Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 17 Ιουνίου 2025
Ήθελε να κάμη κι' αυτός τον ανδρειωμένον εις τον εξάδελφόν του Σταμάτην, — όστις συνήθως έκαμνε τον άφοβον μεταξύ όλων των παιδιών, — και να έχη να του διηγήται ότι είδε τόσα κρούσματα, τόσα στοιχειά, εις το Έρημο Χωριό, και «δεν ίδρωσε το μάτι του». Η Μαχώ έκαμε την ανάγκην φιλοτιμίαν κ' έμεινεν. Εν πρώτοις, άναψε τα κανδήλια της Παναγίας της Μεγαλομμάτας.
Δεν είνε τίποτα. — Θαρθή κι' ου καπετάν-Θοδωρής; — Θαρθή. — Ναρθή. Αληθώς μετ' ολίγον ο καπετάν-Θοδωρής εξεκίνησε πρώτος, αναβάς επί του οναρίου, κρατών και το βαρύ τρομπόνιον πλήρες. Η Γερακούλα και αι τέσσαρες θυγατέρες της, έφερον εκάστη από ένα σάκκον κενόν και εντός καλάθου έλαιον διά τα κανδήλια της Παναγίας. Επί άλλου καλάθου, ον εκρέμασαν επί του οναρίου έθεσαν τον άρτον και το προσφάγιον.
Αλλ' ο παπ' Αγγελής εδίσταζεν αν, και με αλλαχόθεν δανειζομένας εικόνας, και με αναρτώμενα προχείρως κανδήλια, επετρέπετο να τελέση λειτουργίαν εκεί. Τέλος ο ιερεύς εύρε μέσον τινά όρον, και τον ανεκοίνωσεν εις τον Γιάννην τον Κούτρην.
Μη φοβάσαι τίποτε, παπά μου· έχω ορισμόν απ' τον Αχμέτ Πασά. Αλλοιώς, θα θυμώση ο Πασάς μ' εμένα, και με σας τους παπάδες, πως δεν του έκαμα τον λόγον του. Την ώραν που έβγαιναν η Κουμπίνα κ' η Λελούδα από τον Άγιον Προκόπιον, όπου είχον ανάψει τα κανδήλια, είχε σουρουπώσει πλέον, και σκότος ήρχισε ν' απλώνεται εις όλην την κρημνάδα αυτήν.
— Και ποιος ξέρει, αν δεν θα τα βρούμε μέσ' στην Εκκλησιά, είπε το Μαλαμμώ με εύκολον θάρρος και προς ιδίαν της παρηγορίαν. Έλα, Χριστέ μου, καμμιά καλή Χριστιανή θα ήρθε χτες-προχτές ν' ανάψη τα κανδήλια, και την εφώτισ' ο Θεός και τα κουβάλησε. — Άμποτε!
Φοβάται το χιόνι ο παπάς. Από τη χρονιά που ήλθε και τον έκλεισε το χιόνι, έκοψαν τη γιορτή. Ούτε άλλος κανένας άνθρωπος ήρθε. Ούτε η θεια Μυγδαλίτσα. Και δεν έχομε και λίγο λάδι ν' ανάψουμε τα κανδήλια. Εγώ λέγω να κοιμηθούμε κομμάτι όσο να βράση το φαή. Εσύ, μικρέ, να κάμης ένα καλό τζουρβά. Θα φάμε τα μεσάνυχτα. Χριστούγεννα τα λένε αυτά. Τι λες Κουτσογεώργη;
Ήρχετο τακτικά δύο φοράς την εβδομάδα από το καλυβάκι της, το οποίον απείχεν ημισείας ώρας δρόμον από την έρημον ακτήν, ήρχετο διά να επισκεφθή την Παναγίαν την Γλυκοφιλούσαν, και τους Αγίους Αποστόλους, και τον Άγιον Νικόλαον, και όλα τα παρεκκλήσια τα κτισμένα επάνω εις τους αγρίους μονήρεις βράχους, διά ν' ανάψη τα κανδήλια και να προσευχηθή εις τους Αγίους.
Ένας έμπορος, απολέσας την περιουσίαν του, και κινδυνεύων να φυλακισθή, ευρέθη κρεμασμένος από μίαν ελαίαν. Τότε εις τους φόβους της τούτους η Θωμαή, μεταβαίνουσα πρωί-βράδυ, ήναπτε τα κανδήλια του Αγίου Γεωργίου, ενός μικρού ναΐσκου, παρά την άμπελον, υπό την σκιάν ελαιών και κυπαρίσσων, να τον φυλάττη ο άγιος, όπου και αν είνε, αν είνε ζωντανός.
Ο γέρων βοσκός τας εχαιρέτισε, και ακούσας από μακράν τας ομιλίας των περί Κουκκίτσας, νεκρών και βρυκολάκων, εσταμάτησε γαλήνιος και ατάραχος. — Τι κάθεσθε και λέτε, χριστιαναίς μου! Νά, δεν πάτε εις τον Άγι- Αντώνη να την ιδήτε που ανάπτει τα κανδήλια!..... — Η Κουκκίτσα; εκραύγασαν αι γυναίκες έντρομοι. — Ανάπτει τα καντήλια τακτικά.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν