Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 5 Ιουνίου 2025


Κιαν τη μέρα δε σκότωνα τίποτα, τη νύκτα στα όνειρα μου έκανα θραύση. Καμμιά φορά μάλιστα ονειρευόμουν πως τουφέκιζα θηρία που γνώριζα μόνο από τη φυσική ιστορία ή από τα παραμύθια. Οι βοσκοί έκαναν ευχάριστη συντροφιά αν κήσαν απλοϊκοί διάπυροι του κόσμου. Είνε ζήτημα αν τρεις φορές το χρόνο πήγαιναν στο χωριό και κανείς των ίσως δεν είχε πάει στην πόλη.

Χωρίς να το νοιώθω απάγγελνα στίχους κ' ένας σπασμωδικός λυγμός έσφιγγε το λάρυγγά μου, σα να ήθελε να με πνίξη, και για νανασάνω έσκυψα από το ανοιχτό παράθυρο και κοίταζα την τοποθεσία, όπου γνώριζα κάθε άποψη, κάθε καμπή του δρόμου. Από τις πέτρες, όπου σκόνταβε το αμάξι, ένοιωσα πως είχαμε στρήψει στο μονοπάτι, που έφερνε στην κατοικία μου.

Αυτή η ηθοποιός είπε στο Μαρτίνο, μου αρέσει πολύ· ομοιάζει υπερβολικά με τη δεσποινίδα Κυνεγόνδη, θα χαιρόμουνα πολύ αν τήνε γνώριζα. Ο Περιγουρδίνος αββάς προσεφέρθηκε να τον εισαγάγη στην ηθοποιό. Ο Αγαθούλης, αναθρεμμένος στη Γερμανία, ρώτησε, ποια ήτανε η ετικέττα και πώς φέρνονται στη Γαλλία προς τη βασίλισσα της Αγγλίας. — Κατά τις περιστάσεις, είπε ο αββάς.

Δεκάξη χρονών αγόρι, αμούστακο σαν κορίτσι, αγνώριμο, με χίλια όνειρα και με δίχως κόσμου πείρα, κ' ίσια στην Πόλη, στο Φανάρι, σε κάποιου Κυρ Φωτάκη, ενός που γνώριζε από τα παλιά το γέρο μου σαν ταξίδευε, και που τι είταν η δουλειά του καλά καλά δεν το γνώριζα, ζουγράφιζε όμως κάποτες άγιες εικόνες, και με πολύ καμάρι τις κοίταζε κι άδικο δεν είχε, γιατί όλοι του οι Άγιοι Νικόλαοιτη χάρη τους νάχουμε — ο ένας από τον άλλονα μήτε τρίχα διαφορά!

Μα όσο μπορώ να θυμηθώ, το γνώριζα πως δεν είμαι σαν τους άλλους ανθρώπους. Είχα αιστανθεί μέσα μου την ανάγκη να πεθάνω. Μπορείς να το νοιώσης, τι σου λέω τώρα; Μόλις μπορώ και το νοιώθω η ίδια.

Αχ! τι ώμορφος, που είταν ο πατερούλης μ'! Ψηλός, ασπροκόκκινος, μαυρομμάτης, μαυροφρύδης και μαυρομούστακος. Άγγελος γραμμένος, βαβούλα μ'! Τι πατέρα ώμορφον έχω η καημένη και δεν το γνώριζα ως τα τώρα!

Και ρωτούσα τον εαυτό μου: Γιατί; Γνώριζα πως δεν μπορούσα ποτέ να τη ρωτήσω γι' αυτό. Γιατί θα μου αγκάλιαζε το λαιμό με τα χέρια της και θα μου έλεγε: «Ω, δε μου έχεις κάμει ποτέ άλλο από καλόΝόμιζα πως άκουγα το φανατισμό της φωνής της, όταν έλεγε αυτά τα λόγια. Ναι, ήξερα πως έτσι θαπαντούσε κ' ήξερα πως όλα όσα έλεγε τα αιστανότανε αληθινά. Η ιδέα όμως αυτή δε με ησύχαζε.

Εγνώριζα όμως ένα ερημοκλήσι της Παναγίας σε τόπο απόμερο και σε απόσταση όχι μεγάλη από το χωριό. Σπανίως το λειτουργούσαν, αλλά γνώριζα ότι το κλειδί ήτο στο υπέρθυρο και μπορούσε καθένας να μπαίνη και να προσκυνά. Τώκρινα κατάλληλο για το σκοπό μου. Κάθε μέρα λοιπόν με την πρόφαση τον κυνηγιού τραβούσα προς το εκκλησιδάκι κιεκεί μέσα περνούσα μια ώρα περίπου.

Γνώριζα τη φωνή της όταν έπαιρνε τόσο βαθύ και θερμό τόνο, σα να σιγάζανε όλα τάλλα μέσα της όξω από την αγάπη. Ένοιωσα πως η απόφασή της τώρα είταν ακλόνητη, πως η Έλσα είτανε πάλι δική μας ή ήθελε να γίνη κ' ένα θερμό κύμα ευγνωμοσύνης σ' αυτή και σ' όλη τη ζωή φούσκωσε μέσα μου.

Τον νιον αυτόν τον θεριστή, που τραγουδάει την νύχτα, Να κάτεχα, να γνώριζα! Ήλιε, γλυκέ πατέρα, Ήλιε, οπού μου χάρισες τόση εμμορφιάτον κόσμο, Μη τα χαλάς τα νιάτα μου και μη τα φαρμακώνης.

Λέξη Της Ημέρας

ολύμπου·

Άλλοι Ψάχνουν