Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Ιουνίου 2025
Τι να σε κάμω, παιδί μου; Και διακόψας ηρώτησε χαριέντως: — Τώνομά σου, παιδί μου; — Θανάσης! — Να ζήσης, γυιε μ'! Λοιπόν, κυρ-Θανασάκη μου, να τα βάλω με τον Θεό; Εγώ θάβγαινα — — Λάδι — συνεπλήρωσεν ο νεαρός δημογραμματεύς. Αλλ' ο κυρ-Δημάκης, χωρίς να προσέξη εις το πείραγμα, εξηκολούθησεν ατάραχος: — Εγώ θάβγαινα με τρεις χιλιάδας κέρδος, παιδί μ', Θανασάκη μου.
Απ την αγάπη μου προς σε κι' από τον σεβασμό μου και για να ζήσης μόνος σου και να χαρής τον κόσμο πεθαίνω εγώ, ενώ καθώς πολύ καλά γνωρίζεις μπορούσα να μην πέθαινα, αλλ' ευτυχής να ζήσω και μέσα από τους Θεσσαλούς να πάρω άλλον άνδρα, εκείνον που θα ήθελα, στο πλούσιο παλάτι να ζήσω 'σαν βασίλισσα μέσ' σ' ταγαθά του θρόνου.
Και ήμουν ειλικρινής. — Σε πιστεύω, μα δε φοβάσαι συ, εγώ φοβούμαι. Να γενώ αφορμή ν' αρρωστήσης και τέτοια αρρωστιά; Θεός φυλάξοι, καλλίτερα ν' αποθάνω εγώ δέκα θανάτους. Κεκειά που θα πάω, δε θα βρω ποτε ανάπαψη. Εγώ θέλω, παιδί μου, να ζήσης και να καλοπεράσης τη ζωή σου. Μόνο τότε θάμαι κεγώ χαρούμενη στον άλλον κόσμο. Εγώ ένα πράμμα θέλω από σένα, να με θυμάσαι.
ΙΑΤ. Χαιρόμενες εβίβα σας· περαστικά τ' αρρώστου, αν θέλη τίποτες φαγί, τη σούπα μόνε δος του, διέτα, νηστείγια φοβερή, τίποτες να μη φάγη, γιατί αν δεν προφυλακτή στον άδη θε να πάγη, κρομύδια π' ουν μαλαχτικά, πράσα καλά βρασμένα, δόστε του το ζουμάκι τους· καλά ν' αν σουρομένα, χαιράμεναις έχετε για. Αύριο πάλ' ερχέμε. ΓΑΡ. Να ζήσης να σ' εχέμε. Κανέλα και Γαρούφω
Και καλά λέει. Πώς θα ζήσης χωρίς γράμματα; — Θα ζήσω με τη ζωή που μου χάρισ' ο Θεός, μάννα. Άκου που στο λέω! Όχι ο αδερφός μου με τις μελέτες του. Εγώ, να, εγώ με τα μπράτσα μου θα διώξω από τον τόπο μας το Χαγάνο. Εγώ, να το ξέρης. Η κυρά Πανώρια τον άρπαζε στην αγκαλιά της και τον καταφιλούσε. Αυτό ήθελε κ' εκείνη· Δεν την έμελλε για τα μέσα.
— Συμπάθησέ με, Ελπίδα, συμπάθησέ με· είπε με θλιμμένη φωνή. Δεν ήθελα να δείξω άλλο από το θαυμασμό μου. Το θαυμασμό μου σε σένα και στο έργο σου. Έλα, κάτσε κοντά μου κ' έχω κάτι να σου μιλήσω ακόμα. Έλα, να ζήσης ... — Τι θες ; είπεν η κόρη πισωγυρίζοντας. — Πες μου σε παρακαλώ. Μα θα μου ειπής την αλήθεια; — Γιατί όχι; Εγώ ψέματα δεν έμαθα. Η αλήθεια είνε το μοναχό στολίδι μου.
Άκουσον, ω Βανάη· μου είνε γνωστή η κατάστασίς σου, εις την οποίαν η γενναία σου καρδία σε έφερε· εγώ αποφάσισα να σε βοηθήσω να έβγης από αυτήν την δυστυχισμένην κατάστασιν, και να ζήσης πολλά καλύτερον απ' ότι έζης χωρίς να φοβηθής πλέον να πέσης εις δυστυχίαν και κοντολογής θέλω σε γεμίσει από πλούτη, αν από μέρος σου ήθελες είσαι πρόθυμος να μου κάμης μίαν χάριν, που από λόγου σου επιθυμώ να λάβω.
Εσύ χωρίς καμμιά ντροπή εζήτησες να ζήσης κι' όταν η ώρα σου έφθασε σώθηκες απ' τη Μοίρα σκοτώνοντας αυτήν εδώ, και βρίζεις τώρα εμένα εσύ, ο αλήθεια άνανδρος, που εδέχθης μια γυναίκα πριν νάρθη η ώρα να χαθή προς χάριν του καλού της;. Ωραίαν ευρήκες πρόφασι ποτέ να μην πεθάνης, αν πείθης την γυναίκα σου την θέσι σου να παίρνη.
— Κοπιάστε, αφέντη, από το σπίτι μ' πρώτα, έτσι να ζήσης, να σας κεράσω ορθούς ένα ρακί, για να μου ευκηθήτε το να «&καλοδεχτώ&». Ο προύχοντας, γέροντας σεβάσμιος και γλυκός, δε μπόρεσε να μη δεχτή το προσκάλεσμα της δυστυχισμένης εκείνης γυναίκας, που την είχε συντρέξη πολλές φορές και με την υπόληψή του και με χρήματα, κι' έστριψε να μπη στον αυλόγυρό της.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν