United States or Madagascar ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι δε γυναίκες μας παρέλαβον και μας ωδήγησαν εκάστη εις την κατοικίαν της διά να μας ξενίσουν. Αλλ' εγώ ο οποίος έμεινα ολίγον οπίσωδιότι υπώπτευα δυσάρεσταπαρετήρησα γύρω μετά προσοχής και είδα πολλά οστά και κρανία ανθρώπων σκορπισμένα. Δεν έκρινα όμως φρόνιμον να φωνάξω τους συντρόφους και να τρέξουν εις τα όπλα.

την άγνοιαν μη μ' αφήσης να πνίγωμαι, αλλ' ειπέ, διατί τ' αγιασμένα κόκκαλά σου, οπού τα 'χαν νεκροσυγυρίση, τα σάβανά των έσπασαν; Διατί το μνήμα, 'πού σ' είδαμε κλεισμένοντην ανάπαυσίν σου, τ' ασάλευτ' άνοιξε σαγόνια του μαρμάρου να σ' απολύση οπίσω; Τι σημαίνει τούτο, ότι συ, λείψανο, πατόκορφα ωπλισμένος, πάλι έρχεσαι να ιδής τα φέγγη της σελήνης, την νύκτα ν' ασχημίζης, ώστ' εμείς, της φύσεως τα εμπαίγματα , τόσο φρικτά να κλονισθούμε με στοχασμούς οπού δεν φθάνει ο νους του ανθρώπου; Ειπέ διατί γίνεται αυτό; Προς τι; Τι πρέπει να πράξωμεν εμείς;

Οι πλησιέστατοι συγγενείς φυλάττουσι την στήλην επί έν έτος εις την οικίαν των, προσφέροντες εις αυτήν απαρχάς όλων των πραγμάτων και κάμνοντες θυσίας· μετά δε ταύτα μεταφέρουσιν αυτήν εις τους τάφους της πόλεως. Θεωρήσαντες όλα ταύτα οι κατάσκοποι, ανεχώρησαν οπίσω.

Ενώ δε η λύρα έκρουε τας γοργοροτέρας στροφάς του πηδηκτού, ο Μανώλης ανεπήδα εις ύψος μέγα. Και ενώ ήτο μετέωρος, εκτύπα με την παλάμην, οτέ μεν την μίαν, οτέ δε την άλλην του κνήμην. Έπειτα ελύγιζε προς τα οπίσω το σώμα ή κάμπτων τα γόνατα και χαμηλώνων μέχρι του εδάφους ανεπήδα έπειτα με θαυμαστήν ελαστικότητα. Και άλλοτε μεν εξέπεμπε στεναγμούς, άλλοτε δε ουρλιαστικάς επιφωνήσεις ενθουσιασμού.

Άμα επάτει τις εις το λιθόστρωτον, αφού άφηνεν οπίσω του το μαγαζί του Καψοσπύρου, το σπίτι του Καφτάνη και το παληόσπιτον του γέρο- Παγούρη με την τοιχογυρισμένην αυλήν, ευρίσκετο απέναντι εις το σπίτι του Χατζή-Παντελή, με τον αυλόγυρον σύρριζα εις τον βράχον.

Ο Απόστολος έμεινε πρηνής επί της οδού με το πρόσωπον εις την σκόνην, χωρίς να κινήται, χωρίς να προφέρη λέξιν. Ο Ναζάριος εσκέπτετο ήδη ότι ο Απόστολος είχε χάσει τας αισθήσεις του ή ότι είχεν αποθάνει. Αλλ' εκείνος ηγέρθη τέλος, ανέλαβεν εις τας τρεμούσας χείρας του την ράβδον του την οδοιπορικήν και χωρίς να ομιλήση εστράφη οπίσω και προσέβλεψε τους επτά λόφους της κοσμοκρατείρας.

Και ο συνετός Τηλέμαχος• Ατρείδη βασιλέα, Μενέλαε διόθρεπτε, 'ς τα γονικά μου τώρα ήδη να υπάγω βούλομαι, ότι δεν έχ' οπίσω αφήσει της ουσίας μου κανέναν επιστάτη• μη χαθώ εγώ, κει 'που ζητώ τον θείον μου πατέρα, 90 ή μου χαθή πολύτιμο κειμήλιο από το σπίτι».

Αμ γιατί; παρακαλώ, Ρώτησα, και γέλασα, Κουτζόγλωσον με θέλεις, Και μου το παραγγέλεις; Ή γιατί περιγελώ, Τα πολύ παράξενα, Τα λέγω παρρησία Μ' ελευτεροστομία. Φανερά κατηγορώ Όπιον με αδίκησε, Και τα παράπονά μου Δεν κρύβω στην καρδιά μου. Μην επάντεχες θαρρώ, Πως γιατί φλυάρησες Και οπίσω μου κι' ομπρός μου Εγίνηκες οχτρός μου, Και θα σε ξεδικηθώ; Μη, μη το φαντάζεσαι.

Ηξεύρετε, φίλοι μου, εξηκολούθησεν ο ιερεύς, τι εσκεπτόμην τώρα και τι συχνάκις σκέπτομαι; Εσκεπτόμην πόσον η αμάθεια μας ζημιώνει, πόσα δεινά ηθέλομεν αποφεύγει ή μετριάζει, εάν εγνωρίζαμεν πλειότερα πράγματα. Αλλά ποίος να μας τα διδάξη; Η αλήθεια είναι ότι καλλιτερεύομεν βαθμηδόν και ολίγον κατ' ολίγον· αλλ' είμεθα ακόμη πολύ οπίσω.

Και με το ανάστημα ευθυτενές, με το πρόσωπον προς τα οπίσω, με τους γρόνθους σφιγμένους πιστεύων ότι οι λόγοι είχον αποτελεσματικήν δύναμιν τον ανεθεμάτισε. Ο Αντίπας τον ήκουσε, χωρίς να φανή ότι εσκανδαλίσθη. Και ο Σαμαρίτης είπε πάλιν. — Έρχεται στιγμή που σαλεύει, που θέλει να φύγη. Ελπίζει πως θα σωθή.