Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025


Δεν σ' έφτασε που εμπόδισες τον θάνατο του Αδμήτου και που της Μοίρες γέλασες με τέτοιαν απιστία, αλλά σε βρίσκω πάλι εδώ με τόξα και με βέλη, για να φυλάξης τη ζωή της κόρης του Πελία, που εδέχθη να πεθάνη αυτή για να γλυτώση εκείνος; ΑΠΟΛΛΩΝ Ησύχασε• έχω κ' εγώ τους λόγους μου. Και έχω μαζί μου εγώ το δίκαιον. ΘΑΝΑΤΟΣ Αφού το δίκηο έχεις, τι θέλουνε τα βέλη σου;

Δε θα κάμουν οι δασκάλοι, αφτή η γλώσσα να μην υπάρχη, αφού υπάρχει, ακόμη κι αν τους αρέσει να φωνάξουν πως δεν υπάρχει γλώσσα. Και τώρα που την έχει ο λαός, θέλουνε να του τη σηκώσουν και να του καθίσουνε μιαν άλλη με το ζόρι, που μήτε ίδιοι τους δεν τη μιλούνε, μήτε ο λαός μπορεί να την καταλάβη. Αφτή τη γλώσσα, κοριτσάκι μου, ναγαπάςαφτή τη γλώσσα να γράφουμε, για να μας διαβάζης.

Γι' αυτό, γυναίκα, παραιτήσου• δεν δίνει ο θεός χρησμό κατά του εαυτού του. Ανοησία θάτανε να θέλουμ' από τους θεούς να λένε, ό,τι δεν θέλουνε, πρόβατα θυσιάζοντας μπρος στους βωμούς, ή βλέποντας το πέταγμα πουλιών. Γιατί αν ζητάμε με τη βια, χωρίς να θέλουν οι θεοί, ανώφελα θαν' τ αγαθά που θάβρουμε, ω γυναίκα, κι ωφέλιμα σαν έρχωνται από τη θέλησί τους.

Είπα τόνομα του Καρκαβίτσα. Πρέπει τώρα να πω και τόνομα του Παλαμά. Οπαδοί κ' οι δυο τους — ή μισοί οπαδοίτης μισής γλώσσας. Δεν τους ανάφερα πιο απάνω μαζί με τους άλλους, μα. . . ξύλο θέλουνε κ' οι δυο τους. Ίσως πάλε τους αξίζει μόνο μισό ξύλο.

Ο γέρο-Λευθέρης ο Κουσερής ήτο εν ευθυμία, και μετά μικρόν ήρχισε να τραγουδή τα οικεία αυτώ παλαιά μερακλίδικα τραγούδια: Απ' τα πολλά μου βάσανα, κι' απ' τα πολλά μου πάθη, 'ς ένα δενδρί ακούμβησα, κ' εκείνο εμαράθη. Και πάλιν: Όλοι κακό μου θέλουνε, η πέτραις και τα ξύλα, σαν ακουμβήσω σε δενδρί μαραίνονται τα φύλλα.

Έπειτα άρχισε να κλαίη και τα δάκρυά της έπεσαν στο πρόσωπό μου. Κείπε με φωνή περίλυπη: — Μα δε θέλουνε, πουλί μου, να σαγαπώ. — Ποιοι; Αντί να μου δώση απάντηση, με ρώτησε: — Εσύ θα μαγαπάς; — Ναι. — Παντοτεινά; — Παντοτεινά. — Θέλουνε και δε θέλουνε; — Θέλουνε και δε θέλουνε. Δεν ήτο δύσκολο να καταλάβω ότι η μάνα μου ήτο που δεν ήθελε να μαγαπά το Βαγγελιό.

Αυτός που επιθυμεί να 'δή καλό απ' το βιος του, μέρος σκορπά για λόγου του και μέρος για τη φτώχεια, κάνει καλό σε συγγενείς, κάνει καλό και σ' άλλους και κάνει και συχνές-πυκνές για τους θεούς θυσίες κ' είνε το σπίτι του ανοιχτό και καλοδέχετ' όλους και στο τραπέζι τους καλεί με προθυμιά μεγάλη και φεύγουν όταν θέλουνε και τους ξεπροβοδώνει· κι απ' όλους περισσότερο τιμάει τους ποιητάς μας αν θέλη και παινέματα ν' ακούση όταν πεθάνη και να μην κλαίη αδόξαστος μέσα στον κρύο τον Άδη, σαν το φτωχό το δουλευτή και τον ερημοσπίτη πούχουν οι απαλάμες του κάλους απ' το σκερπάνι.

Ο Ρωμιός έχει μέσα του ζωή, πολλή ζωή, λαμπρό είναι το έθνος, και ποιος μυθιστοριογράφος βγήκε να μας δείξη την ψυχή της Ρωμιοσύνης; Αφτά και στο Παρίσι τα θέλουνε, γιατί κανείς δεν τα ξέρει, και κει αρέσουν τα καινούρια, όσα δεν είπε κανείς ακόμη, όχι να καταφρονούμε άδικα και μπόσικα τα ρωμαίικα και τους Ρωμιούς.

Η όψι σύρριζα της γης αλλάζει! Άκου. . . Τι θόρυβος είνε αυτός! Ως το χαλάζι απ' όλες της γωνιές του κόσμου εισορμάνε οι Γότθοι, πάνθηρες λες, πού θέλουνε να φάνε κορμιά, με αίμα να μεθήσουνε κι' επάνω στα χαλάσματα των τόπων μας να στήσουνε από κουφάρια στην καταστροφή μια πυραμίδα. . . Καίσαρ Γαλέριε.

Γιατ' οι Βουλευταί μας πρώτα είχαν έθιμο καλό• και κανένας δεν τολμούσε να ζήτηση οβολό• κι' όλοι έπαιρναν μαζύ τους, στον καιρό του Μυρρωνίδη, έν' ασκί νερό, ψωμάκι, τρεις εληές κ' ένα κρομμύδι. Σήμερα, για να σκεφθούνε στης πατρίδος το καλό, θέλουνε κ' ημεροδούλι, λες και κουβαλούν πηλό. Σημ. Μετ.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν