United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αι άλλαι όμως αι μαλθακώτεραι μούσαι εχάλασαν αυτήν την παντοτινήν κατάστασιν, και τμηματικώς άλλοτε μεν λέγουν ότι έν είναι το παν και αγαπητόν εις την Αφροδίτην, άλλοτε δε ότι είναι πολλά και πολεμούν μεταξύ των ένεκα φιλονικίας. Θεαίτητος. Ποίον; Ξένος. Ότι πάρα πολύ μας επεριφρόνησαν ημάς τον απλόν λαόν. Διότι διόλου δεν τους μέλει, αν παρακολουθούμεν τους λόγους των, ή μένωμεν οπίσω.

Μόνον εκ των νώτων ήτον αόρατος, αλλ' όχι κατά πρόσωπον. Άμα οι τρεις κλέφται έφθανον πέραν του πεύκου, θα την έβλεπον ως καρφωμένην εκεί. Οι τρεις άνδρες έτρεξαν, το επροσπέρασαν, κ' εξηκολούθησαν να τρέχουν. Οι δύο εξ αυτών ουδ' εστράφησαν οπίσω να ιδούν. Εφαντάζοντο ότι η «τσούπα» έτρεχεν εμπρός.

Αλλ' η κίνησις αύτη έκαμε να πέση εις τα οπίσω η κουκούλα, ήτις εκάλυπτε την κεφαλήν του, και όλον το φως έπεσεν επί του προσώπου του. Ο Γλαύκος, όστις εκάθητο εκεί πλησίον, ιδών την μορφήν του Χίλωνος, ανεπήδησεν από το κάθισμά του και εστάθη έμπροσθεν αυτού. — Δεν με αναγνωρίζεις, Κήφισσε; ηρώτησεν. Η φωνή του είχε τι τόσω το τρομερόν, ώστε ρίγος διέτρεξεν όλους τους παρεστώτας . . .

Αλλ' επειδή πολλοί εναντιώθησαν, λέγοντες ότι δεν ήτον φρονήσεως έργον να επιπέσωσιν εις ωχυρωμένον στρατόπεδον, αντεπρόβαλε να εκλεχθώσιν οι ανδρειότεροι και τολμηρότεροι, διά να πλησιάσωσι καν εις το στρατόπεδον του εχθρού, να τουφεκίσωσιν από πλησίον και να κάμωσι κάποιον αντιπερισπασμόν, οι δε λοιποί να σταθώσιν οπίσω διά να υποστηρίξωσι τους πρώτους, αν συμβή να κινδυνεύσωσιν.

Ήτο ανάγκη να εκθέση οπωσούν εις τα όμματα και τα στόματα του κόσμου, ώστε ν' αποφασίση οψέποτε αύτη να εγκαταλίψη τον άκαρπον μνηστήρα, όστις εμπορεύετο εις την Αίγυπτον καιρούς και χρόνια, και είχε ρίξει «πέτραν οπίσω του», όπως έλεγεν η γρηά το Γηρακώ, η Μανιά, και είχε γείνει αγυρισά τουφωτιά π' τον ε! — και δεν της έστελλε «γράμμα μήτ' απηλογιά». Την άλλην ημέραν, ήρκει να έλεγεν η κόρη το Ναι, αυτός θα την εστεφανώνετο «αποκάτω απ' τα στέφανα των Προφητών, καταμεσής στον ναόν του Χριστού, εν πομπή και παρατάξει».

Εγώ δε θα ηυχόμην να γνωρίζω τα κοινά ταύτα. Τόσον μένω οπίσω. Και ταύτα δε, τα οποία λέγω, είναι απηχήσεις του σοφού Προδίκου, άλλα μεν αγορασμένα αντί δύο δραχμών, άλλα δε αντί τεσσάρων.

Δεν επέρασε πολλή ώρα που εσυνομιλούσαν, και ο Καλίφης βλέπει να εμπαίνουν δώδεκα νέοι βαστώντες εις τας χείρας ποτήρια από αγάθην, εγκεκοσμημένα με λίθους πολυτίμους, γεμάτα από διάφορα εκλεκτά σερμπέτια· οπίσω από αυτούς ήρχονταν δώδεκα ωραιότατες σκλάβες βαστάζοντάς μεγαλώτατες απλάδες φαρφουρένιες γεμάτες από εξαίρετα γλυκίσματα και ζαχαρικά.

Το ονάριον επάτει ως επάνω εις βαμβάκια στρωμένα, έτρεχεν, έτρεχε κι' ο παπάς καβάλλα . . . Έτρεχε κ' η συντέκνισσα απ' οπίσω απ' την ουράν, γνωρίζουσα με ελαφρά τινα επιφωνήματα και με μίαν βέργαν την οποίαν εκράτει, να κάμνη το υποζύγιον να τρέχη. Έτριζε το χιόνι υπό τα βήματα. Επήγαν από τον κάτω δρόμον, το ρέμμα-ρέμμα, όπου δεν είχε πιάσει πολύ το χιόνι.

Τι έχασε να το εύρη αυτή εις την χαράν εκείνην της εορτής; Πώς να υπάγη και να μη βλέπη τον υιόν της, τον οποίον τώρα θα εκαμάρωνε γαμβρόν περιζήτητον; Ελιποθύμησεν οπίσω από μίαν κομαριάν, ότε διέπραξε το αλησμόνητον σφάλμα να μεταβή.

Είθε να έρριχνεν οπίσω της το κακόν εκείνη που εγέννησεν άλλοτε τον Πάριν πριν κατοικήση τας υπωρείας της Ίδης, όταν εφώναζεν η Κασσάνδρα, καθισμένη κοντά εις την προφητικήν δάφνην, ότι έπρεπε να φονευθή, διότι έμελλε να γεννήση την δυστυχίαν της μεγάλης πόλεως του Πριάμου. Προς ποίον δεν ήλθε; Ποίον από τους δημογέροντας δεν παρεκάλεσε να φονεύση το βρέφος;