Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


τους όχτους, 'ς τα ριζά, κοπάδια ασπρολογάνε Και φαίνονται βοσκοί, καιτώμορφο κεντίδι Φλογέρες λες κι' ακούς, λες και γροικάς τραγούδια, Βελάσματα βραχνά και ηχούς από τρουκάνια. 'Σ τα πόδια του βουνού κεντάει γαλάζια λίμνη Με καλαμιές χρυσές. Ένας ψαράςτην άκρη Πεζόβολον κρατεί και δόλωμα ετοιμάζει. Κάμπον πλατύν πλατύν με σμαραγδένιο νήμα Ολόγυρα κεντάει.

Ολόγυρα το νερό διάφανο, ακίνητο σαν γυάλα το έσκεπε και το έλουζε τροφός μαζί και ταίρι, πνοή του και κλίνη του. Και κάτω από το μαρμαρένιο βάθρο σκοτεινή έχασκεν η άβυσσος, κρύα και άπατη σαν κάποιος κύκλος μαγικός αλύτων μυστηρίων και σιγής ατάραχης. Εύρα το δέντρο στον ύπνο του. Μα και στον ξύπνο να το εύρισκα ίδιο έκανε. Αν ήταν ν' αρπάξω ένα κλαδί και να εβγώ απάνω, καλά.

Η ώρα αυτή, το βασίλεμα, αυτά τα φθινοπωρινά δειλινά είναι μελαγχολικά. Πάμε στην πλατεία. Αύριο το πρωί θα σηκωθούμε την αυγή να ιδούμε την ανατολή. Δεν είπαμε; Θα πάμε τότε στο βραχάκι σου. ΔΩΡΑ — Α! ναι. Το βρέχει ολόγυρα η θάλασσα. Πρέπει να πάμε, χωρίς άλλο. ΦΛΕΡΗΣΌπου θέλεις, παιδί μου. Ό,τι θέλεις. Η ζωή μου είναι δική σου τώρα. Έλα όμως. Έλα. Πάμε κάτω. Εδώ μέσα είναι πληκτικά.

Της είχε τάξει η Λιόλια τόνομα του παιδιού της, της είχε τάξει κ’ ένα κεράκι κάθε μέρα για τη ζωή του-και τώρα της πήγαινε το ίδιο τα παιδί της, της ψυχής της όλο το κερί: λαμπάδα να την εξιλεώση, για να ησυχάση, για να πάρη τον ήσκιο της από πάνω τους. . . Χρυσογάλαζο ήτον το προμεσήμερο του Νοεμβρίου-ακόμα βαστούσε το καλοκαιράκι τ’ Άι-Δημητρίου: ο αέρας ήτον αλαφρός και με χυμένη μέσα του μια γλύκα μαλακή σαν κουρασμένη αλάλητη-όπως είναι το γέλοιο σε θλιμμένα χείλη-που τέτοια δεν την έχει η άνοιξη. . . Έκλαιγε η Λιόλια εκεί που πήγαινε πίσω απ’ το δίσκο, μα τα δάκρυα πάνω στο πρόσωπό της έλαμπαν ίδια δροσοσταλίδες σε τριανταφυλλένια ανθόφυλλα. . . Οι άντρες μιλούσανε με το Νίκο κι αναμεταξύ τους ζωηρά και μόνο που δε γελούσαν. . . Όταν έβαλαν την Κερένια Κούκλα μες το χώμα, στα πόδια του τάφου της Βεργινίας, ο μαύρος ο σταυρός που τον είχανε δη καθώς έρχονταν από μακριά να τους κυττάζη με ματιάν ασάλευτη άγρια κι απελπισμένα, σα να μαλάκωσε στις κόψες των γραμμών του, σα να γλύκανε λιγάκι η φρίκη του : ο ήλιος έπεφτε τώρα επάνω του και τόσο γυάλιζε η μαυρίλα του που δε φαινόταν πια μαύρος· το φρεσκοσκαμμένο χώμα μύριζε όπως όταν τσαπίζουν ταμπέλια· τα κίτρινα αγριολούλουδα στη ρίζα του σταυρού άνθιζαν ήρεμα και χρυσίζανε σαν άστρα. . . Σα να ευχαριστήθηκε η νεκρή μέσα στον τάφο της, σα να χαμογέλασε ο ήσκιος της και το χαμόγελο αυτό να περιχύθηκε ολόγυρα. . . Στο γυρισμό ήταν όλοι ακόμα πιο χαρούμενοι.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν