Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 30 Απριλίου 2025


Κουρασμένος, έβλεπε σαν ξένα τα δέντρα και την αυλή και το σωρό των παιδιών, που στεκόντανε στον ήλιο· κι όλη την ώρα το βλέμμα του είτανε τόσο παράξενο, σα να συλλογιζότανε γιατί όλα αυτά δεν είταν τόσο ωραία, όπως άλλοτε.

Απορώ δι' έν μόνον πράγμα, ότι όλα αυτά δεν σε κουράζουν ακόμη, απήντησεν ο Βινίκιος. — Ειξεύρεις πόθεν προέρχεται τούτο; Είμαι κουρασμένος από πολλού, αλλά δεν έχω την ηλικίαν σου. Άλλως τε έχω άλλας κλίσεις, αι οποίαι λείπουν από σε.

Μόνο ο Τζατσίντο δεν χόρευε. Καθισμένος πλάι στην τοκογλύφο κουνούσε τα χέρια ανάμεσα στα γόνατά του, χλωμός και κουρασμένος. Ο Έφις στ μεταξύ άκουγε τις γυναίκες να φλυαρούν για το ποιος ξόδεψε εκείνη την ημέρα περισσότερα χρήματα και διασκέδασε περισσότερο και κάποια είπε: «Ο ντον Πρέντου». «Όχι, ο ντον Τζατσίντο. Ξόδεψε περισσότερες από τριακόσιες λιρέτες. Είναι πλούσιος.

Καϋμένο σκουλήκι, είσαι άρρωστο· ειδεμή, δεν θα ερχόσουν εδώ τώρα. ΜΙΡ. Δείχνεις κουρασμένος. ΦΕΡΔΙΝ. Όχι, ευγενική μου κυρία· μου φαίνεται ότι αναπνέω το δροσάτο αέρι της αυγής όταν είσαι εσύ κοντά μου, και ας ήταν νύκτα. ΜΙΡ. Μιράντα· ω πατέρα! σε παράκουσα και το είπα! ΦΕΡΔΙΝ. Αξιοθαύμαστη Μιράντα! αλήθεια η κορυφή του θαύματος! που αξίζεις ό,τι ακριβό έχει ο κόσμος!

Σε πενήντα μέτρα βλέπω κι έρχουνταν ίσα με είκοσι τούρκοι αξιωματικοί με τον μ π ί μ π α σ η στη μέση και κουβεντιάζοντας. Τι λέει ο μ π ί μ π α σ η ς; μωρέ του κάνω. Ζητάει το διοικητή μας, κυρ λοχία. Πες του πως ο διοικητής μας είνε κουρασμένος και δε μπορεί ναρθή. Έκατσε πέρα στη σκηνή του, κι ό, τ' έχει να πη, ας μου τα πη εμένα και το ίδιο κάνει. Ο μ π ί μ π α σ η ς ρώτησε πώς πήγε η μάχη.

Την κοίταζε λίγο κουρασμένος και νυσταγμένος, κι εκείνη, μαύρη φιγούρα με φόντο το λαμπερό ακόμη παράθυρο, με τα πυκνά μαλλιά και τα μικρά χέρια ακουμπισμένα στο φτωχικό τραπέζι, πρέπει να του θύμιζε τις νοσταλγικές διηγήσεις της μητέρας του, επειδή άρχισε να ρωτάει για πρόσωπα του χωριού που είχαν πεθάνει ή που δεν ενδιέφεραν καθόλου την Νοέμι. «Ο θείος Πιέτρο; Πώς είναι αυτός ο θείος Πιέτρο; Είναι ο πλουσιότερος, ε; Πόσα μπορεί να έχει;» «Είναι πλούσιος, βέβαια, αλλά είναι ένας στριμμένος!

Ο καπετάν-Μαμμής κουρασμένος από τας αιφνιδιαστικάς αυτάς συγκινήσεις είχεν ακκουμβήσει εις το διβάνι του, κατηγλαϊσμένος από την ευτυχίαν.

Εκείνος άνθρωπος του κόσμου, της ζωής, του ξεφαντώματος, νιος της ξενευρισμένης εποχής, εκείνος που δεν άφησε να μη δοκιμάση σταλαματιά, σταλαματιά τη ζωή παράφορα και την ηδονή αχόρταγα, κουρασμένος και ξασθενισμένος, φαίνουνταν πως είχε βρη ξαφνικά το γιατρικό της παραλυμένης ζωής του μέσα στην ερημική αυτή γωνιά της γις.

Ο Πετρώνιος εξύπνησε περί την μεσημβρίαν και, κατά το σύνηθες, ήτο πολύ κουρασμένος. Την παραμονήν, εις τα ανάκτορα του Νέρωνος, είχε παρακαθήσει εις συμπόσιον . . . Από τινος χρόνου η υγεία του δεν ήτο τόσον καλή και αι αφυπνίσεις του ήσαν περισσότερον επίπονοι.

Ο Τζατσίντο κατάπιε τα χάπια και χωρίς να ανασηκωθεί έσφιξε το κεφάλι με τα χέρια του. «Πόσο είμαι κουρασμένος, Έφις! Ναι, έχω μαλάρια: την άρπαξα κι εγώ, ναι! Πώς να μην την αρπάξω σ’ αυτό το κωλοχώρι; Τι χωριό, Θεέ μου!», πρόσθεσε σαν να μιλούσε στον εαυτό του, κουρασμένος. «Εδώ παθαίνει κανείς, εδώ παθαίνει….» «Σήκω», είπε ο Έφις σκυμμένος επάνω του. «Μην μένεις εκεί ξαπλωμένος.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν