Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Εγώ όμως σου λέγω ότι, αν το όνομα κακία, το οποίον εξετάσαμεν προηγουμένως, είναι ορθόν, τότε και τούτο το όνομα η &αρετή& είναι ορθόν. Ερμογένης. Το δε &κακόν& τέλος πάντων, το οποίον εξήγησε πολλά από τα προηγούμενα, τι σημαίνει; Σωκράτης. Μα τον Δία κάτι τι παράδοξον κατά την γνώμην μου και δύσκολον διά να το εννοήσωμεν. Φέρω λοιπόν και εις αυτό εκείνο το μηχάνημα. Ερμογένης. Ποίον μηχάνημα;
— Και πρέπει να πιαστή, είπεν ο Σερέτης· εγώ θα τονε φέρω ο ίδιος εις του Μαρούπα τα χοιροσφάγια και ύστερα ας πάη ο Κοντοπάνης να τονε κυνηγά. — Πάμε τώρα μέσα, είπεν ο 'γούμενος, να βοηθήσης τον Δημήτρη εις το τρίψιμο των καντηλιών και ύστερ' ανεβαίνεις και τρώμε. Από την αυλή του μπακάλικου έβλεπαν τα δυο υποκείμενα οι παππάδες με τον Γιώργη κ' έλεγαν ανάμεσό τους — πολλά.
— Πού με πάς; Πού πάμε; Τι θα κάνουμε χωρίς την Κυνεγόνδη; έλεγεν ο Αγαθούλης; — Στ' όνομα του Αγίου Ιακώβου της Κομποστέλλας, είπεν ο Κακαμπός, έως τώρα πηγαίνατε να πολεμήσετε τους Ιησουίτες· ας πάμε τώρα να πολεμήσουμε γι' αυτούς. Ξέρω καλά τους δρόμους, θα σας φέρω στο βασίλειό τους, θα καταγοητευθούν αποχτώντας ένα λοχαγό, που ξέρει τα βουλγαρικά γυμνάσια. Θα κάμετε τεράστια περιουσία.
— Το νερό μας έκοψε, δεν πίνεται... Κάθεσθε, να πάω ως την βρύσι, να φέρω νερό; Έρχεσαι, είπε προς εμέ, μαζί μου; — Όχι, κάθησε συ, είπεν ο Γιαννιός, που είσαι πολύ αποσταμένος, και πάω εγώ με τον Αλέξανδρον. Δεν πάμε καλύτερα και οι τρεις μας; είπα εγώ... Δεν θα φάμε κι' όλα, κάτω στην βρύσι; — Εγώ το ξέχασα πώς τρώνε, είπεν ο Νικολός. Μα πώς θα τ' αφήσωμε αυτά εδώ;
Επειδή δε και σε αγαπώ και τον άνδρα σου, όταν εζούσε, έρχομαι να σου φέρω νέα, με φόβον μεν μήπως με ακούση κανείς από τους κυρίους, αλλά και με λύπην προς σε. Διότι φαίνεται ότι τρομερά σκέπτεται εναντίον σου και εναντίον του παιδιού σου ο Μενέλαος, και πρέπει να φυλαχθής.
Λοιπόν διά τους θεούς και τας θεότητας και διά τους ζώντας γονείς και τους αποθανόντας είναι αρκετόν προοίμιον όσα είπαμεν. Τόρα όμως μου φαίνεται ότι συ με παρακινείς το υπόλοιπον αυτό να το φέρω κάπως εις φως. Βεβαιότατα.
Είμαστε όλοι ένα σύνολο γι' αυτή κι από αυτού πήγαζε ο πόνος της· αιστανότανε πως δε θα μπορούσε να φιλιώση ποτέ τις αντίμαχες δύναμες, που παλεύανε για την ψυχή της. Τα έβλεπα όλα αυτά. Τα έβλεπα όλον τον καιρό που βάσταξε ένα ταξίδι, που σχεδόν τη βίασα να κάμουμε, για να τη φέρω έξω στον ήλιο και στη θάλασσα και να της δώσω νέες εντύπωσες από τη ζωή. Δε θα λησμονήσω ποτέ αυτό το ταξίδι.
Θα ανέφερα και εκείνους οίτινες εις το παρελθόν μετεχειρίσθησαν αυτήν την λέξιν, εάν δεν υπήρχε φόβος να σε φέρω εις απορίαν με ονόματα ξένα και άγνωστα προς σε ποιητών και ρητόρων και συγγραφέων αλλ' είνε και περιττόν ν' αναφέρω τους μεταχειρισθέντας την λέξιν, διότι όλοι τους γνωρίζουν.
Εκεί ο Καραϊσκάκης γονατιστός 'σ τον άγιον τάφο κοντά, μ' όλα τα παληκάρια του, προσευχήθηκε· «Βοήθησέ μας, Αϊσεραφείμ να διώξωμε τον Κιουτάγια από την Αθήνα, να γλυτώσωμε τους κλεισμένους χριστιανούς και να κάμωμε 'σ τους Τούρκους δεύτερη Αράχωβα, και να σου φέρω χρυσό καντήλι 'σ τον τάφο σου και λαμπάδες εκατό ίσα με το κορμί μου και να στολίσω σαν παλάτι το μοναστήρι σου!» Κι' όλος ο στρατός ξεσκούφωτος και γονατισμένος είπε την ίδια προσευχή.
ΣΤΕΦΑΝ. Ετούτο είναι κάποιο τέρας του νησιού, τετράποδο, που από κείνο, που εγώ λογιάζω, αρρώστησε· πού στο δαίμονα έμαθε τη γλώσσα μας; Θέλει το βοηθήσω· δεν χάνω τίποτε· ανίσως μου πιτύχη να το γλυτώσω, και να το ημερώσω, και να το φέρω μαζή μου στη Νεάπολη, αυτό είναι χάρισμα για κάθε βασιλέα που να εφόρεσε ποτέ αγελαδινό τομάρι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν