Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Εσκέφθη όμως ότι δεν θα ήτο και πολύ μακράν, αφού τα πράγματά του ήσαν εκεί και ήλπιζε μετ' ολίγον, όταν η θερμότης του ηλίου θα ηύξανε να προσέλθη ούτος υπό την σκιάν της καλύβας. Άλλως τε εκεί είχεν αφήσει τον άρτον του και βεβαίως, αν όχι διά τίποτε άλλο, θα ήρχετο τουλάχιστον μέχρι του δειλινού διά να φάγη. Η λυγερή δεν είχε καμμίαν ανάγκην ν' απομακρυνθή.

Ξέρ' 'ς τίποτα κολλήγα; ηρώτα ενίοτε. Κι' εκεί που ο γέρων διεσκέδαζε θεωρών τον καπνόν του τσιμπουκίου του, έλεγεν ο ποιμήν: — Όποιος δεν πάει ς' την εκκλησιά, δεν θα φάγη γουρνόπουλα. Και μετ' ολίγον πάλιν έλεγε: — Νά, μόνον η κουμπάρα θα φάη. Τέλος του Μπάρμα-Σταύρου του ήλθε μικρός ύπνος.

Αλλά τώρα, ιδών ότι ο σύντροφός του έδωκε την είδησιν χωρίς να φάγη ξύλον, και εκτός τούτου διότι είξευρεν ότι από τον εξώστην δεν θα τον έφθανεν η χονδρή ράβδος του πλοιάρχου, είχε λάβει θάρρος και έσπευσε να προλάβη τον σύντροφόν του, όπως απολαύση αυτός την ηδονήν.

Όσο να ειπής «Κύρι' ελέησον» πάλι «Παναγία βόηθαΤα λόγια του πατέρα μου νυχτόημερα στ' αυτιά μου. Μα τι τ' όφελος; Βάρε του μαχαιριού γροθιά· χτύπα το κεφάλι σου στο κατάρτι· το κατάρτι δεν σπάει. Αν είχα κ' εγώ ένα κλήμα στη στεριά πέτρα μαύρη θα έρριχνα. Μα πού το κλήμα; Απόφασι το επήρα. Ή το κύμα θα με φάγη ή θα με δώση πετσί και κόκκαλο άχρηστον στον κόσμο. Καλά λοιπόν· ζωή χαρισάμενη!

τον κήρυκα ο πολύγνωμος τότ' είπεν Οδυσσέας•ράχης κομμάτι αφού 'κοψε λευκοδοντάτου χοίρου, 475 πάχος γεμάτ' ολόγυρα, κ' έμενε ακόμη πλήθιο,— «Το κρέας τούτο, κήρυκα, δόσε του Δημοδόκου, να φάγη• θα τον ασπασθώ, αν και θλιμμένος είμαι. τι σέβας έχουν και τιμήτην οικουμένην όλην απ' τους θνητούς οι αοιδοί, ότι τραγούδια η Μούσα 480 αυτούς διδάχνει και αγαπά των αοιδών το γένος».

Στοχασθήτε εις ποίαν κατάστασιν ευρισκόμασθε ημείς οι δυστυχείς, βλέποντες ένα τοιούτον ανθρωποφάγον θηρίον να φάγη τον σύντροφόν μας έτσι ελεεινά· όθεν όλην εκείνην την νύκτα επεράσαμε με μεγάλην θλίψιν και αδημονίαν.

Ο πρώτος μας στοχασμός εστάθη, ότι εκείνη θα ήθελεν ήτον μία νέα φουρτούνα, διά την οποίαν εχαρήκαμεν επειδή και είμεθα ευχαριστημένοι καλύτερα να χαθούμεν από μίαν φουρτούναν, παρά που να φαγωθώμεν από εκείνον τον θηριώδη άνθρωπον, επειδή και οπόταν ηθέλαμεν τελειώσει την ζωοτροφίαν, μην ευρίσκοντας άλλο διά να φάγη, εξ ανάγκης ήθελε μας φάγη ημάς, τον έναν ύστερα από τον άλλον.

Τότε ήνοιξε το στόμα του το μικρόν παιδίον και είπε: «Διατί αυτός ο άνθρωπος στέκεται εκεί; Δεν θα έλθη και αυτός να φάγη μαζύ μαςΚαι τούτο τόσον πολύ ετρόμαξε τον Επίσκοπον, ώστε αμέσως εξύπνησεν.

Ο Γέρος ανεβίβασε σκαμνίον τι επί του λιθίνου ερείσματος του παραθύρου, ανέβη επί του σκαμνίου, εστηρίχθη διά της αριστεράς του παραθυροφύλλου ανοικτού, εστηλώθη μετά τόλμης προς την οροφήν, ανέτεινε την δεξιάν, και απέσπασεν έν κρύσταλλον εκ των κοσμούντων τους «σταλαμμούς» της στέγης. Ήρχισε να το εκμυζά βραδέως και ηδονικώς, και έδιδε και εις την Πατρώναν να φάγη. Επείνων τα κακόμοιρα.

Και τις η ανάγκη, απήντησε, να του υποσχεθή ο παπάς τον παράδεισον και όχι άλλο τι καλλίτερον ; — Αλλά τι καλλίτερον από τον παράδεισον ημπορεί να υποσχεθή εις άνθρωπον αγόμενον εις την λαιμητόμον ; — Ημπορεί να του υποσχεθή ότι έχει ακόμη να ζήση πολλά χρόνια και να φάγη πολλά μακαρόνια πριν μεταβή εις τας αιωνίους μονάς. — Δεν σας εννοώ.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν