Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025
Δράκους αλλού κεντάει και λάμιες και νεράιδες, Κεντάει κ' έναν γιαλό με ζαφειρένια πλάτια· 'Σ την άκρη του γιαλού την ίδια τη θωριά της Ολόφαντη ιστορεί από εμμορφιάν και νειότη Και πλούτον και αρχοντιά, και 'ς τα λευκά της χέρια Τ' αργόχειρο κρατεί, τ' ωριόπλουμο μαντήλι, Μαντήλι του γαμπρού, του γάμου της κανίσκι, Ανάρηα το κεντάει κι όλο του λέει τραγούδια: Μαντήλι πλουμερό και χρυσοκεντημένο.
— Εννηά και δεκαπέντε, μου χρωστούσε ο μακαρίτης ο άντρας σου, είπε, και δυο τάλλαρα δανεικά κι' αγύριστα του γαμπρού σου γίνονται . . . Και λαβών κάλαμον ήρχισε να εκτελή την πρόσθεσιν πρώτον και την αναγωγήν των ταλλήρων εις δραχμάς, είτα την αφαίρεσιν από του ποσού των δέκα γαλλικών ταλλήρων. — Κάνει να σου δίνω . . . ήρχισε να λέγη ο κυρ-Μαργαρίτης. Τη στιγμή εκείνη εισήλθε νέον πρόσωπον.
Πάλι όμως τη χρειάστηκε τη βοήθεια του γαμπρού του ο Μαξιμιανός όταν άρχισε να μαλλοτρώγεται με το γιο του το Μαξέντιο. Πήγε τότες ίσια στον Κωσταντίνο.
Αυτοί είναι υπόλογοι προς τους γονέους της, να την παν χωρίς να πάθη τίποτα ως το σπίτι του γαμπρού. Αυτή η σημαία χρησιμεύει ως στρώμα της Άγια-Τράπεζας, κι’ όταν γένεται γάμος, προσαρμόζεται σ’ ένα μακρύ κοντάρι, στήνεται στο προαύλιο του σπητιού του γαμπρού και προπορεύεται στη συνοδεία, που πηγαίνει να πάρη τη νύφη.
Κι' εφτύς σαν είδε τ' άσκημα σημάδια του γαμπρού του, πρώτα να πάει τον πρόσταξε τη σκιαχτερή Κατσίκα να σφάξει. Αφτή είταν θεϊκό, κι' όχι θνητώνε θρέμμα, 180 λιοντάρι ομπρός, καταμεσύς κατσίκα, πίσω δράκος, κι' έβγαζε φλόγες και φωτιές απ' τα πλατιά ρουθούνια. Κάνει καρδιά από θεϊκά σημάδια και παγαίνει και τη σκοτώνει.
Διαμάντια, ασήμι μάλαμα και βιο δε σου ζητούσα, Τάμμα την κόρη σου ήθελα οπού την αγαπούσα. Και τώρα που το στέριωσα, θα πάω να την ευρώ. Και πάει και ρίχνεται κι' αυτός μέσ' 'ς τ' Άσπρου το νερό. 'Στήν άκρη του γιαλιού ξανθή καθέται κόρη Κι' ωρηόπλουμο λευκό χρυσοκεντάει μαντήλι, Μαντήλι του γαμπρού του γάμου της κανίσκι, Την θάλασσα κεντάει με τα νησιά της όλα.
Όταν έμαθε την κακομυαλιά του γαμπρού του, τη δυστυχία της αδερφής του, των ανεψιών του τη δύσκολη ζωή δεν άπλωσε χέρι να τους βοηθήση. Επήγαν πολλοί να του παραστήσουν την ανάγκη τους, να του ζητήσουν συντρομή. Αλλ' εκείνος τον κουφό. — Καθένας, έλεγε, κάνει την τύχη μοναχός του. Αλοί σ' εκείνον που περιμένει από ξένο χέρι! Αλοί στον κούκκο που γεννά σε ξένη φωλιά!
Για τη χώρα, να φέρω κι άλλα ζα της νύφης και του γαμπρού. Πάσκισα να στείλω το γιο μου για να φάγω και γω κεσκέκι, μα δεν της ήρθε της Κερά Δέσπως. Θέλει, λέει, να τάχη την άλλη μέρα σίγουρα, γιατί βιάζουνται. Αλλονού παπά Βαγγέλιο πάλε αυτός ο γαμπρός. Να μη σου δίνη, λέει, καιρό μήτε να χορέψης. Ας το χαίρεσ' η αφεντιά σου, που θα είσαι δω αύριο. Ως τόσο να μην είσαι με την παρέα!
— Αδύνατος άνθρωπος αυτός ο Κυριάκος, είπεν ο παππά Κύριλλος και είνε φόβος μήπως τον καταφέρει και τονε στεφανώσει γιατί έχει και βοηθούς σαν κι' αυτόν. — Ναι, έχει τον παππά Κρητικό, τον κατεργάρη και τον Γιάννη τον Σερέτη τον συγγενή του γαμπρού, είπεν ο Γιώργης. — Θαρρώ όμως πως δε θα τα καταφέρη, είπεν ο παππά Φίλιππος.
— Να φουρνίσουμε! λέγει μία εξ αυτών. — Σας είπα, δεν κουλλώ! — Δε κουλλάς; Μ' τι κάνεις; — Ό,τ' κάνει ου δεσπότης οπ' βλογάει τα γένεια τ' πρώτα. Δε του ξέρετε αυτό: Απήντησεν η Μιλάχρω, διορθόνουσα την μανδήλαν της περί το πωγώνιον, ως εάν είχε πώγωνα. — Πάμε, αρί-σείς, εφώνησε τότε μία εν οργή. Έχει να φουρνίσ' του μπακλαβά του γαμπρού! — Έχου ζέρ'!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν