Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Εκίνησαν λοιπόν προς το παλάτι· φθάνουν εις την πόρταν, και ευρίσκοντάς την ανοικτήν, εμβαίνουν εις μίαν σάλαν, που είχε το έδαφος από φαρφουρί της Κίνας, στολισμένην με χρυσές μαξιλάρες, και μεταξένια πεύκια, και ευωδίαζεν από τα πλέον αρωματικά ξύλα· εγύρισαν αυτοί όλην την σάλαν χωρίς να ιδούν κανέναν εις αυτήν· από εκείνην απέρασαν εις μίαν άλλην, εις την οποίαν βλέπουν επάνω εις ένα θρόνον χρυσόν μίαν νέαν κυράν, όλην σκεπασμένην από διαμαντικά, και η άκρα ευμορφιά της τους εξέπληξεν.
Ο Ατακίνος εχαιρέτισε λίαν υποκλινώς και είπε: — Χαίρειν τη θεία Λιγεία εκ μέρους του Μάρκου Βινικίου, όστις την περιμένει εις την τράπεζαν ητοιμασμένην εις την οικίαν του, την στολισμένην με χλόην. — Είμαι έτοιμη, είπεν εκείνη, με χείλη λευκά. Και περιέβαλε με τους βραχίονάς της τον λαιμόν της Ακτής, διά να την αποχαιρετίση. Η οικία του Βινικίου εκοσμείτο πράγματι με χλόην.
Τότε βλέπουν το Τελώνιον και ανοίγει την κασέλαν, και ευθύς βγάζει έξω μίαν ωραιοτάτην γυναίκα, στολισμένην με ευμορφότατα φορέματα και λέγει της το Τελώνιον· ω ωραιοτάτη μου αγαπητική, που σε άρπαξα από τας αγκάλας του νυμφίου σου την ιδίαν ημέραν των γάμων σου, και σε ηγάπησα πάντοτε με όλην μου την επιθυμίαν, ευχαριστήσου για να κοιμηθώ ολίγον εις τα γόνατά σου, να αναπαυθώ ολίγην ώραν, επειδή διά τούτο ήλθα εις τούτον τον έρημον τόπον.
Μετ' ολίγα λεπτά κατήλθον όλοι, άγοντες και την νύμφην, στολισμένην με φορέματα της προτελευταίας μόδας, και με καπέλλον μετά τεχνητών ανθέων πορτοκαλλέας, συνοδευομένην από την μητέρα της την Ασημήναν, ήτις έφερε το σαλομέταξο φουστάνι της, και γουνάκι και κουζούκαν εκ βελούδου, αμαυρού χρώματος, και από τας θείας της όλας, αναλόγως στολισμένας.
Εμβαίνοντας μέσα εις την πόρταν ηύρα μίαν σκάλαν από μάρμαρον μαύρον, εις την οποίαν ανεβαίνοντας εμβαίνω εις μίαν μεγάλην σάλαν στολισμένην με πεύκια και μαξιλάρες ολόχρυσες· από εκεί απέρασα εις ένα χοντζερέ πολλά ωραιότατον, και εις αυτόν βλέπω μίαν ωραιοτάτην κυρίαν εξαπλωμένην επάνω εις ένα ολόχρυσον κρεβάτι ακουμπισμένον το κεφάλι της εις ένα κεντημένον προσκέφαλον, ενδυμένην με πλούσια φορέματα, και εις αυτήν δίπλα ευρίσκονταν μία ταύλα από μάρμαρον δίασπρον.
Και σταθείς παρά το παράθυρον εθεώρησεν ολίγας στιγμάς την σκούναν του καπετάν-Μοναχάκη καταμεσής 'ς το λιμανάκι του χωριού, στολισμένην με σημαίαις κατακαίνουργιαις και με πολύχρωμα σινιάλα, και ευλόγησεν αυτήν με το χέρι του και με την καρδίαν του ο συμπαθέστατος ιερεύς σαν να ήταν ιδική του. — Τι να σας πω, καϋμένα παιδιά, είπε τότε και ο γέρων πλοίαρχος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν