Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025


Το κακό είνε που, σαν πέση κι' αυτουνού η αγαπητικιά του να τονέ βρη στη θάλασσα, δε θ' ανταμωθούν ποτέ... Κανένας δεν του αποκρίθηκε. Μόνο η βοή της θάλασσας επάλευε με τη φωνή του μεθυσμένου: «Παρακαλώ σας κύματα μη μου την εξυπνάτε». Ως που να γίνη το κρασί κρασάκι περάσανε πενήντα χρόνια. Κι' άλλα τόσα ως που να γίνη ο Καπετάν Δημήτρης Μπαρμπα-Δημητρός.

Εις παρομοίαν διήγησιν η Κυρά κατεβαίνει από τον θρόνον της και πλησιάζει εις τον βασιλέα, τον παίρνει από το χέρι, τον φέρει εις ένα χοντζερέ, εις τον οποίον ήτον μία τράπεζα ετοιμασμένη από εκλεκτά φαγητά· αυτή τον έκαμε να καθήση, ομοίως και αυτή εκάθησεν ανάμεσα αυτουνού και του βεζύρη, ο οποίος από όλα εκείνα, που έβλεπε, δεν ημπορούσε να στοχασθή άλλο διά τον αυθέντην του παρά κανένα δυστυχισμένον τέλος.

Ο καραβοκύρης θέλοντας να δοκιμάση πού ήθελεν υπάγει να τελειώση αυτουνού η πείνα, επρόσταξε να του φέρουν άλλα τόσα φαγητά, ωσάν την πρώτην φοράν, τα οποία δεν εφτούρησαν περισσότερον από τα άλλα, με το να εκατέφαγε και αυτά ευθύς. Ημείς ελογιάσαμεν ότι αυτός θα εχόρτασε, μα εγελασθήκαμεν.

Ήρθα να σάςε πω πως δε θέλω μπλειο παντριγές, μουδέ πράμμα, απήντησεν ο Μανώλης με τόνον μεγάλης αγανακτήσεως. — Να τα! ... Και πώς σούρθε πάλι τουτονά το ξαφνικό; Μην 'πά και μάλωσες πάλι με το Στρατή; — Δεν εμάλωσα με κιανένα. . μα δε θέλω να ξανακούσω τόνομά του μουδ' αυτουνού μουδέ τσ' αδερφής του, μουδέ κιανενούς απού τη χοιρογενειά τως! Δε θέλω μπλειο να τσοι κατέχω.

Κι' ανάμεσ' από τα κλαριά φαίνεταιτο φεγγάρι 'Σάν να τινάζη γέρικο τη χαίτη του λιοντάρι. Το 'μάτι του χύνει αστραπαίς ας είνε γερασμένο· Κι' όταν αναστενάζουνε τα λάσια του τα στήθηα. 'Σάν να μουγγρύζη ακούγεται σύγνεφο φορτωμένο. Ποιος ξέρει τι να κρύβεται καιαυτουνού τα βύθηα, Τι πίκρα, τι παράπονο!

ΑΓΓΕΛΟΣ Σκλάβος πιστεύω να ’τανε του Λαΐου εκείνος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Του Λαΐου που βασίλευε σ’ αυτήν τη χώρα; ΑΓΓΕΛΟΣ Ναι. αυτουνού ’τανε βοσκός αυτός ο δούλος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Τάχα να ζη και βολετό να τον ιδούμε; ΑΓΓΕΛΟΣ Σεις εδώ πέρα ξέρετε καλύτερά μου. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Είναι κανείς εδώ από σας που να γνωρίζη τον δούλο αυτόν που λέγει ο ξένος ή στον κάμπο ή μεσ’ στη χώρα; Πέστε το.

Κάνει χρεία το λοιπόν, είπεν ο Βεδρεδίν, ότι θα του έτυχαν πολλά εξαίσια συμβάντα. Παρόμοια συβεβηκότα που του έτυχαν αυτουνού, απεκρίθη ο τζοχαντάρης, δεν έτυχαν κανενός, και αν ηθέλετε τα ακούση, θέλετε μείνει εκστατικοί. Τότε ο Βεδρεδίν ερώτησε τον τζοχαντάρην, αν ημπορούσαν να υπάγουν να τον εύρουν. Ναι, τους είπεν αυτός, ημπορείτε με ελευθερίαν, επειδή και μετά χαράς δέχεται τον καθ' ένα.

Όπου σέβαλε ο Θεός να δουλεύης, δούλευε. Σου γυρεύει κανένας ψωμί; δίνε του δουλειά κι αυτουνού. Αυτό θα πη ψυχικό. Τάλλα τα ψυχικά είναι για τους σακάτηδες. Οι πιώτεροι στον κόσμο είναι γεροί, και θέλουνε δουλειά, να μην τους σύρη η ακαμωσιά στον κατήφορο, και τότες τρέχα γύρευέ τους, Λεφτέρη μου». Σηκώθηκε ο πάτερ Άγιος, που ναγιάση το στόμα του.

Τότε εγώ του εδιηγήθηκα και αυτουνού τα όσα επέρασα, και έφερα τον λόγον μου απάνω εις τον βασιλέα των τελωνίων Μουσούλμα, διά τα όσα μου επαράγγειλε να ειπώ του Ομάρ και του γαμπρού του Μωάμεθ.

Ήτανε κι' άλλοι ανθρώποι στο χωριό στραβομύτες, στραβοσάγονοι, κεφαλάδες κι' αλλοίθωροι. Μα η ασχημιά του ανθρώπου αυτουνού ήτανε άλλο πράμα. Ούτε ζωντανό κανένα, ούτε πετούμενο, ούτε ψάρι ματαστάθηκε ποτέ τόσο άσχημο. Ήτανε μοναδικός στον κόσμο. Οι ανθρώποι στο δρόμο σταματούσαν και τον κύτταζαν. Τον κύτταζαν όχι πια με περιέργεια, με αηδία ή με συχαμό.

Λέξη Της Ημέρας

στριφογυρισμένα

Άλλοι Ψάχνουν