Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 22 Μαΐου 2025
Αχ, διατί να μην ήμουν συνταγματάρχης εις την Ελλάδα, να με κηρύξουν στάσιμον; Και εις τον ιλιγγιώδη εκείνον δρόμον διακρίνω συγκεχυμένα, ως εν ονείρω, ανθρώπους λευκούς, μαύρους, κιτρίνους, ερυθροδέρμους, Κινέζους με κοτσίδαν σειομένην εις τον αέρα, αραπάδες με κουδούνια εις τ' αυτιά και την μύτην, των οποίων το κάτω χείλος σαρόνει το έδαφος, Ινδούς επί αγρίων ίππων, επί κεφαλής των οποίων τρέχει ο Μπούφαλο Μπιλ έφιππος, κραδαίνων δόρυ, πέντε ή έξ σιδηροδρόμους, οι οποίοι σφυρίζουν με όλην την δύναμιν του ατμού των, σύνταγμα αμαζόνων, επισειουσών παράδοξα όπλα, τα οποία οι Έλληνες κατατάσσομεν εις τα σαλατικά, ποδήλατα, φωνογράφους, σπίτια από πεπιεσμένον χάρτην, κινηματογράφους, ηλεκτροσκόπια, προβολείς ηλεκτρικούς!
Μεταξύ των ήτο μία όρνιθα με άσπρα πτερά και κοντά ποδάρια, η οποία έκαμνε πάντοτε τα αυγά της με όλην την τάξιν και ήτο πολύ καθώς πρέπει όρνιθα. Όταν επήδησε και αυτή εις έν ξύλον διά να κοιτάση, εξύσθη με την μύτην της και της έπεσεν έν μικρόν πτερόν. — Πάγει και αυτό, είπεν. Όσον μαδούν τα πτερά μου τόσον ευμορφαίνω. Αυτά τα είπε χωρατά, διότι ήτο πολύ αστεία, αν και πολύ καθώς πρέπει όρνιθα.
Μετά διαμονήν μηνών τινων εις την πόλιν πλησίον ενός θείου της, επανήλθε με νέα δικαιώματα να υπερηφανεύεται και να περιφρονή χωριάτισσες και χωριάτες, από τους οποίους δεν την εχώριζον τώρα μόνον φυσικά, αλλά και επίκτητα χαρίσματα. Από την χώραν το Μαρούλι επέστρεψε με νέα ενδύματα, νέους τρόπους, νέαν γλώσσαν, νέον όνομα και νέαν μύτην.
Ετούτος με όλον που έμεινε τυφλός δεν άφησε το κυνήγι του, και ετελείωσε που να φάγη την καρδίαν του Ροκ ο οποίος συναθροίζοντας εις τον θάνατόν του τες επίλοιπές του δύναμες, τον εκτύπησεν εις το κεφάλι με την μύτην του, και αμφότεροι έπεσαν αποθαμμένοι εις την θάλασσαν, ολίγον τι μακράν από ημάς.
Αυτές οι σκλάβες νομίζοντας ότι κοιμούμαι και δεν καταλαμβάνω την αράπικην γλώσσαν, έλεγον αναμεταξύ των αράπικα σιγανά, ότι η γυναίκα μου η βασίλισσα μού έκαμε μέγα άδικον να μη με αγαπά και να έχει άλλον αγαπητικόν· και κάθε νύκτα με αποκοιμούσεν εις ένα βαθύτατον ύπνον, διότι μου έβαζε το υπνοβότανον εις το αυτί· όταν της εφαίνετο πως εκοιμώμουν, εσηκώνετο από το κρεββάτι και επήγαινεν εις τον αγαπητικόν της, και προς την αυγήν πάλιν εγύριζε· και τότε βγάζοντάς μου το υπνοβότανον μου έβαζεν ένα βότανον μυριστικόν εις την μύτην και με την μυρωδιάν εκείνου με ξυπνούσεν.
Είμαι δειλός; Αχρείον ποιος με λέγει; Ποίος το καύκαλο μου σχίζει; Ποιος την γενεάδα μου ανασπά και την πετά 'ς το πρόσωπόν μου; Ποίος την μύτην μου τραβά; τον λόγον ποίος μου ψεύει 'ς τον λαιμόν ως τα λαγόνια κάτω; Ποιος μου τα κάμνει αυτά; Και όμως, θαρρώ, μου πρέπουν· καθώς το περιστέρι, εγώ χολήν δεν έχω, πίκραν 'ς την αδικιά, 'πού μ' έπνιξε, να χύση, αλλέως ήδη με του ανδράποδου τα σπλάχνα όλα τα όρνεα τ' ουρανού θα 'χα παχύνη.
Δεν υπεχώρησαν όμως και οι άλλοι• αλλ' ο μεν Κλεόδημος εξώρυξε με το δάκτυλον τον οφθαλμόν του Ζηνοθέμιδος και του εδάγκασε την μύτην, μέρος της οποίας απέκοφε, ο δε Έρμων ιδών τον Δίφιλον ερχόμενον εις βοήθειαν του Ζηνοθέμιδος ώρμησε και τον έρριψε κάτω.
Αυτή από την χαράν της με επήρεν εις τα χέρια της, και με εχάιδευσε, και λέγοντάς μου πολλά λόγια χαϊδευτικά με εφίλησε. Τότε και εγώ από το άλλο μέρος επλησίαζα με πολλήν νοστιμάδα την μύτην μου εις τα χείλη της και την εγλυκοφιλούσα. Α μαργιόλικο, εφώναξε γελώντας, φαίνεται, πως απεικάζεις εκείνο που σου λέγω ω και τι πολλά νόστιμον που είσαι.
Ήταν αυτός ένας άνθρωπος καθώς εφαίνονταν έως σαράντα χρονών ηλικίας· είχε την θεωρίαν πολλά θηριώδη· χοντρό το κεφάλι, τα μαλλιά κοντά και κατσαρά, και το στόμα του κατά πολλά μέγα, με τα δόντια μακρυά και μυτερά ωσάν των σκύλλων, τα χέριά του ήταν νευρώδη, οι παλάμες του πλατειές με νύχια μακρά και μυτερά, οι οφθαλμοί του επαρομοίαζαν ωσάν της τίγριδος, και είχε μίαν μύτην πλακωτήν με δύο ρουθούνια πολλά ανοιχτά· η φυσιογνωμία του δεν μας άρεσεν, επειδή είχε μίαν θεωρίαν άξιαν διά να μετατρέψη εις μετανόησιν την ευσπλαγχνίαν, που μας είχε παρακινήσει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν