Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Καθόλου, είπε ο Μαρτίνος· δε βλέπω τι παράξενο υπάρχει σ' αυτό το πάθος. Έχω δη τόσα αλλόκοτα πράγματα, ώστε δεν υπάρχει πλέον τίποτε αλλόκοτο.

Όχι, εγώ θα ζήσω στον κόσμο, στον κόσμο θα μεγαλώσω, κι από τον κόσμο απομέσα θα τους πλερώσω τους φίλους... Σκουλαρίκι να το κρεμάσουν. ... Έκλεισα τα μάτια μου κι αποκοιμήθηκα. Και στον ύπνο μου είδα παράξενο όνειρο. Βρέθηκα σ' εκκλησιά μέσα. Λαμπάδες, ψαλμωδίες, κόσμος. Κι ως τόσο μια καταχνιά, που όσο κι αν έφεγγε, δεν έβλεπα τίποτις μακριά. Σε ποιο μέρος της εκκλησιάς βρισκόμουνα δεν ήξερα.

Κύττα την πώς έγεινε η γουστερίτσα! έλεγαν τάλλα τα κορίτσια. Απ' την κακία της κατάντησε έτσι. Θαρρεί πως αυτή είνε κι' άλλη δεν είνε. Εκείνη τη νύχτα είχε δει ένα παράξενο όνειρο. Ένα κάτασπρο περιστέρι με μια κόκκινη κορδέλλα στο λαιμόκαλή ώρα σαν τα περιστέρια της Βενετιάς που έλεγε ο πατέρας τηςήρθε κ' εκάθησε στο παράθυρό της. Και κάτι βαστούσε στη μυτίτσα του.

ΓΟΝΖ. Στην τιμή μου, Κύριε, άκουσα ένα μουρμούρισμα, ένα πολύ παράξενο μουρμούρισμα, που μ' εξύπνησε· σ' ετάραξα, Κύριε, κ' εφώναξα· ανοίγω τα μάτια, και βλέπω τα σπαθιά τους γυμνά·ακούστηκ' ένας αχός, αυτό είν' αλήθεια, είναι καλύτερα, νάχουμε τον νου μας, ή να φύγουμ' από δω· ας ξεσπαθώσουμε. ΑΛΟΝΖ. Ας έβγουμ' από τούτον τον τόπο, και ας κάμουμε και άλλες έρευνες για τον υιό μου.

Έλεγαν πως είτανε μάγος, γιατί είχε πάντοτε στην τζέπη του ένα γυαλί, μα την αλήθεια! ένα παράξενο γυαλί, χοντρό στη μέση και στις άκρες ψιλό, ξεστρογγυλωμένο με τέχνη, λαμπερό και πολυδουλεμένο. Ο μάγος με το γυαλί του προσπαθούσε να διή τους μικροπολίτες. Έβαζε το γυαλί και δος του κοίταζε όσο μπορούσε. Αχ! τι παράδοξο πράμα που ακουλούθησε τότες! Τι πρωτάκουστο ιστορικό!

ΥΠΗΡΕΤΗΣ Κύριε, ήρθε ο κύριος κόμης και κρατεί από το χέρι μια κυρία. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ω! Θεέ μου! κ' έχω ακόμη μερικές παραγγελίες! Πες τους πως θα γυρίσω αμέσως. ΥΠΗΡΕΤΗΣ Ο κύριος είπε πως θα γυρίση αμέσως. ΔΟΡΑΝΤ Πολύ καλά. ΔΟΡΙΜΕΝΗ Δεν ξαίρω, κύριε Δοράντ· αυτό που κάνω μου φαίνεται πολύ παράξενο πράγμα· νάρθω μαζί σας σ' ένα σπίτι που δε γνωρίζω κανένα.

Δε μου φαίνεται παράξενο πώς δεν είμαι αυτό το μήνα καλύτερα από τον περασμένο. Θα το πω του κυρίου Πυργγόν για να τακτοποιήση αυτήν την κατάστασιν. Έλα, σηκώστε τα αυτά από δω. Δεν ακούνε καθόλου και το κουδούνι μου δεν κτυπάει δυνατά. Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Τίποτα. Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Κουφάθηκαν. Τουανέττα! — Ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν, ντρελέν. Σαν να μη χτυπούσα καθόλου το κουδούνι.

Απεναντίας θα την θεωρή σαν μια θεά που το μυστήριό της θάναι δουλειά του να το κάνη πιο μυστικό και το μεγαλείο της θάναι προνόμιό του να παρουσιάση πιο θαυμαστό στα μάτια των ανθρώπων. Εδώ, Ερνέστε, συμβαίνει κι αυτό το παράξενο. Ο κριτικός είναι πράγματι ερμηνευτής, όχι όμως σαν εκείνον που απλώς επαναλαβαίνει σ' άλλη μορφή ένα μήνυμα που του έβαλαν στα χείλη για να το πη.

Δρόμους ξεχωριστούς πήραν οι στοχασμοί μας, μα συναπαντηθήκαν πάλι και δεμένοι σα μ' ένα παράξενο μυστικό αίστημα, που ήθελε να προκαλέση τη μοίρα, καθόμαστε πλάγι πλάγι, ενώ μπροστά μας περνούσαν οι τοποθεσίες αραδιαστές, φωτισμένες από τον ξάστερο ανοιξιάτικο ήλιο, περιβρεγμένες από τα γαλανόλαμπο νερό, που ένας αλαφρός άνεμος το έκανε να τρεμουλιάζη. Η αντίστασή μου είχε χαθεί τώρα ολότελα.

Ο δεκανέας τους δέχτηκε χαρούμενος. Ύστερα από καμιά ώρα έφτασε κι ο εισπράχτορας που γύριζε τα χωριά για εισπράξεις καβάλλα σ' ένα μουλάρι μαζί με τα εντάλματα του δημόσιου στο σακκούλι. Παράξενο εκείνη τη μέρα όλοι οι χρεοφειλέτες έλυσαν τα κομποδέματά τους, έβγαλαν απ' το σελάχι τους και πλήρωσαν το δημόσιο. Μονάχα ένας δεν είχε να πληρώση.

Λέξη Της Ημέρας

αύξαναν

Άλλοι Ψάχνουν