Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Μαΐου 2025
Και προσποιούμενος ότι βλέπει τον βασιλέα από πολύ κοντά, επλησίασε τον κατραμωμένον φανόν, από τον οποίον εβγήκεν αποτόμως ένα σεντόνι από μεγάλας φλόγας. Το πολύ σε ένα δευτερόλεπτον οι οκτώ ουραγγουτάγκοι εκαίοντο σκληρά μέσα εις τας κραυγάς του πλήθους, το οποίον τους παρατηρούσεν από κάτω με μεγάλην φρίκην και ανίκανον να δράμη εις βοήθειάν των.
Παρετήρησεν ο Μανώλης, ίνα ενθαρρύνη τον κιτρινίσαντα εκ του φόβου πάτερ- Γαλακτίωνα, — Του οποίου, βλουημένε, τσινάει καμμιά φορά, το ζωντόβολο, απήντησεν ο πάτερ-Γαλακτίων, προσποιούμενος αφοβίαν. Κ' εξηκολούθησε. — Τώρα, του οποίου, κάνει τα καλά του· του οποίου, βλουημένε, σαν τσινίση, τότε να ιδής. Του οποίου, πετάει τα μαδέρια της «Γαλανομμάτας» πέρα-πέρα ως να πης τρία, του οποίου . . .
Έπειτα συνοικίσας με μίαν γραίαν ετρεφόμην υπ' αυτής, προσποιούμενος ότι ήμουν ερωτευμένος με την εβδομηκοντούτιδα εκείνην γυναίκα, η οποία είχε μόνον τέσσαρα δόντια ακόμη και αυτά σφραγισμένα με χρυσόν. Αλλ' η πενία με ηνάγκαζε να υποβάλλωμαι εις την βαρείαν εκείνην εργασίαν και η πείνα συνετέλει να μου φαίνωνται γλυκύτατα τα ψυχρά φιλήματα τα οποία ελάμβανα από την νεκροφόραν εκείνην.
Τον παρετήρουν κρυφίως ημιανοίγων τα βλέφαρα. Έμενεν ακίνητος επί της κλίνης του, με τας χείρας σταυρωμένας υπό την κεφαλήν και τους οφθαλμούς ανοικτούς, προσηλωμένους εις την οροφήν. Δις ή τρις τους έστρεψε προς εμέ και μου απέτεινε ταπεινή τη φωνή τον λόγον, ερωτών εάν κοιμώμαι. Δεν απεκρίθην, προσποιούμενος ότι κοιμώμαι. Δεν είχα διάθεσιν διά συνομιλίαν.
Μίαν ημέραν από τας πολλάς, περιπατώντας εξεμάκρυνα από τας καλύβας εκείνων, και ένας γέρων από εκείνους, βλέποντάς με εκεί με εφώναξε και με εφοβέρισε διά να γυρίσω. Εγώ προσποιούμενος ότι θα γυρίσω, εκρύφθην εις ένα δάσος, και αποκεί φεύγοντας από δάσος εις δάσος επεριπάτησα δέκα ημέρας χωρίς να ιδώ άνθρωπον, τρεφόμενος εις τα δάση από τους καρπούς των φοινίκων.
Αλλ' ούτος απέρριψε την πρότασίν μου, αφ' ενός προσποιούμενος ότι ήτο πολύ βιαστικός, και αφ' ετέρου ομολογών ότι η θέα ενός τρελλού του εγέννα μίαν πραγματικήν αποστροφήν. Με παρεκάλεσεν όμως να μη θυσιάσω από λεπτότητα προς αυτόν την περιέργειάν μου και μου είπεν ότι θα εξακολουθήση σιγά-σιγά τον δρόμον του, δίδων μοι ούτω τον καιρόν να τον φθάσω ή την ιδίαν ημέραν ή και την επαύριον.
Ο Ηράκλειος έχων έμπροσθέν του όλον τον υπολειπόμενον εις τον Χοσρόην στρατόν ήθελε να τον καταστρέψη πριν επιτεθή κατά του Χοσρόου, και διά τούτο έδωκεν άλλην διεύθυνσιν εις την εκστρατείαν. Προσποιούμενος ότι έφευγεν, επορεύετο διά τόπων ανωμάλων και ορεινών, παρασύρων πάντοτε κατόπιν του τους Πέρσας.
Εσηκώθηκα, ωμιλούσα με μεγάλην φωνήν και με σχήματα βίαια, αλλ' ο θόρυβος δεν έπαυε ν' αυξάνεται. Πώς συνέβαινε να μη θέλουν να φύγουν! Διέτρεξα το παρκέ καθ' όλας τας διευθύνσεις, με βήματα αργά και πλατειά, προσποιούμενος ότι εταράχθην υπερβολικά από τας αντιλογίας αυτών των ανθρώπων. Αλλ' ο θόρυβος δεν έπαυεν από του ν' αυξάνεται.
Και εσκέπτετο ο Δημήτρης, και εσκέπτετο η Μαριώ, και εστρέφοντο με κλειστούς οφθαλμούς επί της κλίνης των, προσποιούμενος έκαστος ότι εκοιμάτο, ίνα μη αφυπνίση τον άλλον, ον υπέθετε κοιμώμενον. Τέλος εβαρύνθη ο ανήρ να κρατή κλειστά τα όμματά του. Τα ήνοιξε, και είδεν άγρυπνον παρ' αυτώ την γυναίκα του. — Δεν κοιμάσαι και συ Μαριώ; είπε.
Αλλά μίαν Κυριακήν τον συνήντησε καθ' οδόν ο Αστρονόμος, και μειδιών του είπε: — Για 'πε αλεύρι, Μανωλιό! — Αλεύρι. — Ο Τερερές σε γυρεύγει. Ο Μανώλης εκοκκίνισε. — Κ' εγώ τόνε γυρεύγω, είτε, μα φοβάται και χώνεται. — Να σου πω, είπε προσποιούμενος σοβαρότητα ο Αστρονόμος, μην το παίρνης αψήφιστα το πράμμα. Ο Τερερές είνε κακός ... — Δεν τονε φοβούμαι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν