Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουλίου 2025
Με τον καιρό φρονίμεψε πολύ, και ήσυχος ο δάσκαλος της μένει. για έρωτας ποτέ δεν του 'μιλεί, και μόνη 'στον περίπατο πηγαίνει . . . η καϋμένη! Αλλά κανείς τα γέλοια δεν κρατεί σαν φαίνεται αυτός ο παντρεμμένος· κι' αυτός, χωρίς να ξέρη το γιατί, γελά με τους πολλούς καμαρωμένος. . . ο καϋμένος!
Μην κάθεσαι λοιπόν και μου ψιλορωτάς τον άνθρωπο, μόνον γιάνε τον πρώτα! Ο Κιαμήλης είναι καλός, πολύ καλός ο καϋμένος, εξηκολούθησεν ο αδελφός μου, και πολλαίς φοραίς άνοιξε μονάχος του να με πη το πώς αρρώστησε. Μα όσαις φοραίς το δοκίμαζε τότε τόνε ξανάπιανεν η θέρμη. Εδώ μας διέκοψεν εισελθούσα η μήτηρ μου μετά των ξένων της.
Θα του άνοιγα αφόβως τα πτερά μου σαν την κλώσσα, Κι' εις την Κύπρον παρατάττων υποβρύχια καμπόσα, Θα του έλεγα « Ορίστε, φίλτατέ μου, να την πάρης. . . » Αλλ' απέτυχε εις όλα ο καϋμένος ο Γρυπάρης, Και μπορεί ο Δισραέλης εις την Κύπρον να ελθή, Δίχως πλέον τα δικά μας τα τορπίλλ να φοβηθή.
— Να τον φώτιζε ο Θεός, έλεγε καθ' εαυτήν, να μας έδιδε καμμιά καλή δουλειά . . . αποκοπή, να βγάλωμε τίποτε. Κανένα χωράφι, να ειπούμε, να το βάλη αμπέλι ο Δημήτρης, . . . καλογερικό, να πάρωμε και 'μείς λιγάκι επάνω μας. Γιατί μ' όλα αυτά τα παιδιά, ζωή νάχουνε! πού να βγη κανείς με το μεροδούλι; . . . ψωμί μοναχά δεν μπορεί να τα προφτάξη ο καϋμένος ο Δημήτρης.
ΕΔΓΑΡ Α! ο τρελλός κρυώνει! Δεν ημπορώ, δεν δύναμαι να προσποιούμαι πλέον! ΓΛΟΣΤ. Έλα εδώ εσύ, γυμνέ. Ας κρύπτωμαι ακόμη! Ω! Τα αιματωμένα σου 'μάτια! Οι θεοί να σου τα ευλογήσουν! ΓΛΟΣΤ. Ηξεύρεις τον δρόμον του Δούβρου; ΕΔΓΑΡ Ηξεύρω και τον δρόμον και το μονοπάτι, μέσ' από φραγαίς κ' επάνω από χανδάκια. Ο καϋμένος ο τρελλός από τρομάρα τα έχασε.
Πια ανάγκη, και πια χρεία, Έτζι αδιάντροπα κι' αχρεία Σε στενεύει να χουγιάζης, Κι' όλους μας να μας πειράζης; 1110 Δεν τηράς πως φορτομένος Μετ' εσάς εγώ ο καϋμένος, Τι τραβώ και δοκιμάζω, Και παράπονο δε βγάζω; Πάρε καν παραδειμμά σου 1115 Οχ την ίδια συντροφιά σου, Που παράνω τυραγνιούνται, Και καθόλου δε γρηκιούνται.
Τα κάλλη σου κι' η χάρες σου ποιο δεν υποδουλώνουν; Καθένα αρπάζουν άξαφνα, βαριά τον αλυσόνουν. Αν σ' ίδα και σ' αγάπησα σε τι έσφαλλα ο καϋμένος; Ο Έρως βρόχι μώστησε, και βρέθηκα πιασμένος. Και τώστησε ο παμπόνηρος στης κόραις των ματιών σου, Χωρίς φτερά μ' απόθισε παιγνίδι των χεριών σου.
Ήτο ο πρώτος της ζωής του τρόμος, η πρώτη φρίκη, την οποίαν ησθάνθη. Αργά το βράδυ επανήλθε φέρων την είδησιν του θανάτου εις το σπίτι, το οποίον τώρα έγινε σπίτι πένθους. Η γυναίκα δεν εύρισκε δάκρυα· και μόνον, όταν έφεραν το πτώμα, εξέσπασεν η οδύνη. Ο καϋμένος ο ηλίθιος εχώθη μέσα εις το κρεββάτι του· δεν τον είδε κανείς όλην την άλλην ημέραν, και μόλις το βράδυ ήλθε προς τον Ρούντυ.
Οι θεοί να σε φυλάγουν, καλής μάνας υιέ, από τα βρωμοδαιμόνια. Ο καϋμένος ο τρελλός είχε πέντε δαιμόνια μέσα του, όλα μαζί και τα πέντε! Οι θεοί να σ' ευλογήσουν, αυθέντα! ΓΛΟΣΤ. Πάρε αυτό μου το πουγγί συ, εξευτελισμένε απ' την οργήν των ουρανών και την καταδρομήν των. Ας γίνη η δυστυχία μου ελάφρωσις 'δική σου. Αυτό να είναι πάντοτε, θεοί, το θέλημά σας!
Εγύρευε δουλειά και τον εσύστησα σ' ένα καλό μέρος. Δραστήριο παιδί, φρόνιμο, με νου, δεν άργησε να συνάξη μερικά λεπτά και τώρα είνε δυο χρόνια που έχει ιδικό του μπακάλικο και μικρό καπελιό. Θετικό παιδί καθώς είνε, θα προοδεύση πολύ. Και ο καϋμένος θυμάται την καλωσύνην και . . . μ' αγαπά, είπε μετά τινα δισταγμόν ο Σοφοκλής. Η ιστορία ήτο αληθινή, ως επληροφορήθην κατόπιν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν