Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025


Εστάθη όρθιος, και έκαμε τον σταυρόν του. Μία μέρα ήλθε κουρασμένος από μίαν μακρυνήν λειτουργίαν, από τον Πλατανιά. Ήτα φθινόπωρον, ήτο ζέστη· το γαδουράκι εκεί οπού το άφησε να βοσκήση στης καλαμιαίς των θερισμένων αγρών, εδραπέτευσε, και ήλθε πεζός ο παπά-Κονόμος. Κ' εκράτει κ' ένα ταγαράκι γεμάτο φρέσκα φασουλάκια που τον εφίλεψαν.

Εκεί στις άξιες φώναξε τις σκλάβες μες στον πύργο στη στια να βάλουν τρίποδο λεβέτι απ' τα μεγάλα, για νάχει έτσι έτοιμο ζεστό λουτρό όταν κουρασμένος πίσω γυρίσει ο Έχτορας στον πύργο του οχ τη μάχη ... Αχ έρμα, πού να φανταστείς π' αλάργα από λουτρά σου 445 τον έσφαξε η θεά Αθηνά μ' ένα κοντάρι οχτρού του!

Πού τον ηύρες τον μουστερή!... είπεν ειρωνικώς ο Γύφτος. Εγώ τώρα, καθώς είμαι κουρασμένος, και είνε και νύχτα... — Όχι τώρα, υπέλαβεν ο ξένος. Έχομεν καιρόν. Αύριον, μεθαύριον. — Και τι δουλειά έχω, να πάγω εγώ εκεί; αντείπεν ο Γύφτος. — Ίσως θα εύρης δουλειά, επέμενεν ο ξένος. — Άλλην απ' αυτήν που κάμνω κάθε μέρα;... — Εάν εύρης καλλίτερην, δεν την αφήνεις; — Όχι, είπε σταθερώς ο Γύφτος.

Τότε τον έπαιρνε ο μπαμπάς στον ώμο και τον έφερνε όξω στο δάσος και ποτέ άλλη φορά το βλέμμα του Σβεν δεν είχε δείξει τόση ευγνωμοσύνη και ποτέ άλλη φορά το μικρό, απαλό του χέρι δεν είτανε τρυφερότερο. Έπειτα παραπονιότανε πως τον πονούσε το κεφάλι και δεν ήθελε να σηκωθή το πρωί κ' έλεγε πως είταν κουρασμένος.

Επέρασε μία ώρα επάνω κάτω και είπαν εις τον Ρούντυ, ότι εγλύτωσαν, ότι ημπορεί να κοιμηθή, και αυτός κουρασμένος από την πορείαν απεκοιμήθη, όπως θα εκοιμάτο κατά στρατιωτικόν κέλευσμα. Το πρωί εξεκίνησαν πάλιν· ο ήλιος εφώτιζε κατά την ημέραν αυτήν διά τον Ρούντυ νέα βουνά, νέους Παγώνας, νέα χιονοπέδια.

Και, αν και κουρασμένος, αν και η φωνή του ήταν αδύνατη κ' έτρεμε, αν και η ραχοκοκαλιά του πονούσε ακόμα λίγο, της διηγήθηκε με τον πιο απροσποίητο τρόπο ό,τι του συνέβη από τη στιγμή του αποχωρισμού τους. Η Κυνεγόνδη ύψωνε τα μάτια στον ουρανό. Έκλαψε για το θάνατο του αγαθού αναβαφτιστή Ιακώβου· και κατόπι μίλησε ως εξής στον Αγαθούλη, που δεν έχανε λέξη και την κατάτρωγε με τα μάτια του.

Μου ήρθε να ορκιστώ τότε στο όνομά της, πως θα κάνω κάτι για το γένος μου· και μόνον αργότερα συλλογίστηκα πως δεν μπορώ να κάμω, παρά μόνον ό,τι μ π ο ρ ώ, και τότε χάθηκα στην απελπισία της αδυναμίας μου και ήμουν κατάκαρδα κουρασμένος. Γεμάτο πίκρα είναι το πρώτο αντίκρυσμα της Πόλης. Μα ο πλούτος της βράζει μέσα μου. Πού είναι η φτώχεια και ξεραΐλα που μ' έδερναν τις περασμένες, όταν ταξίδευα!

Λέξη Της Ημέρας

προφητεύσω·

Άλλοι Ψάχνουν