Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 20 Ιουνίου 2025
Μα δε θα σπούσε ο Έχτορας κι' οι αλογάδες Τρώες 290 τότες ακόμα το πορτί και το μακρύ το σύρτη, να μη θε στείλει στους οχτρούς απάνου τότε ο Δίας, σα μες σε βόδια λέοντα, το Σαρπηδό το γιο του.
Εγώ η μαυρομοίρα ώρπιζα πως θα μου φέρης μιαν καλή κιώμορφη νύφη και θα μου κάμης γκονάκια, χαρά για τα γερατειά μου· μα συ θες ν' αποθάνης από χτικιό και να με σκάσης και μένα Άχι! Θε μου, αυτό μου μελλότανε στα γερατειά μου; Είπε και άλλα τέτοια κέθιξε όλες τις χορδές της ευαισθησίας μου. Εις τα λόγια πρόσθεσε και χάδια.
Ο Ήλιος απ' αλάργα Την ακλουθάει με την ματιά, και με καϋμό της λέει, Πως θα τον κάμη η αγάπη της βαρη' άρρωστος να πέση. Και σαν το μάθη η μάνα του, η μάγισσα η μεγάλη Και ξακουστή βασίλισσα, θε να της κάμη μάγια.
Να μας ζηλεύουν οι αετοί, να μας ξυπνούν τ' αηδόνια, Και μέσ' ςτά γάργαρα νερά και μέσ' 'ςταίς κρύαις βρύσες Νεράιδες να μας νύβουνε, φιλιά να μας χορταίνουν. Αράδ' αράδα τάρματα 'ςτά πεύκα θα κρεμάμε, Και θε να σταίνουμε χορό. Και κάθε μας τραγούδι Θάνε βροντή από σύγνεφο, φωτιά από αστροπελέκι. Θα μας τρομάζουν τα θηριά, θα προσκυνούν οι κάμποι.
Και η Αρετή μέσα στον φοβερόν εκείνον ξεκλήρισμα της γενεάς της, απελπισμένη από τη μούχλα και τη σαπίλα που εβασίλευεν ολόγυρα, ρίχνεται στον Θεό, παρακαλεί και λέγει του: Θε μου και κάνε με πουλί, κάνε με νυχτοπούλι, να περπατώ στις ερημιές να κλαίω τους αδερφούς μου! Έτσι έγινε κουκουβάγια η πεντάμορφη. Άλλαξε το είδος δεν άλλαξεν όμως και την ψυχή.
Άφησε, Έπαρχε, ξανά να του μιλήσω, ίσως και να τον πείσω. Πρέπει να του μιλήσω, δεν βαστώ. Και σεις, Μαννάδες, αν τυχόν και αποστάσω, κρατήστε με γερά, κατάχαμα μη σωριαστώ. Πώς η καρδιά μου σπαρταρά! Λεβέντη μου, το βλέπω φανερά, αν δεν αλλάξης γνώμη, νεκρό θε να σε κλάψουν η πλατείες και οι δρόμοι.
Αυτά μούπεν εκείνη κ' εγώ ταναλογιάζομαι κι αληθινά τα βρίσκω· γιατ' άλλοτε πολλές φορές ερχόταν την ημέρα κι άφηνε και στο σπίτι μου το Δωρικό λαγήνι. Μα τώρα πούχω να τον 'δώ σωστά δώδεκα 'μέρες κάποια άλλη θα τονε τραβά και με ξεχνάει εμένα. Μα τώρα με τα μάγια μου θε να τον σφικτοδέσω, κι αν πάλι θα με τυραγνά, τωρκίζομαι στις Μοίρες, την πόρτα του Άδη ο άκαρδος ταχυά να πάη να κρούση.
Και η Πηνελόπ' η φρόνιμη απάντησέ του κ' είπε• Τούτος ο λόγος άμποτε τέλος να λάβη, ω ξένε• και τότε την αγάπη μου θα 'γνώριζες και δώρα τόσο πολλά 'π' όποιος σε ιδή θε να σε μακαρίζη». 165
Μ' αρέσει. Αν κακό του κάνης, θα σε παρατήσω και ρέβοντας μακρυά από του κορμιού μου τη ζεστασιά, θα μαραθής από χτυκιό κι' απ' την απελπισιά! Γαλέριος — Άγιος Δημήτριος. Μα και η μάννα μου αν ζούσε, γυιόν ακόμα και αν είχα, Θε να τους έσφαζα, στ' ορκίζομαι, και ούτε τρίχα δεν θα μου καιγότανε. Γιατί πιστεύω πως είμαι βαλμένος σ' αυτή την εξουσία από τους θεούς.
Εγώ όμως δεν πηγαίνω εκεί μαζί του να πλαγιάσω. 410 Ντροπή είναι, και τι θάλεγαν οι Τρώισσες για μένα να θε τ' ακούσουν;... Φτάνει πια όσα με τρων σκουλήκια.»
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν