Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 31 Μαΐου 2025
Αλλά τα αντικείμενα, τα οποία εκινδύνευον να υποστώσι βλάβην επάνω εις τα αμάξια, εφέροντο πεζή: υπήρχον όμιλοι αχθοφόρων διά τα εκ κορινθιακού ορειχάλκου αγαλμάτια, έτερος όμιλος διά τα τυρηννικά, άλλος διά τα ελληνικά αγγεία, άλλος διά τα χρυσά, τα αργυρά δοχεία και τα κατεσκευασμένα από ύελον της Αλεξανδρείας.
Οι ναύτες όλοι στην πλώρη συναγμένοι είχαν εμπλεχθή χεροπόδαρα και άλλος ετριβόταν στη ράχη του ενός, άλλος έβανε στα σκέλια του άλλου το κεφάλι, άλλοι επάλαιβαν, άλλοι εκυνηγούνταν. Το σώμα τους μαθημένο στην ενέργεια δεν ημπορούσε να μείνη τόρα στην ακινησία. Είδα πως ο Ανέστης είχε διάθεσι και ηθέλησα να τον σηκώσω αποκεί. — Έλα, του λέγω, ν' ανοίξουμε τα πανιά να λιαστούν σήμερα.
Έτυχε μάλιστα την ημέραν εκείνην να έχουν ως ανάγνωσιν τον μύθον της μαϊμούς, η οποία δεν έξευρε πώς ανοίγουν το καρύδι ούτε εδοκίμασε να το μάθη, αλλά διά να μη κοπιάση το έρριψε και άλλος ωφελήθη από την οκνηρίαν της, το ήνοιξεν εκείνος και το έφαγε. Προικισμένη καθώς ήτο η Ανθούλα με πολύν νουν, δεν εδυσκολεύθη να εννοήση την παρομοίωσιν.
Ξέρω μεν τόσον καλά, καθώς και κάθε άλλος, πόσον είναι αναγκαία η διάκρισις των τάξεων, πόσα και μένα μου δίδει πλεονεκτήματα· μόνον δεν θέλω να μου είναι εμπόδιον, ενώ μπορούσα ν' απολαύσω ολίγην ακόμη χαράν, μιαν ακτίνα ευτυχίας εις αυτόν τον κόσμο. Τώρα ύστερα εγνώρισα στον περίπατο μια δεσποινίδα ντε Β . . . ένα αξιέραστο πλάσμα, που διετήρησε πολύ το φυσικόν εν μέσω των τεχνητών τρόπων.
Μωρέ παιδί μου, απάνω ς' την εκλογή, μωρέ Γιωργή μου, μαθαίνεις τι ζητάει ο κόσμος. Απάνω στην εκλογή σ' ανοίγει ο άλλος την καρδιά του και σου ξομολογιέται. Σου γυρεύει πέντε δραχμές; θα πη πως πάσχει από φτώχια. Σου γυρεύει καμμιά θεσούλα; θα πη πως πάσχει από τεμπελιά! Λοιπόν, μωρέ παιδί μου, η χήρες φωνάζουν. Τες γδύνει, μωρέ Γιωργή μου, ο κυρ-Δμάκης τες κλέφτει, μωρέ παιδί μου!
Ο πονηρός Αστρονόμος απέφυγε να σαφηνίση το πράγμα· είπε μόνον: — Δεν αφίνει αυτός το Πηγιό έτσα εύκολα να του το πάρη άλλος. Ό,τι μπορεί θα το κάμη. Ο Μανώλης ενόησε τότε διατί ο πατέρας του και οι άλλοι έλεγαν τον Αστρονόμον «κουζουλόν». Μόνον τρελλός ηδύνατο να πιστεύση ότι ήτο ικανός ο σπασμένος ο Τερερές να δέση τον Μανώλην. Αν τον εύρισκε κοιμισμένον, μπορεί.
Κι' εκείνοι οι διο δεν ξέφυγαν το μάτι του βροντολάλητου Διός σαν πρόβαλαν στον κάμπο, Μον είδε και συμπόνεσε το γέρο ο γιος του Κρόνου, κι' αμέσως είπε στον Ερμή το γιο του εκεί μπροστά του «Ερμή, π' απ' όλους πιο πολύ σούναι χαρά σου εσένα 335 χωριό να κάνεις με θνητούς και συνακούς σαν κράζουν, έλα να πας, κι' ως τα γοργά τον Πρίαμο καράβια σύρε τον έτσι, π' Αχαιός να μην τον δει πριν άλλος, να μην τον νιώσει καν κανείς, πριν φτάσει ως στ' Αχιλέα.»
Δηλαδή εδώ δεν φιλονικούν καθώς εις τας συναλλαγάς περί του αποτελέσματος όπου κατ' ανάγκην ο είς εκ των δύο είναι μοχθηρός, εάν δεν έγινε κατά λάθος. Αλλά συμφωνούν εις το πράγμα και μόνον φιλονικούν κατά ποίον τρόπον είναι δίκαιον — τούτο δε δεν το αγνοεί όστις εσχεδίαζε το κακόν — ώστε ο μεν πρώτος φρονεί εν τη πλάνη ότι αδικείται, ο άλλος όμως δεν απατάται.
Ο ένας σίφουνας ψιλός, καμαρωτός σαν προβοσκίδα ελέφαντα, μαύρος εκρεμόταν στα νερά και ακίνητος. Ο άλλος χοντρός, ολόισος, εκόπηκεν άξαφνα στη μέση σαν καπνοκολώνα, εσκόρπισε χίλια σύψαλα η βάσις του και απόμεινε γλωσσίδι πολύκροσσο κρεμάμενος από τα σύγνεφα.
Κι' οι άλλοι μόλις έφτασαν στου βασιλιά Αγαμέμνου, όλοι τους όρθιοι με χρυσά ποτήρια τους κερνούσαν 670 οι πρόκριτοι άλλος απ' αλλού και γύρεβαν να μάθουν. Και πρώτος ο αφέντης γιος τους αρωτάει τ' Ατρέα «Έλα, Δυσσέα ξακουστέ, των Αχαιώνε αθέρα, πες μου, Τι, θέλει απ' τη φωτιά να σώσει τα καράβια, ή όχι κι' η περήφανη καρδιά του βράζει πάντα;» 675
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν