Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 17 Ιουλίου 2025


Και μετά τινα σιγήν επρόσθεσε κλαυθμηρά τη φωνή: — Εγώ ούτε ματαιόφρων, ούτε κούφος, ούτε μικρόψυχος είμαι, ως η ανόητος Νεάπολίς σου! Αλλά συ τέτοιος ήσουν πάντοτε. Πάντοτε μ' έπαιρνες για τ ρ ελ λ ο κ ό ρ ι τ σ ο! — Τι συκοφαντία! ανέκραξα εγώ ανακαγχάσας, όπως προλάβω το κακόν, αλλά ήτο πολύ αργά!

Βρε, σκοτίζει βλέπω· είπε με απορίαν· μα την αλήθεια! επρόσθεσε μειδιών, δεν 'πήγε χαμένος ο κόπος μου· τώδωσα και κατάλαβε. Κ' έφερε πάλιν μετά βίας τα χείλη εις την τρύπαν μετά πάθους. Η ησυχία αποκατέστη πάλιν.

Αύται ήσαν, άνευ ουδεμιάς ελαττώσεως αι δυνάμεις των Αθηναίων κατά την εποχήν της πρώτης εισβολής των Πελοποννησίων και την έναρξιν του παρόντος πολέμου. Επρόσθεσε δε και άλλα ο Περικλής, ως συνήθιζε, προς απόδειξιν ότι η νίκη θ' απέβαινεν υπέρ αυτών.

Εκείνη ήνοιξε την ποδιάν της και ο Αντωνέλλος έχυσε μέσα όλα τα τάλληρα του μανδηλιού του. — Να τα κάμης ό,τι θες· επρόσθεσε. Ο γαμβρός του εδόθη εις γέλωτα θορυβώδη. — Γέλα όσο θες, είπεν ο Αντωνέλλος· έχεις ακόμα να μου δίνης εκατό τόσα τάλλαρα, εκείνη τη παλαιά διαφορά! — Καλά, καλά, είπεν ο καπετάν Γιάννης, μη παύων να γελά.

Στάσου να ιδής πως αρχίζει· Στρατιώτες . . . — Αγάπα τα στρατιωτικά ; — Ναι, ναι· τώρα θυμήθηκα. Αγάπα τα στρατιωτικά, πάντοτε μάνθανέ τα. Στρατιώται ήσαν οι όλοι σου και πάπποι και προπάπποι. Και όλον το γενολόγι σου καλούς στρατιώτας είχε .. Μα επρόσθεσε συλλογισμένος· στρατιώτες είχε τάχα ή σοφιστές ; — Και τα δυο· είπε η κόρη.

Λοιπόν κύριε Αριστόδημε· το χέρι σας; για τελευταία φορά· του είπε ο Περαχώρας, μπαίνοντας στο γραφείο με το καπέλλο στο χέρι. — Και σας ευχαριστούμε για την τόση σας φιλοξενία! επρόσθεσε ο Γκενεβέξος από πίσω του. — Ω κύριοι· εψιθύρισε ο Αριστόδημος, σκύβοντας ταπεινότατα το κεφάλι του. Λυπούμαι πολύ που χάνω την πολύτιμη συντροφιά σας.

Εγώ, άφες που το ήξευρα και πριν, μα μου το είπε κ' ένα όνειρο προχθές. Θέλετε ν' ακούσετε; — Βέβαια, θέλουμε· είπαν όλοι μονόγνωμοι. — Είμαστε περίεργοι· επρόσθεσε ο Θεομίσητος χαμογελώντας. — Ακούσατε λοιπόν: Ο Κουρδουκέφαλος έρχεται και μου λέγει: ή τον παρά ή το σπίτι. — Ούτε παρά ούτε σπίτι· τ' απαντώ εγώ αξιοπρεπώς. — Θα σε πολεμήσω! μου λέγει. — Πολέμα! του λέγω.

Δεν ξεύρεις να δέρνης καλά! Επρόσθεσε δυνατώτερα ο άγνωστος, τον οποίον από τους λόγους του εννοήσαμεν, ότι ήτο ο πατήρ του Αλεξάνδρου. Εγώ να σε μάθω να δέρνης καλλίτερα. Και υψώσας ταχέως την χείρα τουθεέ μου! τι χειρ ήτο εκείνη, και τι κρότον έκαμε! — κατέφερεν αυτήν τόσον βιαίως εις το πρόσωπον του διδασκάλου, ώστε τον εσφενδόνισε κάτω της έδρας του.

Καλήτερα, λέω, να μάθη πώς είμαστε σήμερα. Τι θα βγη με τα περασμένα; Αν έκαν' έτσι ο πατέρας σου, δε θα είχαμε σήμερα τούτη την τρυπούλα. Κ' έπειτα να σου ειπώ· επρόσθεσε μαλακώτερα· καλά είσαι συ στα βιβλία. Ας το το παιδί να πάρη το δρόμο του. Δε μπορεί να γίνουμε όλοι σοφοί! — Καλά, μητέρα, καλά· είπε ο Αριστόδημος, σηκώνοντας μ' αδιαφορία τους ώμους του· ας γίνη ό,τι θες.

Ο δε ιερεύς επρόσθεσε τα εξής Πόσον τω όντι ευτυχέστεροι των άλλων χριστιανών είμεθα ημείς οι Έλληνες, έχοντες διπλούν κέντρον προς την ηθικήν ημών βελτίωσιν, τας αρετάς των προγόνων αφ' ενός, και τας θείας διδασκαλίας του Ιησού αφ' ετέρου. Πώς να μη γίνωμεν φιλάνθρωποι και ευεργετικοί, εάν αληθώς είμεθα και Έλληνες και Χριστιανοί;

Λέξη Της Ημέρας

παρεμβαλλόμεναι

Άλλοι Ψάχνουν