρματος, θα σε αλείψουν με άλμην, και θα σε ψήσουν σε ολίγην φωτιά. ΑΓΓΕΛΙΑΦΟΡΟΣ. Εγώ μόνον την αγγελίαν φέρω, ερασμία βασίλισσα, δεν ανεμίχθην εις τον γάμον.

Εξηκολούθησεν ησύχως να κατακόπτη το ψητόν, είτα επανέλαβε: — Πολλά παράξενα σημεία και θάμματα γίνονταιαυτά τα στερνά τα χρόνια... Για βάλε με το νου σου, να φέρω αρνί σακάτικο γεννημένο απ' τη μάνα του, και να μην το καταλάβω!.. Τι να γένη, ας έχη δόξα ο Θεός! Ο Γιάννης ο Μπουκώσης δεν είπε γρυ.

Θα την εκακομεταχειρίσθη, παππού· να ιδής πόσον καλά εννοεί, ότι εγώ αγαπώ και περιποιούμαι το παιδάκι της και έρχεται και παίζει και πηδά και αυτή μαζί μας. Είνε μια χαρά να την βλέπη κανείς! Θα εννοήση, ότι θα την φέρω πάλιν οπίσω εις το παιδί της και δεν θα με ρίψη εμένα.

ΣΩΚΡΑΤΗΣΧΟΡΟΣ ΝΕΦΕΛΩΝ και μετά μικρόν ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ ΣΩΚΡΑΤΗΣ Μα το χάος! τον αέρα! την αναπνοή! — κανένα με μυαλά δεν είδα ως τώρα τόσον αποβλακωμένα, πρόστυχο και ξεχασμένο κ' έτσι να χονδρομιλάη! Το ελάχιστο που ακούει, πριν το μάθη το ξεχνάει, Ας τον φέρω κ' εδώ πέρα εις την θύρα, πούνε μέρα, Πούσαι... Στρεψιάδη!.. .έβγα!... Τράβα έξω και την κλίνη. Δεν μ' αφίνουν οι κορέοι να τη βγάλω.

Αύριο θα σου φέρω το γιατρό να σου γράψη κανένα άλλο γιατρικό να σου περάση.

Ή μου είπε την εσπέραν: θα έλθετε βέβαια αύριο: — Ποιος μπορούσε να μην πάη; Ή μου δίδει μίαν παραγγελίαν και ευρίσκω πρέπον να της φέρω μόνος μου την απάντησιν; ή η ημέρα είναι πολύ ωραία, πηγαίνω εις το Βαλάιμ, και όταν πλέον είμαι εκεί, μισή μόνον ώρα είναι έως σ' αυτής! — Είμαι πάρα πολύ πλησίον εις την ατμοσφαίραν της. — Έν βήμα και είμαι εκεί.

Έτσι το ταξίδι τ' Αγίου Θωμά και της Καλυβιανής κιντύνευε να ματαιωθή. Η εορτή της Παναγίας πλησίαζε και το κακόμοιρο το Βαγγελιό περίμενε να της φέρω την υγεία της. Αντί δε να της φέρω την υγεία της, έχασα και τη δική μου. Όλες οι γυναίκες, ξένες και συγγένισες, πούρχοντο να με βλέπουν, είχαν κένα τουλάχιστο γιατρικό να συστήσουν της μάνας μου.