Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Είναι για το μαύρο μεταξωτό της μητέρας. Όταν παντρευθώ θα βάζω όλο αληθινές νταντέλες εις τα φορέματα μου. Λ έ λ α. Βέβαια! Γι αυτό σας χρειάζονται τα εκατομμύρια της πρηγκιπέσσας. Ο λ γ ί ν α. Τι είναι πάλι αυτό; ψούνια καινούργια. Ο λ γ ί ν α. Αξίζει πέντε λίρες. Έπειτα αν θέλη η μαμά, την πέρνει, αν δεν θέλη... Σκηνή Γ'. Μαμά, την έφερεν ο Αρμένης σου και θα ξαναπεράση να μάθη, αν την θέλης.
— Αι, αι! ανακράζει ο μεγαλείτερος Παρσαλίδης, κύτταξε, κύτταξε, μαμά, πως έγεινε ο Γιωργάκης! σωστός μασκαράς. Και ταύτα λέγων σύρει την μητέρα του εκ της εσθήτος, ίνα ελκύση την προσοχήν αυτής επί το διασκεδαστικόν θέαμα.
Γιατί μόλις έκαμε να στρίψη προς το ένα μέρος, φώναξε κάποιος πίσω του κι όταν πάλι γύρισε να κοιτάξη προς το άλλο, τον άρπαξε κάποιος στα χέρια, κάποιος που έτρεχε γλήγορα όσο μπορούσε, και πριν μπορέση να συλλογιστή καλά, βρέθηκε μέσα στην τραπεζαρία κ' η μαμά τον πήρε στην αγκαλιά και τον έσφιγγε τόσο, που δεν μπορούσε νανασάνη.
Τι κάνεις; Μπορεί να κατέβουν και να μας εύρουν κλεισμένους εδώ. Ε λ έ ν η Δεν υπάρχει φόβος. Όλοι λείπουν. Η μαμά σου και ο θείος παν να συνοδεύσουν την κ Βιλή, που φεύγει. Τα κορίτσια παν εις την μοδίστρα, όπου θα σε περιμένουν, ως και μένα για τα μαγαζειά. Ώστε, είμεθα μόνοι. Κ ώ σ τ α ς Αδιάφορον! Ε λ έ ν η. Δεν σ' αφίνω να περάσης.
Αν δοκίμαζε να το κάμη μόνο έτσι για να πειράξη το Σβεν, αυτός έβαζε τη φωνή: — Όχι, να μην ακούση, δεν κάνει νακούση. Κ' η μαμά έσπρωχνε τον μπαμπά, ώστε ο μικρός μπορούσε να της πη στο αυτί ό,τι ήθελε. Και τότε θριάμβευε ο Σβεν. — Βλέπεις, έλεγε. Δεν κάνει να το ακούσης. Κ' έπειτα έφευγε κρατώντας το χέρι της μαμάς και περιγελούσε τον μπαμπά.
Όταν λοιπόν του διάβασε ο Σβάντε δυνατά από το βιβλίο, τονέ ρώτησε η μαμά: — Για ποιόνε λέει το βιβλίο; Κ' επειδή ο Σβεν δεν ήξερε τι ναπαντήση, ξακολούθησε η μαμά: — Για τα μεγάλα αδέρφια σου. Δεν καταλαβαίνει ο Νέννε; Νέννε λέγαμε το Σβεν. Είχε βρει τόνομα μόνος του, γιατί δεν μπορούσε να προφέρη το Σ. — Μα ταδέρφια δεν τα λένε όπως λέει το βιβλίο, δοκίμασε να πη ο Νέννε.
Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Ουφ! Έξοδα πάλι. Δεν μου χρειάζονται νταντέλες. Ο λ γ ί ν α. Μαμά μου, για το καινούργιο σου το φόρεμα. Ξέρεις, την αφίνει μια λίρα. Γ ι ω ρ γ ά κ η ς. Και τα παιδιά λένε πώς αξίζει πέντε Κα Μ ε μ ι δ ώ φ. Έτσι δα να φαίνεσαι ωραίος! Να σε θαυμάση και σήμερα η κ. Βιλή! Γ ι ω ρ γ ά κ η ς. Μήπως την έχει κλεμμένη; Κα Μ ε μ ι δ ώ φ.
Αδύνατο να γίνη διαφορετικά. Ο συγγραφέας δεν είχε πρόχειρο άλλο αντίτυπο. Έφερε η μαμά το δικό της κι αφού σβήστηκε καλά τόνομά της, ο μπαμπάς έγραψε στο βιβλίο: &Του μικρού Νέννε — ο μπαμπάς.& Και τότε ησύχασε ο Σβεν. Δηλαδή φάνηκε πως ησύχασε. Γιατί δε ζήτησε περσότερα. Γύριζε μόνο ολόγυρα και διάβαζε στο βιβλίο.
ΜΠΕΛΙΝΑ Ναι. Ήταν μαζί της και η μικρή Λουίζα. Ρώτησέ την να σου τα πη. ΑΡΓΓΑΝ Στείλε μου την εδώ, αγάπη μου, στείλε μου την εδώ. Α! την αδιάντροπη. ΛΟΥΙΖΑ Τι με θέλεις, μπαμπά; Η μαμά μού είπε πως μ' εζήτησες. ΑΡΓΓΑΝ Ναι. Έλα κοντά. Προχώρησε. Γύρισε από 'δω. Σήκωσε τα μάτια σου. Κύτταξέ με. ΛΟΥΙΖΑ Τι είνε, μπαμπά; ΛΟΥΙΖΑ Τι; ΑΡΓΓΑΝ Δεν έχεις να μου πης τίποτα;
Κοίταξε λοξά τη μαμά και χαμογέλασε: — Την έφτιαξα της Άννας. Κρύφτηκα πίσω από τα χαμόκλαδα και δεν μπορούσε να με δη. — Αλήθεια! το έκαμες αυτό; είπε η μαμά. Προχωρήσανε κι οι δυο στο σπίτι, σα δυο συνένοχοι ευχαριστημένοι που πετύχανε το κόλπο τους και φυσικά το αποτέλεσμα είτανε πως αυτό το βράδι έπρεπε να βάλη μόνη της η μαμά το μικρόν να κοιμηθή.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν