Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 24 Μαΐου 2025
Τρεις μήνες και θα μ' έχης κοντά σου, και ποιος θα σε πιάνη πια τότες! Αρετ. Σαφίνω, γλυκό μου σπιτάκι, και σεις λουλούδια και βότανα που γλυκοπότιζα, μαραθήτε πια τώρα και σεις, σαν κ' εμένα που με ξερρίζωσαν από το πολυαγαπημένο μου χώμα να με φυτέψουνε στάχαρο το περιβόλι της ξενιτειάς. Δέσπω.
Η δική μου η αγάπη αγκύλια δεν ξέρει· ξέρει μονάχα το βαθιόκοβο το μαχαίρι που σιγοχώνεις στα σπλάγχνα μου μέσα. Πες μου, Αρετούλα μου, φως μου, γιατί αρνιέσαι να μ' αγαπήσης; τι λαχταρεί η καρδούλα σου και δεν τόχω, ψυχή μου; Αν είνε αγάπη λεβέντικη, πρόσταξε με να περπατήξω στις φλόγες, σε γκρεμνούς να τρέξω να πέσω, φείδια να πάω και ν' αγκαλιάσω, στην πίσσα μέσα να βράσω. Αρετ.
Ως τόσο η Βαβυλώνα — πού να είνε η Βαβυλώνα! Τι παράξενο όνομα! Αχ η γύφτισσα! η καταραμένη η γύφτισσα! Σήμερα το πρωί μου τα προφήτευε απάνω σ' αυτό το χέρι! Θα πάω, λέει, στα ξένα, μα θα γυρίσω με καράβι που θάχη — έλα, Χριστέ μου! Ανατριχίλα με πιάνει! Δέσπω. Τι κάνεις, παιδί μου; · Αρετ. Η παραζάλη με λώλανε, καθώς φαίνεται, και παραλαλώ.
Μπορεί να πάη στην Κόλαση παιδί που χαμογελάει της μάννας; Στην Κόλαση πάει η μάννα που το γλυκοχαδεύει; Πες μου· ταηδόνια που κελαϊδούν την αγάπη τους στην Κόλαση μαθές πάνε; Αρετ. Ντροπή και καταφρόνιο μελετάς να μας φέρης, και για πουλάκια μου κουβεντιάζεις; Αυτό το πουλάκι που βλέπεις έχει μάννα κι αδέρφια, και κει να πας να κελαϊδής τα τραγούδια σου. Στεφ.
Και να μην είνε, λέει, θάλασσα παρά να είνε στεριά, και να γλιστράη το καράβι και να τρέχη με μια γληγοράδα, σαν όνειρο! Και να μην ανοίγη στόμα ψυχή να μιλήση, μόνο να κάθουνται κει μέσα όλοι αμίλητοι κι ολόχλωμοι. Χριστέ και Παναγιά μου! Άσκημο, άσκημο όνειρο. Αρετ. Αχ, πως μ' αποτρομάζεις, μάννα, μ' αυτά σου τα όνειρα! Κωστ. Και να δης που θα βγουν το μήνα που δεν έχει σάββατο. Δέσπω.
Στα ξένα και — στα ξένα και στα μακρινά, περνούνε χώ περνούνε χώρες και βουνά, μα δε βρήκανε κονάκι, σαν κι αυτό το χωριουδάκι. Στην κάμαρα της Αρετούλας. Στέκεται η Αρετούλα, και κοιτάζοντας κάποτε στον καθρέφτη βγάζει τα διαμαντικά της και τα φλουριά της. ΑΡΕΤΟΥΛΑ, ύστερα ΔΕΣΠΩ Αρετ. Χρόνος δεν τα φέρνει όσα μιαν ώρα μπορεί και τα φέρνει.
Σε ξέρω, μαννούλα, και πια δε με γελάς. Κάτι θες να του κρυφομιλήσης πάλε του Κωσταντή. Ήθελα και γω να σου πω κάτι, μα καλλίτερα όχι. Δέσπω. Σαν τι λογής; Αρετ. Γιατί να τον καταλαλήσω το δύστυχο! Αυτός κακό δεν είχε στο νου του. Είτανε μια τρέλλα, μα θαρρώ πως γατρεύτηκε πια ως τώρα. Τίποτις, μάννα, τίποτις. Έτσι το είπα. Δέσπω. Ο Θεός να μας φυλάη!
Καλώς να σε βρω. Θα μας κάμης τη χάρη να πιής και του λόγου σου; Αρετ. Καλώς να ορίσης. Με τις υγειές σου και καλώς όρισες. Καλώς να σε βρω, Κωσταντή. Κωστ. Καλώς να ορίσης, Αρετούλα. Με τις υγειές σου, Αρετούλα, και καλώς όρισες. Έτσι να μας γεμίζης πάντα χαρές, κι από τα ξένα ακόμη να μας φέγγης σαν ήλιος που να νυχτώνη και πάλι να χρυσώνεται το χωριό μας. Τι λες κ' εσύ, μάννα. Δέσπω.
Τηνέ σέρνεις κατά το πάθος; Σα λιοντάρι ξεχυμίζει να το ξεμερδίση το ταίρι του. Τίποτις άλλο να σου πω δεν έχω, παιδί μου, όλα του κάκου είνε σαν δεν τηνέ βαστάς πιδέξια στο χεράκι σου αυτή την τριχίτσα. Αρετ. Έννοια σου, μάννα, κι α δεν είνε για την αγάπη του, για τη δική σου την αγάπη θα τα θυμούμαι τα λόγια σου.
Η ίδια· πιο σκοτεινά. Ο Στεφανής ανάμεσα στις πορτοκαλιές. Η Αρετούλα στο παράθυρο δίχως να τονε βλέπη. Αρετ. Ήθελα να ξέρω, σα με γεννούσε η μάννα μου, τι πουλί να κελαϊδούσε μέσα σ' αυτοδά το περιβόλι, και με μάγεψε, και να κλείσω το βράδυ παράθυρο δεν μπορώ δίχως να σκύψω και να το γλυκοδώ!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν