United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πήραν ξελάκκου ένα κοπάδι κριάρια μια νύχτα σκοταδερή, δίχως αστροφεγγιά και σελήνη, δέσαν στα κέρατά τους λαμπάδες αναμμένες και φρύγανα και σαλαγώντας τα σκάρισαν από τον κάμπο στον ανατολικόν ανήφορο του βουνού κατά το κάστρο απάνω, φωνάζοντας κι αυτοί και τραγουδώντας.

Ήτον ο γιδάρης του μοναστηριού, που τραγουδώντας κατέβαινε να ιδή τι να γίνωνται τα βακούφικα, πούχαν μείνει την ημέρα κείνη για χάρι του πανηγυριού με τα μικρό κοπέλλι του και με τα δυο σκυλιά.

Με το σακκούλι τους κρεμασμένο στον ώμο ο καθένας, μ' ένα κόκκινο μεταξωτό μαντήλι στο λαιμό, κρατημένοι με τα χέρια στους ώμους δυο δυο, τρεις τρεις, μισομεθυσμένοι, μισοσαστισμένοι, τραγουδώντας, φωνάζοντας, σωριάζουνταν στις βάρκες με τα μάτια περίλυπα γυρισμένα προς τη στεριά.

ΣΕΒΑΣΤ. Μόν' επήγε χαμένη. ΓΟΝΖ. Εγεννηθήκατε άνδρες τολμηρόκαρδοι· σεις θα εμετατοπίζετε το φεγγάρι από τη σφαίρα του, αν ετύχαινε για πέντε βδομάδες να μην αλλάξη. Μπαίνει ο ΑΡΙΕΛ αόρατος, τραγουδώντας με σεμνόν ήχο. ΣΕΒΑΣΤ. Βέβαια, κ' έπειτα θα εκυνηγούσαμε νυκτερίδες. ΑΝΤΩΝ. Έλα, κύριέ μου, μη θυμώνης.

Εγώ τα Τούρκικα τάμαθα μιλώντας με το Λατίφη το γείτονά μας. Κι ο Λατίφης πάλι τάμαθε τα ρωμαίικα τραγουδώντας μαζί μου. Με την αφεντειά σου να τραγουδώ, δεν ταιριάζει. Μπορούμε όμως να συντυχαίνουμε ταπομεσήμερο σα γυρίζης περπατώντας από το μεζλίσι. Έτσι θα τα μάθης μια μορφιά τα ρωμαίικα. — Καλά, λέει ο Αγάς χαδεύοντας τα γένεια του. Κ' έτσι γίνεται.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ Ω σεμνότατες Νεφέλες, σας προσκάλεσα κοντά μου κ' η ευχή εισακούσθη φανερά. Σας φοβούμαι και σας τρέμω, και, δικαίως είτε μη, νοιώθω τώρα την ανάγκη για να χέσω στη στιγμή. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πρόσεξε μην κοροϊδέψης και ποτέ σου να μην πράξης, σαν τους ποιητάς εκείνους, όπου λεν «τα εξ αμάξης». Σώπα• συντροφιά μεγάλη από της θεές εκείνες, τραγουδώντας μας προβάλλει.

Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• 380 «Είσ' ευγενής, Αντίνοε, και όμως ορθά δεν λέγεις. και ποίος ζήτησ' απ' αλλού ποτέ να προσκαλέση ξένον, αν μ' ήναι χρήσιμος εις το κοινό τεχνίτης, άνθρωπος μάντης ή ιατρός, ή ξυλουργός, ή ακόμη ο θεολάλητος αοιδός, 'που τέρπει τραγουδώντας; 385 των θνητών μόνοι αυτοίτης γης τα πέρατα καλούνται• αλλά πτωχόν, βάρος κακό, κανείς δεν θα καλέση. αλλ' ο κακοτροπώτερος συ των μνηστήρων είσαιόλους, αλλ' έξοχαεμέ, τους δούλους του Οδυσσέα. αλλ' αψηφώ σε παντελώς, αρκείεμέ να ζήσουν 390 η Πηνελόπ' η φρόνιμη και ο θεϊκός υιός της».

Παύοντας αυτές επήρεν η κυρά ένα τζιβούρι και το ελαλούσε, τραγουδώντας με μίαν φωνήν τόσον γλυκείαν και ωραίαν, που υπερέβαινε τα ίδια αηδόνια. Ο Κουλούφ ακούοντάς την αγγελικήν της φωνήν και το εύμορφον λάλημά της, δεν ημπόρεσε πλέον να υποφέρη την φλόγα του έρωτος.

Να, ένα ακαθόριστο διάχυτο φως φωτίζει τριγύρω την πεδιάδα∙ είναι ένα λευκό δαχτυλίδι επάνω από έναν μαύρο κύκλο. Είναι η αυγή. Οι τυφλοί σηκώνονται, μπλέκουν τα δάχτυλά τους, σκύβουν μπροστά του και τον αναγκάζουν να καθίσει επάνω στα χέρια τους και να βάλει τα μπράτσα του γύρω από το λαιμό τους. Έτσι τον ανασηκώνουν, τον παίρνουν μακριά, τραγουδώντας, όπως κάνουν τα παιδιά όταν παίζουν.

Πόσο τώρα ξέγνιαστα τον Έχτορα μαλάζεις, όχι όπως όταν με φωτιά μας έκαιγε τα πλοίαΈλεγε αφτά, και ζύγωνε κοντά και τον τρυπούσε. 375 Και τότες του Πηλέα ο γιος, τα όπλα σαν του πήρε, στάθηκε εκεί μες στου στρατού τη μέση και τους είπε «Τώρα όλοι ελάτεομπρός, παιδιάτη νίκη τραγουδώντας 391 σηκώστε αφτόν κι' ας σύρουμε στα βαθουλά καράβια. Μεγάλη η δόξα!