United States or Senegal ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΣΤΕΦΑΝΗΣ, ύστερα ΑΓΙΑ ΜΑΡΙΝΑ, ύστερα ΚΕΡΙΑΚΟΣ Στεφ. Μ' έδιωξαν τα παιχνίδια! Μ' έδιωξε η χαρά! Ως εδώ μ' έδιωξε, ως στης Αγιά Μαρίνας τη γειτονιά. Με φωνάζανε να μπω στην παρέα και να τους τραγουδώ! Αν είχα φωνή για τραγούδι, θα την έκανα βροντή που να τους σκορπάη κατάρες. Τακούγω, ακόμα τακούγω! Με κυνηγούνε, με κυνηγούν οι χαρές τους! Φείδια έγιναν οι χαρές τους και σφυρίζουν κατόπι μου.

Οι άνθρωποι βλέπουν το πράγμα, μα ο Θεός βλέπει της καρδιές, και μόνος αυτός είναι δίκαιος κριτής. Γι' αυτό κι' όλα ώρισε πως ότι κάθε κατηγορούμενος θα μπορούσε με μονομαχία να υποστηρίζη το δίκηο του, και γι' αυτό ο Θεός πέρνει στης μονομαχίες το μέρος του αθώου. Γι' αυτό και ο Τριστάνος ζητούσε δικαιοσύνη και μονομαχία, και γι' αυτό παραδόθηκε έτσι στο Βασιλέα Μάρκο.

Και τότε εκεί τον Πάτροκλο ο Έχτορας στον κάμπο 125 τον έσερνε, αφού τούβγαλε τα θαμπερά άρματά του, για ναν του κόψει με χαλκό την κεφαλή απ' τους ώμους και ρήξει το κορμί στης Τριάς τους σκύλους ντροπιασμένο.

Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Σκότωσ' το γυιό, που για κακό δικό σου εγεννήθη. ΚΡΕΟΥΣΑ Πώς; είνε τάχα δυνατό; αχ, τούτο πως το θέλω! Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Όπλισε τους ανθρώπους σου όπου σ' ακολουθούνε. ΚΡΕΟΥΣΑ Ώ, ναι! πηγαίνω. . . Αλλά που το πράμ' αυτό θα γίνη; Ο ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Μέσα στης ιερές σκηνές, που φίλους τραπεζώνει. ΚΡΕΟΥΣΑ Ο φόνος θάνε φανερός, κ' είν' άτολμοι οι δούλοι.

Και η άχνα όσο θολώνει τον κάμπο πιο πολύ, σιγά απαλά μου απλώνει και μέσα στην ψυχή, κι ό τι έχω ξεχασμένο στα βάθη του καιρού μου το ξυπνά θλιμμένο και ζωντανό στο νου. Κι ως να είν' το παραθύρι προς τη ζωή ανοιχτό, έχει η ψυχή μου γείρει και κλαίει κάθε σβηστό· κάθε καλό χαμένο, κάθε παλιά χαρά και κάθε μου πνιγμένο στης λήθης τα νερά.

Τελευταίος στης θυσίες, πρώτος στα όργια. ΑΓΙΟΣ ΔΗΜ. Μη μου θυμίζετε τα χρόνια τα ανόσια εκείνα της ζωής μου. Τώρα ξαναγεννήθηκα, την πανοπλία του κυρίου ντύθηκα, από την πρώτη 'μέρα που βαφτίσθηκα. ΓΑΛΕΡΙΟΣ. Τ' ακούς; Κι' έπειτα κάνε αν μπορείς υπομονή.. Είνε του λόγου του που τον προώριζα διάδοχό μου. Οι Χριστιανοί μετρούνται σε χιλιάδες. Κάθε μέρα και πληθαίνουνε.

Κι αν πάλι την κρύψω την κόλαση που μέσα μου βράζει, μα τα λιβάνια που μυρίζουν ακόμα, ταραχνιασμένο το πρόσωπο, τα σβυσμένα τα μάτια, τα χωματιασμένα τα σάβαναποιος μάγος θα μου τα κρύψη! Εσύ, μαύρη νύχτα, θα με σκεπάσης. Εσείς ανέμοι, θα μου δώστε τα φτερά σας, και σεις, σύννεφα, το σκοτάδι σας. Στο δρόμο κοντά στης Δέσπως. Συνέσ. Έχετε το νου σας, καλές μου, στη χαροκαμένη την αρχόντισσα.

Η απλή μας γλώσσα, λογιότατε, έχει αστέρευτους θησαυρούς από χάραις και νοστιμάδαις, μόνε η πρόληψη, οπού κυριεύει τον νουν εκείνων, οπού έπρεπε να ξεθάφτουν αυτά τα πλούτη, τους έκαμε να την αμελήσουν, και να την καταφρονήσουν, δίχως κανένα δίκαιο στον κόσμον. Ας την περιποιηθούν, ας της γλυκομιλήσουν σαν εδικήν τους, και τότες ακούν πόσο χαριτωμένα αποκρίνεται στης φωναίς τους.

Είμαι το δέντρο που ακολουθεί τη γραμμή της προσευχής όταν ανεβαίνει από ήσυχη ψυχή. Είμαι η λόγχη που κοκκίνησε στο αίμα της δύσης και φρουρεί το Αόρατο απ' την άρνηση και την ειρωνεία. Είμαι στης γιορτές του τοπείου το μαύρο ράσο που δεν τέλειωσεν ακόμα τη δοκιμασία του.

Ώ ναι! εις της Λητούς το γυιό μιλώ, εσένα, ——όπου κάθεσαι στης γης τη μέση και στους θρόνους τους χρυσούς, κι' αφίνης τα μαντέματα να——φθάση έως την ακοή σου η φωνή μου.