Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025
Και το πιο παράξενο απ' όλα! Δεν έπλαθα μόνος εγώ τέτοια όνειρα. Το πέρασμα της τελευταίας αρρώστειας της γυναίκας μου, σα να μην είτανε μόνο ένα ξαναγύρισμα της σωματικής υγείας της, τον καιρό αυτό δοκιμάσαμε κάτι, που έδειξε πως θα διόρθωνε όλα τα περασμένα. Η γυναίκα μου άρχισε να παίρνη μέρος σ' όλα τα όνειρά μου, άρχισε να ποθή να ζήση μαζί μου.
Κουρασμένος, έβλεπε σαν ξένα τα δέντρα και την αυλή και το σωρό των παιδιών, που στεκόντανε στον ήλιο· κι όλη την ώρα το βλέμμα του είτανε τόσο παράξενο, σα να συλλογιζότανε γιατί όλα αυτά δεν είταν τόσο ωραία, όπως άλλοτε.
Το πιο παράξενό του όμως είναι που όσο και να γεννοβολούσε μεγάλες ιδέες, δε φάνηκε νάβγαλε καμιά πέρα ατός του, παρά έβρισκε πάντα άλλον άνθρωπο άξιο να του τη βγάλη πέρα.
Μα κ' αν ορθός πετιέται Και βλέπει προς την Κλείσοβα, ό,τι από 'κεί 'γροικέται Κανένα δεν του φαίνεται παράξενο και θιάμα,
Ίσως έπρεπε να τονέ χωρίσουμε σε τρία και να του βάλουμε κ' ένα μέρος Ασιατικό. Τι παράξενο όμως· η πατρίδα του, οι γονιοί του, η αναθροφή του στην Αυλή του Διοκλητιανού, κατακεί τονέ γύριζαν όλα. Δεν είταν και τέτοιος ο Χριστιανισμός του που να τις μετριάζη τις Ασιατικές του συνήθειες.
Και στα ξεφωνητά μέσα ακούονταν και μερικές κατάρες για τη νύφη της, που εστάθη αιτία του σκοτωμού του, γιατί ο ναύτης είχε γυναίκα και παιδί, αγόρι οχτώ εννιά χρονών. Και, πράμμα παράξενο, δεν ήταν εκεί, την ώρα που έγεινε το κακό, ούτε η γυναίκα του, ούτε το παιδί του· ξένες γυναίκες εθρηνούσαν και από τους δικούς του η αδερφή του μονάχη.
Μισοκαίριασα, μάννα μ'! Της απολογήθηκε ο Γιάννης. Της φάνηκε παράξενο της κάκως της Μήτραινας η κουβέντα του Γιάννη της, γιατί της φαίνονταν, ότι δεν είχαν περάση παρά λίγα χρόνια, τρία ή τέσσαρα μοναχά, αφόντας τον ξεκίνησε, ολωσδιόλου αμούστακο, για τα Ξένα. Παράξενο της φαίνονταν, που τον έβλεπε και μουστακωμένον ακόμα.
Άξαφνα, μέσα στη φριχτή κατάστασι του ταραγμένου μυαλού του μία ιδέα μαύρη του επέρασε, μία ιδέα σκοτεινή, η οποία όμως — πράμμα παράξενο — του έφερε αταραξία . . . Και του ήρθανε κάτι συλλογισμοί που δε μπορούσε να τους διώξη· — χωρίς να κάμω κακό, χωρίς να θέλω να βλάψω, να πειράξω κανεί, με κυνηγούνε σαν σκυλί ψωριάρικο, είπε με πικρία.
— Έγνοια σου, θυγατέρα μου, έγνοια σου, Μαργή μου, της είπε πραϋντικώς η χήρα, κεγώ θα μιλήσω του κυρού του. Άκου τον κουζούλακα πράμματα που τα κάνει! Αφού δ' εσκέφθη ολίγον είπε πάλιν ως να εμονολόγει: — Μα εχαλάσαν τα με τσοι Θωμαδιανούς; ... Παράξενο πράμμα! Να σου πω, μωρή παιδί μου, καλός νέος είνε, κιάν είνε αλήθεια και τα 'χάλασε με τη Θωμαδοπούλα ...
— Τι συλλογίζεσαι; τω είπεν ο Τρανταχτής. — Τίποτε. — Πώς σου φαίνεται αυτό το κλειδί; Δεν είνε παράξενο; — Τι παράξενο; είπεν ο Σκούντας υποκρινόμενος άγνοιαν. — Πρώτον, διατί να μου το παραγγείλη, εις εμένα, να της το κάμω; — Αφού είνε γνώριμη, υπέλαβε μετ' επιπλάστου αφελείας ο Σκούντας. — Και από πότε εις το μοναστήριον έχουν ανάγκην των γνωρίμων του διά να προμηθευθώσι κλειδιά;
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν