Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Μαΐου 2025


Αυτή με όλον που με έβλεπεν εις αυτήν την σύγχισιν δεν έπαυσε που να μου ονειδίζη με πολλές άλλες βρισιές την αχαριστίαν μου με απαρηγότητα δάκρυα, που εδιαπέρασαν εν τω άμα την καρδίαν μου· ο πόνος μου και ο πόνος αυτής που έδειχνε μου εσήκωσαν σχεδόν τες αίσθησες· αλλοί εις εμέ· ολίγον έλειψεν ότι εγώ να κλίνω· και ήθελα χωρίς αμφιβολίαν να θυσιασθώ όλος εις τα κλάμματά της, αν η πίστις του Μωάμεθ δεν ήθελε με κρατήση στερεόν εις την απόφασίν μου· Η Γαντζάδα ήτον πολλά θαυμασμένη, ότι η κλίσις που είχα εις την θρησκείαν μου ήτον τόσον στερεά, που με έκανε να παραιτήσω την απόκτησίν της, τόσον αυτής, ωσάν και των θησαυρών της.

Δεν ξετάζω την αφορμή· βλέπω τ' αποτέλεσμα, το θλιβερό αποτέλεσμα!... Αχ, πώς ήθελα να μην είχα δοξασμένους προγόνους!... Ξαπλώθηκε στον όχτο και τράβηξε την Ελπίδα κοντά του. — Μα τώρα μου φαίνεται πως ξανανιώνω· είπε κυττάζοντάς την στα μάτια. Εκείνη χαμογέλασε. — Κ' εγώ δεν ξέρεις πόσο χάρηκα! εδώ θα είμαστ' ελεύθεροι να τα λέμε.

Άλλο δεν ήθελα κ' εγώ ή αφορμήν να εύρω να του ειπώ την γνώμην μου. — Θα γράψω 'ςτην Ρεγάνην να του φερθή, όπως κ' εγώ. — Ετοίμασε το γεύμα. Αυλή εν τω αυτώ μεγάρω.

Πάντα βλέπω στον ύπνο μου το λιμενάρχη, τη γυναίκα του, την υπηρέτρια, τους βλέπω και ξύπνιος, ακόμη και τώρα, εκεί, μπροστά μου. Ήταν καλοί άνθρωποι, αλλά εγώ ήθελα να βυθιστώ για να μην τους ξαναντικρίσω. Και το χειρότερο ήταν πως δεν μπορούσα να φύγω από το σπίτι τους.

Και την σκληρήν σου αδελφήν δεν ήθελα ν' αφήσω εις την χρισμένην σάρκα του να χώνη λύκου 'δόντια! Την νύκτα την ολόμαυρην, οπού η τρικυμία 'κτυπούσε το ασκέπαστο κεφάλι του, θαρρούσες πως θα φουσκώση η θάλασσα ως τ' ουρανού τα ύψη, να σβήση με τα κύματα τα πυρωμέν' αστέρια! Αλλά επλήθαιν' η βροχή από τα δάκρυά του!

Αν σου το έλεγα, απήντησεν η Αϊμά, θα εθύμωνες πολύ, και ειμπορούσες να κάμης κακόν κίνημα, Εγώ η ιδία δεν ήμουν εις τον εαυτόν μου. Οι άνθρωποι εκείνοι, που ήταν μαζωμένοι εκεί, μ' επείραζαν πολύ. Δεν ήμουν εις τα καλά μου. Δεν ήθελα να κάμω θέατρον, να πομπευθώμεν εις τον κόσμον. Εκύτταζα να φύγωμεν απ' εκεί μίαν ώραν αρχήτερα.

Ο αδελφός μου εις τον καιρόν που έλειψα εκυβέρνησε κακώς τα υπάρχοντά μου, και σχεδόν τα εκατάφθειρε· και εις τον ίδιον καιρόν έκαμε και την Γαντζάδα να στεφανωθή εκείνον τον νέον, όντας φίλος του· δεν εμεταχειρίσθηκα τον αδελφόν μου διαφορετικώς από την γυναίκα μου· και αλησμονώντας τα περασμένα, άρχισα να ζω καθώς και το πρώτον με μεγαλώτατα έξοδα· έξω από το δώρημα του Ομάρ, το οποίον ήτον αρκετόν διά να ζήσω καθώς ήθελα, έλαβα την καλήν τύχην διά να εύρω ένα θησαυρόν εις το σπήτι μου πολλά πλούσιον και ούτως έκαμα μεγάλα πλούτη, που δεν φθάνω να τα φθείρω με όλην ετούτην την πολυέξοδον ζωήν που κάνω.

Ιδών αυτόν ο σιδηρουργός ότι εθαύμαζε, διέκοψε την εργασίαν του και τω είπε· «Πόσον θα εξεπλήττεσο, ω ξένε Λάκων, εάν έβλεπες εκείνο το οποίον είδον εγώ, αφού τώρα η τέχνη του σφυρηλατείν τον σίδηρον σοι προξενεί τόσον θαυμασμόν; Ήθελα να κατασκευάσω φρέαρ εις την αυλήν ταύτην· κατεγινόμην δε να σκάπτω, ότε το εργαλείον μου εκτύπησεν εις φέρετρον μακρόν επτά πήχεων.

Έπειτα τας έχουν κοινάς μεταξύ των όλοι και λέγουν ότι ακολουθούν το δόγμα του Πλάτωνος, αγνοούντες πώς ο θείος εκείνος φιλόσοφος ενόει να είνε κοιναί αι γυναίκες. Θα εχρονοτρίβουν πολύ αν ήθελα να διηγηθώ τι πράττουν εις τα συμπόσια και με ποίαν κτηνωδίαν μεθύουν. Και ενώ τοιαύτα πράττουν, κατακρίνουν την μέθην, την μοιχείαν, την λαγνείαν και την φιλαργυρίαν.

ΙΩΝ Αγαπητή μητέρα μου! πότε θα ιδώ κ' εσένα; τώρα ποθώ για να σε ιδώ περσότερο από πρώτα. μα τι να κάνω τώρα πεια, αν ήσαι πεθαμένη! ΧΟΡΟΣ Η χαρά του σπιτιού, που δουλεύουμε και για μας είνε τώρα χαρά. Μα πως ήθελα μέσ' στου Ερεχθέως τα παλάτια να ζη ευτυχισμένη με δικά της παιδιά κ' η κυρά.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν