United States or Egypt ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ω! ποτέ δεν εμίσησα τους Τούρκους όσον κατ' εκείνην την στιγμήν! Επήδησα εντός της λέμβου πριν ή δυνηθή ο πλοίαρχος να μ' εμποδίση. Οι ναύται εκωπηλάτουν βιαίως. Υπήγομεν οπίσω. Εσιωπώμεν προσέχοντες μη ακούσωμεν την φωνήν της. Εκράζομεν δυνατά διά ν' ακουσθώμεν. Τίποτε! Εβλέπομεν εις το σκότος μη διακρίνωμεν μορφήν τινα επί των κυμάτων. Τίποτε! Τίποτε!

Πόσοι τέλος, βιώσαντες εν τη μακαρία ραστώνη του Δ ε ν π ε ι ρ ά ζ ε ι, επροχώρησαν πάντοτε και έφθασαν οπού έφθασαν, ακούοντες οπίσω των την διαρκή ενθάρρυνσιν του Δ ε ν β α ρ η έ σ α ι!

Διά τούτο εν τη ανακλάσει του φωτός καλύτερον είναι να υπολαμβάνωμεν ουχί ότι η οπτική εικών εξερχόμενη εκ του οφθαλμού ανακλάται οπίσω εις αυτόν, αλλά ότι ο αήρ πάσχει υπό του σχήματος και του χρώματος εφ' όσον διατηρεί την ενότητα αυτού , είναι δε είς επί λείας επιφανείας. Διά τούτο πάλιν ο αήρ κινεί την όψιν ως εάν το επί του κηρού χαραττόμενον σημείον διεδίδετο μέχρι του άκρου του κηρού .

Δεν είχε δε απομακρυνθή πολύ ότε είδεν ερχόμενον εξ αντιθέτου ένα Τουρκαλβανόν χωροφύλακα. Εστράφη διά να φύγη προς τα οπίσω, αλλ' είδε και άλλον ερχόμενον εκείθεν. Ο τελευταίος του εφώναξε: — Στάσου, ωρέ Πατούχα! Ο Μανώλης εστάθη, διότι έβλεπε ότι δεν είχε διέξοδον, οι δε ζαπτιέδες πλησιάσαντες τον συνέλαβαν από τους βραχίονας. — Είντα θέτε από μένα; ηρώτησεν ο Μανώλης. — Θα το μαθαίνης κάτω.

Πολλάκις δε, όταν η σαρξ εις το σώμα χωρίζηται, ο αήρ, ο οποίος γεννάται εντός και αδυνατεί να εύρη έξοδον, προ- ξενεί τους αυτούς πόνους, τους οποίους γεννώσι και τα εξωτερικά αίτια, πόνους, οίτινες είναι μέγιστοι, οσάκις ο αήρ, περικυκλώνων τα νεύρα και τας παρακειμένας μικράς φλέβας και εξογκώνων τους μυς των ώμων και τα σχετικά νεύρα, παράγη μίαν τάσιν προς τα οπίσω.

Αφού τέλος εμοιράσθησαν τα κόλλυβα, τα οποία ήσαν πολύ εύμορφα στολισμένα με σταφίδας, κουφέτα, βαράκια ολόχρυσα και φύλλα ευώδη, ο παπα-Ιερεμίας είπε τον επίλογον με την ξηράν πάντοτε και στεγνήν φωνήν του: — Τα αναθήματα, τιμαλφή ταξίματα και τα βακούφικα, ήτοι κτήματα αφιερωθέντα άπαξ εις τον Θεόν, επ' ουδενί λόγω αναλαμβάνονται πλέον οπίσω.

Σε συγχαίρω, απεκρίθην μετά τινος ζηλείας· τας λέγουν ωραίας. — Δυστυχώς δεν τας βλέπομεν, διότι είνε κρυμμέναι απ' οπίσω από χρυσόν κιγκλίδωμα ως αι ιδικαί σας κυρίαι εις τας εκκλησίας της Σύρας. Ακούομεν μόνον τα γέλοια και τα χειροκροτήματά των. — Και τι παίζετε; Οπερέτας του Οφεμπάκ; — Κάποτε και κωμωδίας. — Τίνος; Του Δουμά, του Παγερών; — Όχι· του Σουλτάνου.

Κείντά νε, μα, ο Ισδραέλης; ηρώτησεν ο Μανώλης, ο οποίος ήρχιζε να τον φαντάζεται κάπως όμοιον με τον Θωμάν. — Ο άγγελος των Τουρκώ, απού παίρνει τσι ψυχές. Για 'δέτε, για 'δέτε πως φεύγει ο ιμάμης τρεχαπετάμενος. Κιουδέ γυρίζει να 'δη οπίσω απού το φόβο του. Ο Μανώλης παρετήρει προς τον τάφον, περιμένων να ίδη τον φοβερόν Ισδραέλην κατερχόμενον.

Αλλά και έτσι δέχομαι, οπίσω να την δώσω. Ότ' ο λαός θέλω να ζη, και όχι ν' απαιθάνη. Αλλ' όμως ετοιμάστε με πάραυτα δώρον άλλο· Μητους Αργείους μεταξύ μονάχος απομείνω Αφιλοδώρητος εγώ· ότ' επειδή δεν πρέπει. Το βλέπετ' όλοι πως αλλού το δώρον μου πηγαίνει·

Πολλάκις εσταμάτησα καθ' οδόν και εστράφην προς τα οπίσω, ίνα θαυμάσω το αμίμητον εκείνο πανόραμα, πάντοτε δε, οσάκις εστάθην, εσυλλογίσθην σε την ξενιτευμένην, και επόθησα να σε είχα την στιγμήν εκείνην πλησίον μου.