Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 28 Μαΐου 2025


Τώρα, όσον προέβαινεν η νυξ, ο βρόμος του πυρός και η λάμψις των καιόντων δαυλών, και το θάλπος το οποίον διέχυνεν η ανθρακιά, ήτο πράγματι ανεκτίμητος παρηγορία, εις την ερημίαν εκείνην, αναμέσον των τόσων ερειπίων. Καθώς εξήλθεν ο Φάλκος έξω εις το ύπαιθρον, αντικρύ της θύρας του οικίσκου είδε να φαίνεται ένα μαύρον πράγμα, το οποίον δεν είχε παρατηρήσει αφ' εσπέρας.

Σταθείς παρά τας αψίδας ο Πετρώνιος εζήτησε να του δώσουν ίππον λευκόν, ανήλθεν επ' αυτού και ακολουθούμενος υπό των συντρόφων του διηυθύνθη διά μέσου των βαθέων στοίχων των πραιτωριανών, προς το μαύρον πλήθος, το ωρυόμενον· ήτο άοπλος, έχων μόνον εις χείρας το λεπτόν ελεφάντινον ραβδίον του, το οποίον έφερε συνήθως, και όταν έφθασεν, εισήλθε με τον ίππον του εντός του πλήθους.

Εμβαίνοντας μέσα εις την πόρταν ηύρα μίαν σκάλαν από μάρμαρον μαύρον, εις την οποίαν ανεβαίνοντας εμβαίνω εις μίαν μεγάλην σάλαν στολισμένην με πεύκια και μαξιλάρες ολόχρυσες· από εκεί απέρασα εις ένα χοντζερέ πολλά ωραιότατον, και εις αυτόν βλέπω μίαν ωραιοτάτην κυρίαν εξαπλωμένην επάνω εις ένα ολόχρυσον κρεβάτι ακουμπισμένον το κεφάλι της εις ένα κεντημένον προσκέφαλον, ενδυμένην με πλούσια φορέματα, και εις αυτήν δίπλα ευρίσκονταν μία ταύλα από μάρμαρον δίασπρον.

Τούτο ωμοίαζε πολύ με γραίαν μαυροφόραν καθημένην εις το σκότος, ήτις τον εκύτταζε μακρόθεν. Επειδή ησθάνετο φόβον, και ήθελε με κάθε τρόπον να διώξη τον φόβον από μέσα του, έλαβεν ένα δαυλόν, επήγε κατ' ευθείαν εις το πράγμα το μαύρον, και το εψηλάφησε κ' εβεβαιώθη ότι ήτο μαύρον κούτσουρον ρίζης πάλαι ποτέ υπάρξαντος δένδρου, το οποίον είχε καή, και ήτον ως καψάλα.

Και τα ψηλά κυπαρίσσια, ψηλότερα απ' τον πύργο, πνίγανε ολοτρόγυρα μ' ένα μαύρον ήσκιο τους τοίχους και τα παράθυρα. Κλεισμένος μέσα στον πύργο του ο φιλόσοφος, ζητούσε να πλάση με τη φαντασία του, με τη σοφία και την αγάπη, που κρυφόκαιγε κάτω απ' την παχειά στάχτη της καρδιάς του, ζητούσε να πλάση μια Πολιτεία. Μια Πολιτεία που κανένας φιλόσοφος δεν την είχε ονειρευθή ως τώρα.

Και το Φάντασμα εχάθη προς τα εμπρός, ταχέως διασχίζον το άπειρον της οδού βάθος, εγώ δε φέρομαι ακατασχέτως επί τα ίχνη αυτού, οδηγούμενος από αστέρα σκοτεινού, ρίπτοντα υπέρ την κεφαλήν μου παραδόξους ακτίνας, ώστε το σώμα μου να φαίνεται μαύρον και η σκιά μου λευκή.

Και καθώς τώρα, είχεν έλθει δύο ή τρεις ημέρας προ της εορτής εις το παρεκκλήσιον της Πρέκλας, εκάθητο δε εις τα πρόθυρα του ναΐσκου, κ' εκάπνιζε το μακρόν τσιμπούκι με το ηλέκτρινον επιστόμιον. Πλην τότε το φέσι του ήτο κατακόκκινον, και τώρα εφόρει μαύρον σκούφον . . . Και τότε ο Φραγκούλης ήτον σαράντα χρόνων, και τώρα ήτο πενηνταπέντε.

Ενόμιζεν ότι ήκουεν εν τη σιγή της νυκτός ένα προς ένα τους λόγους του επιτιμίου και τους εδέχετο, ως τόσας μυλόπετρας κατά της κεφαλής του. Εν τη σκοτία του δωματίου του διέκρινε μαύρον σύννεφον καπνού, δυσώδες, το οποίον τον απέπνιγε. — Φέξε, θεέ μου, φέξε! έλεγεν αναπηδών έντρομος. Ούτω μετά χαράς είδε το γλυκοχάραγμα σημαδεύον την έλευσιν της ημέρας.

Επήρε και η Φουλίτσα το ιδικόν της σακκίον, επέρασεν εις το χέρι της και το καλαθάκι και κατέβαινε, σπεύδουσα, το σκιερόν ρεύμα, μαύρον από τους θάμνους των πρίνων και σχοίνων. Όπισθέν των, εις τα βάτα και βρύα της ξηροκρήνης, ηκούσθη συρμός και πατήματα βιαστικά και βαρέα και θρους προστριβομένων ξηρών φύλλων.

Αλλ' εγνώρισα και καθηγητάς, οίτινες, προς εξουδετέρωσιν της επιμελείας ταύτης, εκάλουν τους μαθητάς εκ του καταλόγου. Όταν όμως ετύχαινε να μη γνωρίζουν τους μαθητάς, συνέβαινον θρασύταται πλαστοπροσωπίαι. Ένας τοιούτος καθηγητής εκάλεσεν ημέραν τινά εις το μάθημα μαθητήν ονομαζόμενον Μαύρον.

Λέξη Της Ημέρας

δυσαρμονικώς

Άλλοι Ψάχνουν