Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Ιουνίου 2025


Ουφ! βαρέθηκα, τι αηδία, καλέ... Θ' αφήσω το γράμμα μου για τ' απόγευμα, που κλείνει και το ταχυδρομείο. Θεέ μου! Πώς ν' αρχίσω, πώς να σου τα πω. Φρίκη, φρίκη, φρίκη! Είδες πάφησα το γράμμα μου; Ε, μπήκα μια στιγμή στη σάλα γιατί σούγραφα απ' την τραπεζαρία. Άξαφνα ακούω ένα μπαμ! μπουμ! κάτω στο καφενείο.

Πήγε να πλαγιάση, μα το κεφάλι της την πονούσε, τα μηνίγγια της χτυπούσαν. Δεν την εύρισκε ύπνος... Ο Παπα-Παρθένης ταξιδεύει. Η καπετάνισσα τον καρτερεί. Πέρασε ένας μήνας, δυο μήνες. Χρόνια της είχαν φανή της παπαδιάς. — Καιρός είνε, που θα καλοδεχτούμε τον παπά, ζύγωσαν οι μέρες, έλεγαν οι γειτόνισσες που ερχόντανε και τη συντρόφευαν. Σε λίγες μέρες ήρθε κάποιο γράμμα απ' τον Πειραιά.

Της Κορδηλίας είν' αυτό το γράμμα. Το γνωρίζω. Καθώς με ανεκάλυψετην σκοτεινήν ζωήν μου, θα κατορθώση κ' εις αυτά τα τωρινά δεινά μας να φέρη την διόρθωσιν. — Ω κατακουρασμένα κι' αγρυπνισμένα 'μάτια μου, 'μάτια βαρειά, κλεισθήτε να μη τον βλέπετε αυτόν της εντροπής τον θρόνον. Αι, Τύχη, καλή νύκτα σου. Μίαν φοράν ακόμη, ω Τύχη, χαμογέλασε, και κύλα τον τροχόν σου. Αποκοιμάται Εξοχή.

Τον κοίταζε με τα γυάλινα μάτια της. «Α, είσαι ο Έφις; Ο Θεός μαζί σου. Λοιπόν, από ποιόν ήταν το γράμμα; Από τον ντον Τζατσιντίνο; Εάν έρθει, να τον υποδεχτείτε καλά. Στο κάτω κάτω γυρίζει στο σπίτι του. Είναι η ψυχή του ντον Τζάμε, επειδή οι ψυχές των γερόντων ξαναζούν μέσα στους νέους. Κοίτα την Γκριζέντα, την εγγονή μου!

ΜΕΝΕΛΑΟΣ Σου σπάζω την κεφαλήν δι αυτής μου της ράβδου. ΠΡΕΣΒΥΤΗΣ Σπάσε την. Είναι τιμή ν' αποθνήσκη τις υπέρ του κυρίου του. ΜΕΝΕΛΑΟΣ Άφες το γράμμα, σου λέγω. Οι δούλοι πρέπει να λέγωσιν ολίγα. Τρέξε, κύριε μου. Επετέθη κατ' εμού βιαίως ο Μενέλαος και μου ήρπασε την επιστολήν σου από τας χείρας μου, κωφός εις τα δίκαια παράπονά μου. ΑΓΑΜΕΜΝΩΝ και οι ΑΝΩΤΕΡΩ

ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Ω, έλα, Γλάμη ένδοξε και Καουδώρ μεγάλε, ω έλα, μεγαλείτερε ακόμη κι' απ' τα δύο κατά τον τελευταίον των χαιρετισμόν εκείνον! Το γράμμα σου μ' εσήκωσε απ' το παρόν, και τώρα το μέλλον προαισθάνομαι! ΜΑΚΒΕΘ Αγάπη μου, απόψε ο βασιλεύς έρχετ' εδώ. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Πότε θ' αναχωρήση; ΜΑΚΒΕΘ Καθώς σκοπεύει, αύριον. ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ Δεν θα ιδή ο ήλιος αυτό το αύριον ποτέ!

Πολλές τέτοιες σκέψεις έκανα και βράδυ βράδυ βλέπω και έρχεται ο Δρόμων και μου φέρνει αυτό το γράμμα απ' αυτόν. Πάρ' το και διάβασ' το, Χελιδόνιον νομίζω ότι ξέρεις γράμματα. ΧΕΛ. Ας δούμε τι λέει. Το γράψιμο δεν είνε πολύ καθαρόν και φανερώνει ότι αυτός που έγραψε το γράμμα ήτο βιαστικός. Αλλ' ας διαβάσωμεν• «Ότι σε αγαπούσα, Δροσί, έχω μάρτυρας τους θεούς».

Μου έδωσε το γράμμα και δε θέλησα να το διαβάσω, να μη θαρρή πως δεν την πιστέβω· εκείνη να μου πη τι είχε μέσα. Με κοίταξε και με πήρε από το χέρι κι ανεβήκαμε λιγάκι, και πήγαμε να καθήσουμε εκεί απάνω, στη θάλασσα μπροστά. Καθήσαμε στην ίδια θέση που την είχα φιλημένη πρώτη φορά. Έλεγε σε δυο ώρες να βραδυάση κι αργοπορούσε. Άστραφτε το καλοκαίρι.

Κρατούσε στα χέρια της ένα γράμμα και δυο λίρες, δυο λίρες κίτρινες κίτρινες και κατάχρυσες που ποιος ξέρει με τι βάσανα τις κέρδισε και τις απόχτησε εκείνος εκεί πέρα για να τις της στείλη.

Έχομεν εν τω Μάκβεθ χρησμούς λοξούς οίτινες, κατά γράμμα εκπληρούμενοι, εξαπατώσιν ουχ ήττον τους προς ους εδόθησαν έχομεν προ πάντων τας Μαγίσσας, τα σατανικά εκείνα όντα, των οποίων η άπαξ επί της εκθάμβου σκηνής εμφάνισις αρκεί, όπως εμφυσήση εις ολόκληρον το δράμα το δέος της παρουσίας και της επικρατήσεως αυτών.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν