United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Μάλιστα, μπορούμε να φέρουμε τη Γη εξακόσιους ετήσιους γύρους πίσω και να γίνουμ' ένα με τον μεγάλο Φλωρεντινό, να γονατίσουμε μαζί του στον ίδιο βωμό και να συμμερισθούμε την έκστασή του και την καταφρόνια του.

Πού παιδί! Έπρεπε να βγη έξω για να μάθη. Πλύθηκεντύθηκε γοργά. Δυο πόνοι του σφάζανε τώρα την καρδιά. Η λύπη που έχασε τη μάννα του κ' η ντροπή που πέθανε όξω απ' το σπίτι της. Ο άντρας της παιδεύτηκε να την σπιτώση κι ο γιος την ξεσπίτωσε! Τι καταφρόνια στη γυναίκα του Ευμορφόπουλου να πεθάνη σε ξένα χέρια!..

Πείνα! .. Συ ξέρεις πείνα, Ω Ήπειρός μου, τι θα 'πή, που πέντε τώρα χρόνια Κοντά μέσ' 'ς τ' άλλα της πικρής σκλαβιάς σου καταφρόνια Κι' από την πείνα δέρνεσαι· κι ακόμα ποιος το ξέρει Ως πότε θε να την βαστάς!.. Ας σ' έχουντο λαιμό τους Αυτοί που ακόμα σε κρατούντο Τούρκικο το χέρι Κάθε βαρειά σου στεναξιά να πέση απανουθειό τους Βαρειά κατάρα 'γκαρδιακή!

Βγάλε κάνα χαμόγελο και πες κάνα τραγούδι. — Τραγούδια αν έχ' η μαύρη γη, κι' ο τάφος χαμογέλοια. Έχει και του παιδιού η καρδιά, που περιπατεί τα ξένα. Τα ξένα έχουν καϋμούς πολλούς και καταφρόνια πλήθος! 'Στά ξένα δεν ανθίζουνε την άνοιξι τα δέντρα. Και δε λαλούνε τα πουλιά, ζεστός δεν λάμπει ο ήλιος.

Ο άσβυστος Πόθος κ' η Ζήλια η ωχροπράσινη μαζί με την Απάτη και τη μαύρη Καταφρόνια, σκόρπιζαν τα θύματά τους σαν κομμένα κρίνα εδώ κ' εκεί. Κ' ήταν τα θύματα γλυκές παρθένες και ζηλεμένοι νιοι, κ' ήταν το πάθημά τους πεταλούδας πάθημα. Εκείνη κύτταζε τις ζωγραφιές και η λύπη πλάκωνε το μέτωπό της.

Ο θείος Πιέτρο; Τι είναι ο θείος Πιέτρο; Άφησε τις θείες να υποφέρουν τόσα χρόνια μόνες, μέσα στη φτώχεια και στην καταφρόνια όλου του χωριού, και τώρα κι αυτός πιστεύει πως κάνει καλό επειδή θέλει να παντρευτεί τη Νοέμι! Το κάνει επειδή η γυναίκα τού αρέσει σαν γυναίκα, όπως σ΄ εμένα αρέσει η Γκριζέντα, και τίποτε περισσότερο. Αγάπη είναι αυτή, συμπόνια; Κι εκείνη καλά κάνει που δεν τον θέλει.

Και έτσι όλα πέρασα τα χρόνια τα μικρά μου. Έτσι μας μεγαλώνουνε η μάναις η 'δικαίς μας Εμάς εκείτην Ήπειρο με όλαις ταις σκλαβιαίς μας, Μ' όλα τα καταφρόνια μας. 'Περήφανα βουνά μου. Αχ, πότε ακόμα μια φορά θε να σας αγναντέψω Απ' τα καϋμένα Γιάννινα! Πότε θα συντροφέψω, Βουνά μου, ακόμα μια φορά τα πεύκα τα ψηλά οας. Πότε θα πιώ απ' τα κρύα σας τ' αθάνατα νερά σας!

Ονομάσαμε τους ξένους βαρβαρικά στοιχεία, όχι από καταφρόνια, ύστερ' από το καλό που μας έκαμαν οι ολοζώντανοι εκείνοι λεβέντηδες με το καινούριο τους αίμα μόνε από συνήθεια. Κ' είταν η Πόλη αλήθεια πασπερμία τους καιρούς εκείνους. Κάθε καρυδιάς καρύδι είχε μέσα του το ένα της μιλλιούνι.

Ποιος γύριζε να ιδή τέτοιο σκιάχτρο! Οι γειτόνισσες γελούσανε κ' εκείνες και πειράζανε τόμορφο κορίτσι με λόγια και με χωρατά. Μόνο τόμορφο κορίτσι καθότανε μοναχό του κ' έκλαιγε απ' το μεγάλο του κακό. «Τι μου ήτανε γραφτό! έλεγε. Να μ' αγαπήση ένα σκιάχτροΤώπαιρνε σαν καταφρόνια και σαν φοβέρα. Και την έπαιρνε το παράπονο κ' έκλαιγε μοναχή της.

Σκληρός με καταφρόνια, π α τ ρ ι ώ τ ε ς, όμως είναι γεγονός πως κάποιοι κάπως ταράζονται. Και μπορεί μια μέρα να σηκώσουν πολλούς στο πόδι. Ε! Τι σημαίνουν όλ' αυτά τα πράματα; Δε σου φαίνεται, κ.