Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 5 Μαΐου 2025
Ούτε την νύκτα λοιπόν δε μπορώ να γλυτώσω εξ αιτίας σου από την αναθεματισμένη τη φτώχεια; Αν κρίνω από τη μεγάλη ησυχία που είνε έξω και από το κρύο που δεν άρχισε ακόμη, όπως συμβαίνει κατά τις πρωινές ώρες, να με παγόνη — αυτό σαν τον καλλίτερο ωροδείκτη με ειδοποιεί ότι πλησιάζει να ξημερώση — δεν είνε ακόμη μεσάνυχτα, και όμως αυτός ο ξενύχτης, ως να τον έχουν βάλη να φυλάττη το χρυσούν δέρας, ήρχισε από νωρίς να κράζη.
Έλα να σου πούμε για το καράβι. Πάει 'ς τη χώρα. — Ποιο καράβι; εξήλθεν αποτόμως από του ναού και φωνάζουσα ανησύχως η γραία. — Τι; Δεν το είδες; — Ποιο καράβι; Μη με γελάτε τέτοια μέρα! — Έτσι να ιδούμε καλό, είπεν έπειτα ο Κουτσογεώγης. Κάτσε να φάμε τώρα. — Ποιο καράβι; Επανελάμβανε πάλιν η γραία. — Νά, πέρασε νωρίς ένα καράβι. Εθάρρει πως είνε αυτό το χωριό.
Προκειμένου περί διάνομής των λαφύρων, ιδού πώς έλυσε το ζήτημα· — Βρε παιδιά, είπε, να φορτώσουμε τώρα τα πράγματα όπως είνε, μοιρασμένα κι' αμοίραστα, για να τα κουβαλήσουμε «όσο είνε νωρίς», — ήτον μία μετά τα μεσάνυχτα — κ' ύστερα κάνουμε καλά, όταν θα τα ξεμπαρκάρουμε. Ο λύκος απ' τα μετρημένα τρώει.
Τo φεγγάρι ήτονε βγαλμένο νωρίς: ήτον πανσέληνος εκείνην τη βραδιά. . . Ο Νίκος έδωσε της Βεργινίας το σκονάκι για τον ύπνο, που έκανε δυο-τρεις ώρες ως να ενεργήση.
Κ' έφερνε κρυμένα κάτω από το φόρεμά της τα σημάδια της εγχείρησης και δεν της λείψανε ποτέ οι πόνοι, μόνο τους λησμονούσε βιάζοντας τον εαυτό της, για να δίνη τη χαρά της ζωής σε κείνους που αγαπούσε, στα παιδιά της και σε με. Θυμούμαι όμως πόσο νωρίς είδα εκείνο το κάτι, που για να λησμονηθή έγινε όλη η συζυγική ζωή μας μια πάλη ατέλειωτη.
Και, αγαπητέ μου! μήπως μέσα μου ο πόθος μου προς απαλλαγήν καταστάσεως δεν είναι μία ανήσυχη ορμή που θα με καταδιώκη παντού; 28 Αυγούστου. Αλήθεια, αν η αρρώστεια μου μπορούσε να γιατρευτή, οι άνθρωποι αυτοί θα με γιάτρευαν. Σήμερα είναι η μέρα των γενθλίων μου· και πολύ νωρίς έλαβα ένα δεματάκι από τον Αλβέρτο.
Οι άλλοι πρότειναν να παν μαζί του, και βγήκαν στην θάλασσα το απόγευμα, μια και η νύχτα είναι η καλλίτερη ώρα για ψάρεμα. Όλη την νύχτα πάσχιζαν μάταια. Νωρίς την αυγή, στο ομιχλώδες λυκόφως, στην ακτή, είδαν την φιγούρα κάποιου που δεν αναγνώρισαν.
Εκείνος έκανε νόημα πως ναι, έπειτα σκέπασε το κεφάλι με το χράμι και εκεί κάτω του φαινόταν πως ήταν κιόλας νεκρός, αλλά, παρόλα αυτά, χαρούμενος για την καλή τύχη των κυράδων του. Και η Νοέμι σηκώθηκε νωρίς.
Νέα κι αφοσιωμένη μου είχε ρθει, μα σε όλη την ευτυχία, που έλαμπε γύρω της κ' έκανε αλαφρό το πάτημά της, είτανε μια μελαγχολία, που είτανε τόσο μεγαλήτερη όσο σώπαινε τόσον καιρό. Νόμιζα πως θυμόμουνα τώρα πως από νωρίς ακόμα η ύπαρξή της όλη στεκότανε σ' ένα επίπεδο διαφορετικό από το επίπεδο των άλλων.
Εξεκαθάρισα τέλος πάντων οκτώ χιλιάδες δραχμάς, επαράλαβα τους τριάντα σιδηροδρόμους που μ' έκαμεν ο βουλευτής ν' αγοράσω για το τέλος τον μηνός, και την άλλη μέρα εφόρτωσα από νωρίς εις το βαπόρι τη γυναίκα και να επτά παιδιά—τα γυόμελα είχαν πεθάνει μικρά και έπειτα εβγήκα πάλιν έξω να ξεκαθαρίσω ένα τελευταίο λογαριασμό που'μ' απόμενε στη Σύρα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν