Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025


Ώρες σε προσμένω, καρτερώ στα σπίτι μονάχος, γυρίζεις κι όταν μπορέσω μια στιγμή να σε διώ, μια στιγμή στη σκάλα να σ' αρπάξω, μήτε βλέπεις τα βάσανά μου. Ξέρω τώρα γιατί μ' αγάπησες· για να μη βασανίζουμαι, για να μη μ' αφήσης παραπονεμένο. Με λυπήθηκες· δε μ' αγάπησες. Εγώ δε θέλω μονάχα την ομορφιά σου· εγώ την ψυχή σου θέλω.

Πρέπει να τους πιάσω, για να της δείξω πως με γελά. Έτσι να γλυτώσω κι απ' αφτή την καταχνιά. Ναι! Κατάλαβα τώρα. Ησυχάζω. Ώρες καρτερώ, προσμένω να το μάθω. Και δεν έχω πάλε δίκιο; Ποιος λέει πως δεν έχω δίκιο; Τον είδα, με τα μάτια μου τον είδα. Μόλις τρεις μέρες ύστερις από κείνα που της είπα!

Άφησα το κρεββάτι αμέσως κ' έτρεξα να τον ζητήσω, να του γυρέψω συχώρεση για το φόβο μου. Δεν το ήθελα· ήμουν άμαθη στα τέτοια... Α! πώς ήθελα ν' άκουγα πάλε τη φωνή του· τη γλυκειά, την πρόσχαρη, την καλορρίζικη φωνή του. — «Έλα που σε προσμένω. ... Θα ζήσετε πλούσια». Μα δε φάνηκε, δεν ακούστηκε πια! Δε φάνηκε το είδωλο του, δεν ακούστηκε η φωνή του· δεν έλειψε όμως κι από κοντά μας.

Να σας πω την αλήθεια, είναι καιρός τώρα που προσμένω να μας βγη κανένας ποιητής, που να μελετήση κατάκαρδα τα μεσαιωνικά μας αφτά ποιήματα· νομίζω μάλιστα πως μπορούμε, και κάποτες έχουμε χρέος, όταν το φέρη η σειρά του λόγου, να παίρνουμε καμιά λέξη αρχαία, εννοώ της κλασσικής εποχής, να την κεντήσουμε πουθενά με τις άλλες, φτάνει να είναι κι ο τύπος της δημοτικός σαν τους άλλους.

Λίγο λίγο ξεφανερώνουνται όλα και ξετρυπώνουν. Γκρέμησε πια τα ντουβάρι. Κάθουμαι και προσμένω στο παλιό μας το σπίτι. Στην Πόλη εκεί κάτω. Εγώ έχω μάτια και βλέπω. Μη φοβάσαι. Τώρα είμαι ήσυχος. Δε θυμώνω. Εδώ χρειάζεται κρύο αίμα και σκέψη. Κρυφά κρυφά όλα τα παρατηρώ ένα ένακαι παίρνω και σημείωση. Θέλει το πράμα συλλογή, πομονή και πονηριά. Μη φοβάσαι.

Παράλογα κι αστόχαστα, δουλειά δεν καταφέρνεις. Λέλα, μη φοβάσαι, σου λέω. Φοβήθηκες εσύ ψέφτρα, και δε μου είπες την αλήθεια. Έτρεμες να μη σε σκοτώσω. — Άκουσες τι ταπεινά που μου μιλούσε; Ύστερα, για να το κρύψη, κάμνει πως μ' αγαπά και ρίχτει φωτιές στην αγκαλιά μου. Άναψε, κόρωσε με μιας. Εγώ έχω μάτια και βλέπω. Δε λέω γρυ· προσμένω, καρτερώ. Έτσι καμιά μέρα θα τους πιάσω.

Και σκύφτω και τα μαζώνω ένα ένα. Κι απάνω στο ένα, τη διάβασα τη λέξη «αγάπη μου». Και το γράψιμο το γνωρίζω. Κομματάκια, κομματάκια. Το ένα το κομματάκι μόνο γραμμένο, κάτασπρα καμιά δεκαριά, γιατί τα μάβρα τάρριξε στη φωτιά, μην τύχη και ταρπάξη το μάτι μου, και καταλάβω! Την προσμένω νάρθη, να διούμε τι θα μου πη. Όλεθρος και χαμός! Κομματάκια, κομματάκια. Ναι! κουρέλλια την κάμαμε τη ζωή μας·

Μάζωξε πουθενά δύο ιδέες, βάλ'τις δίπλα τη μια στην άλλη, πάρε κλωστή να τις ράψης, δείξε πως έχεις νου και κρίση, πως κάτι νοιώθεις από λογική, θα σε πουν αμέσως ζουλιάρη. Ζουλιάρης εγώ δεν είμαι. Εγώ προσέχω και προσμένω. Εγώ είμαι καλός. Μου τόταξε και προσμένω. Με πρόφαση ή δίχως πρόφαση, ό τι αιτία κι αν είναι, δεν πρέπει να τον ξαναδιή, δεν πρέπει να της γράψη, λόγο δεν πρέπει να της πη.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν