Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Όλες είταν χαρούμενες. Είχαν δεχτή καλά γράμματα, και λίρες, και χαρίσματα, και φιλιά και παρηγοριές κ' ελπίδες, άλλες απ' τα παιδιά τους, άλλες απ' τ' αδέρφια τους, άλλες απ' τους άντρες τους, ύστερα από τόσους μήνες χωρίς μαντάτα και γράμματα.
Τα έπιπλα και τα σκεύη του σπιτιού ήσαν ανεπαρκή διά την έκτακτον εκείνην περίστασιν και είχαν δανεισθή από την γειτονιάν καθέκλες και τραπέζια, τα οποία επροσπάθουν να συναρμόσουν διά να σχηματίσουν μεγάλην τράπεζαν επαρκή διά τους προσκεκλημένους. Τα πολύτιμα πινάκια είχαν κατεβασθή και τα μάκτρα τα «ξομπλιαστά» εξεκρεμώντο από το ράφι, διά να τεθούν εις την τράπεζαν.
Και τώρα είχαν οι Παραμυθιώτες ψύλλους και ψύλλους! Πρώτο πρώτο, η δουλειά του Πανάγου, έπειτα και κάτι διαφορές που ξεφύτρωσαν πάλε ανάμεσα Τούρκους και Χριστιανούς. Δεν είταν εποχή εκείνη για μάχητες. Δεν το θέλανε μήτε από τόνα το μέρος μήτ' από τάλλο.
Και το μεν ευώνυμον κέρας των Βοιωτών ενικάτο υπό των Αθηναίων, οι οποίοι εις το μέρος τούτο είχαν πιέσει τους εχθρούς και προ πάντων τους Θεσπιείς, οι οποίοι, αφού υπεχώρησαν οι περί αυτούς παραταγμένοι, περιεκυκλώθησαν εντός ολίγου υπό των Αθηναίων και λυσσωδώς αμυνόμενοι κατεκόπησαν· και εκ των Αθηναίων τινές περικυκλώσαντες τον εχθρόν διέλυσαν τας τάξεις, και χωρίς να το εννοήσουν εφόνευσαν αλλήλους.
Ενώ δε αυτοί ευρίσκοντο εις την Αττικήν, οι Αθηναίοι απέστειλαν περί την Πελοπόννησον τα εκατόν πλοία, τα οποία είχαν εξοπλίσει, επιβιβάσαντες επ' αυτών χιλίους οπλίτας και τετρακοσίους τοξότας· εστρατήγει δε Καρκίνος ο Ξενοτίμου, Πρωτέας ο Επικλέους και Σωκράτης ο Αντιγένους.
Και κείνος είτανε τότε πέντε ως έξι χρονών και το ζήτημα είτανε το ίδιο — ναλλάξη το πουκάμισο. Μεταχειρίστηκε απαράλλαχτα τα ίδια λόγια: Πρώτη φορά, είπε, έννοιωσα πως με πιάνανε τραχιά. Στάθηκα κοντά στο κρεββατάκι του Σβεν και τον κοίταζα πολλή ώρα. Τα μελίγγια του είχαν κάνει μικρούς λάκκους. Μα κοιμότανε βαθιά κ' ήσυχα κ' έσκυψα και τονέ φίλησα στο μέτωπο.
Στο τέλος, οι ναυτικοί παρατήρησαν μέσα από τη μαύρη καταχνιά μια ακτή που ύψωνε τους γκρεμούς της και της ξέρες της: κομμάτια θα τους έκανε κει απάνω η θάλασσα. Μετάνοιωσαν. Γνωρίζοντας ότι ο θυμός της θάλασσας ερχότανε από αυτό το παιδί — που, ώρα μαύρη, είχαν αρπάξει — αποφάσισαν να το ελευθερώσουν, και τώβαλαν σε μια βάρκα για να το βγάλη στη στεριά. Αμέσως έπεσαν οι άνεμοι και τα κύματα.
Δηλαδή από γάλα και κρέατα δεν είχαν καμμίαν έλλειψιν, εκτός δε τούτου και από το κυνήγιον δεν επρομηθεύοντο μηδαμινήν τροφήν ούτε ολίγην. Και βεβαίως και από ενδυμασίας και στρώματα και κατοικίας και σκεύη μαγειρικά και οικιακά είχαν αφθονίαν. Διότι αι κεραμοπλαστικαί τέχναι και αι πλεκτικαί δεν έχουν καμμίαν ανάγκην του σιδήρου.
Η μητέρα μου ήτανε ακόμη αρκετά όμορφη: οι κυρίες της τιμής, οι καμαριέρες μας είχαν περισσότερα θέλγητρα απ' όσα μπορεί κανείς να βρη σ' όλη την Αφρική: όσο για μένα ήμουνα θαμπωτική, ήμουνα η ίδια ομορφιά, η ίδια χάρη κ' ήμουνα κορίτσι. Δεν έμεινα για πολύ. Αυτό το άνθος, που ήτανε φυλαγμένο για τον ωραίο πρίγκιπα της Μάσσα-Καρράρας, μου πάρθηκε από τον κουρσάρο καπετάνιο.
κι έδειχνε ανάερο φάντασμα στο φάρο εκεί πλευρά του μύλου τα λευκά πανιά ασάλευτα απλωμένα. Όλα λευκά κι ασάλευτα· και μόνο τα φτερά των γλάρων στο νερό κοντά σάλευαν ξυπνημένα. Και μόνο δυο ναυτόπουλα στην αμμουδιά είχαν βγει απ τα καΐκια που άραζαν ριγμένα στο ακρογιάλι, και τα γυμνά τους τα κορμιά ξάπλωσαν στην αυγή και το καράβι κοίταζαν που είχε μακριά προβάλει
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν