Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 19 Ιουλίου 2025


Μεθ' ό, θείσα το κόσκινον επί των γονάτων και κύψασα επ' αυτού, σοβαρώς ήρξατο να μελετά· ως μοι εφαίνετο, τας συμπτώσεις των κυάμων. Η μήτηρ μου και η Οθωμανίς εσπούδαζον και αυταί μετά πολλής ευλαβείας. — Κύτταξε! είπεν η Αθιγγανίς μετά μακράν θρησκευτικήν σιωπήν. — Εδώ είναι ο φονιάς και εδώ είσαι συ. Κανένας δεν είναι τόσο κοντά σου, όσον αυτός και τα παιδιά σου.

Η βοή η νεκρά της φωνής των συνωδεύθη ήδη υπό τινος γογγυτού μυστηριώδους: — Ωχ! — Μωρέ εδώ είνε ο κατακαϋμένος! Παρετήρησεν εν πεποιθήσει ο ποιμήν. Και συγχρόνως ιδών το ρήγμα της χιόνος το σχηματισθέν κατά την πτώσιν του Μπάρμπα-Σταύρου, είπεν ως ενώπιον κινδύνου. — Καρδιά, παιδιά, καρδιά, και τον ηύραμε! — Νά, είπον και οι λοιποί. Εδώ εις το μέρος αυτό είνε χανδάκι.

Τα πουλιά κάπως σαστισμένα, σα πιασμένα από θλίψη ανεπάντυχη, πετούσαν χωρίς χάρη, ανόρεχτα εδώ κ' εκεί, τόρα τρύποναν μέσα στα χαμόκλαδα, ύστερα έφευγαν πέρα προς τις ράχες με την ελπίδα να βρουν λίγο ήλιο, λίγη πρασινάδα, και γύριζαν πίσω πάλι απελπισμένα, σαστισμένα, σα πιασμένα από ανεπάντυχη θλίψη και τρύποναν πάλι στα χαμόκλαδα, στις γούβες της ρεμματιάς.

Εγώ, τι να σου πω, δεν μου κολλάει ύπνος απόψε, μ' αυτά τα διαβολοχρήματα. — Αμ' εμένα; — Πρέπει κάτι να τα κάμωμε . . . να τα βγάλωμε από εδώ μέσα . . . γιατί . . . — Κ' εγώ το ίδιο συλλογίζομαι. — Εγώ λέω, γυναίκα . . .

Ασκεπής εδώ, με την κόμην φρίσσουσαν εν τω κινδύνω ίστατο όρθιος επί της πρύμνης του πλοιαρίου του, μιας βρατσέρας δώδεκα πήχεων, με το μακρουλόν ως αυγόν κεφάλι του, κρατών το πηδάλιον και αναβλέπων προς τα ιστία. Παρέκει, πεσμένος ο ασημένιος καπετάνιος εις το πέλαγος, εκολυμβούσε να σωθή μόλις ανατείνων την μακρουλήν κεφαλήν του από μέσα από τα κύματα ως κολοκύνθιον χρυσούν.

Αργότερα σαν η φαμελιά του δυνάμωσε και βασίλεψαν πλατύτερα και πιο συνθετικά ιδανικά στο νου της, πήγε κ' έχτισε στην ακροποταμιά. Τρία ποτάμια έσμιγαν εδώ τα νερά τους. Έφερναν και τα τρία στους ευτυχισμένους κατοίκους της τα πλούτη των παραμυθιών. Σαν πιστοί και καλόβουλοι δουλευτάδες, μάλωναν και τα τρία ποιο να πρωτοθησαυρίση τον αφέντη του.

Εγώ αισθάνομαι μεγάλην χαράν εις τα όσα μου εξεμηστηρεύθης, και επειδή και έχεις μίαν γυναίκα, που την αγαπάς τόσον, και που επιθυμάς να ευρεθής σιμά της, εγώ σου τάσσω να την ιδής ογλήγορα· μα πόση στράτα στοχάζεσαι να είνε απ' εδώ έως την Μπάσραν, ηκολούθησεν αυτός να λέγη· ηξεύρεις που έχης να περιπατήσης εβδομήντα χρόνους διά να φθάσης εκεί; μα με όλον αυτό το μέγα διάστημα, εγώ θέλω σε κάμει να σε φέρη ένα τελώνιον διά να απολαύσης την Γαντζάδα, που την είδες εις το όνειρόν σου.

Έστρεψαν και παρετήρησαν μετά φόβου τα σκοτεινά και ανήλια μέρη άτινα διήλθον κ' εξηκολούθησαν πάλιν τον δρόμον των σπεύδοντα προς το φως, ωσεί διά να το προφθάσουν. — Πεινάω· είπε μετ' ολίγον ο Γιάννος κλαυθμηρώς. — Κ' εγώ, μα πού ψωμί; απήντησεν η Μάρω άπελπις· ψυχή ζωντανή δε φαίνεται πουθενά! Και τα παιδία παρετήρησαν το μέρος όπου ευρίσκοντο, εδώ κ' εκεί μετά φρίκης.

Απ' εδώ αρχίζει ο αγών, και ιδού το πρώτον της Οδού μου σημείον. Βλέπεις το άγαλμα εκείνο, το ευρισκόμενον επάνω εις τον υψηλόν οβελίσκον; — Όχι· δεν βλέπω τίποτε· βλέπω τον οβελίσκον, αλλά το βλέμμα μου μέχρι της κορυφής του δεν φθάνει.

Δέκα πέντε ημέρες πρέπει να μείνω ακόμη εδώ, και έπειτα, έκαμα τον εαυτόν μου να πιστεύση ότι ήθελα να επισκεφθώ τα μεταλλεία του *. Κυρίως όμως τούτο δεν είνε τίποτε, θέλω μόνον να έλθω πάλι κοντήτερα στην Καρολίνα, αυτό είναι το παν. Και . . γελώ για την καρδιά μουκαι της κάμνω το θέλημά της. 29 Ιουνίου Όχι, είναι καλά,! όλα είναι καλά! — Εγώ . . . σύζυγός της!

Λέξη Της Ημέρας

πολύτεχνες

Άλλοι Ψάχνουν