Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Ιουνίου 2025


Μη φεύγης, πατέρα, δεν ακούεις ο άνεμος πώς φυσά! — Και ημπορώ να μη φύγω, παιδί μου; Αν δεν ψαρέψω, πώς να φέρω το βράδυ χρήματατο σπίτι! Και με όλην την κακοκαιρίαν έλυσε την βάρκαν του ο κυρ Σταμάτης ο πατέρας της μικράς Φωτεινής, και έφυγεν εις την ανοικτήν θάλασσαν.

Εν τούτοις, ούτε αυτή, ούτε η Δημητρούλα, η κόρη της, ούτε η δύο νοικάρισσες, επίστευσαν εις την εξαδερφοσύνην της. Εγκατεστάθη μέσα εις το χαμόγειον του Βαγγέλη, και δεν έφυγεν ούτε την επιούσαν, ούτε την μεθεπομένην, ούτε την άλλην ημέραν. Πάντοτε έλεγε πως θα φύγη αύριον, και το αύριον δεν είχε ποτέ τελειωμόν.

Όταν δε επέταξε παρ' ολίγον να βυθίση το πλοίον με τον άνεμον των πτερών της• και έφυγεν εκπέμψασα μίαν θρηνώδη κραυγήν. Ημείς εξελθόντες παρετηρούμεν την φωλεάν, η οποία ωμοίαζε με σχεδίαν μεγάλην πλεγμένην από δένδρα μεγάλα. Ήσαν δε εις αυτήν πεντακόσια αυγά και έκαστον ήτο μεγαλείτερον Χιακού πίθου, διεκρίνοντο δε ήδη εντός αυτών οι νεοσσοί και έκραζαν.

το πείσμα τόσων έφυγεν, ιδές, ένα παιδάκι, 665 αφού καράβι ετράβησε, κ' επήρε και την νειότη του τόπου• αρχή 'πουτο εξής κακό θα φέρη• ο Δίας κείνον να κόψη, πριν αυτόςεμάς φυτεύση πόνους. αλλά καράβι δόστε μου ταχύ, κ' είκοσι ανθρώπους όπως καρτέρι στήσω του και τον παραφυλάξω 670 μεςτης Ιθάκης το στενό και της τραχείας Σάμου, να κλάψη 'που εταξείδευσε γι' αγάπη του πατρός του».

Και αυτός και η αδελφή του δεν είχον ουδαμώς λησμονήσει την μητέρα μου, η δε μνεία μόνη του ονόματος της ήνοιξε τας θύρας της οικίας των εις την πτωχήν του κηπουρού θυγατέρα. Την ηρώτησα τι έγεινεν ο πατήρ της. Δεν εγνώριζεν η δυστυχής. Απεχωρίσθησαν καθ' ην ώραν σπείρα Τούρκων επέπεσεν εις του πύργου μας την περιοχήν. Έφυγεν εκείνη μετ' άλλων γυναικών, ο δε γέρων Κύριος οίδεν αν έζη ή απέθανε.

Αφ' ετέρου ήτο ευκολώτερον δι' Αυτόν ν' αποπέμψη το πλήθος, όταν θα έβλεπον ότι οι ίδιοι φίλοι και μαθηταί Του απεπέμφθησαν. Όθεν καθώς επήρχετο το σκότος, βαθμηδόν έπεισε το πλήθος να Τον αφήση, και όταν όλος σχεδόν πλην των ενθουσιωδεστέρων απήλθαν εις τας οικίας ή εις τας συνοδίας των, αιφνιδίως κατέλιπε τους λοιπούς, και έφυγεν επ' αυτών εις την κορυφήν του όρους μόνος διά να προσευχηθή.

Εν τούτοις ο Πακτύης, μαθών ότι ήρχετο στρατός εναντίον του, και ότι ήτο πλησίον, κατελήφθη υπό φόβου και έφυγεν εις την Κύμην.

Ολομόναχος θα ήτον, αν δεν εβαστούσε στην αγκαλιά του μία μικρή κορασίδα. — Τον είδες από σιμά; — Όπως σας βλέπω, αφέντη. — Εκείνος σε είδε; — Θα με είδε. — Και δεν του ωμίλησες; — Εφοβήθηκα, αφέντη. — Τι εφοβήθηκες; — Μου φάνηκε σαν έξω απ' εδώ, αφέντη. — Και έφυγεν απ' εκεί; — Έφυγε. — Τον είδες πού διευθύνετο; — Τον είδα. — Ώστε ειξεύρεις τώρα πού είνε; — Δεν ξέρω, αφέντη.

Και ο συνετός Τηλέμαχος απάντησεν εκείνου• 290 »Μενέλαε διόθρεπτε, πικρότερος ο πόνος, αν μ' όλ' αυτά τον όλεθρο δεν έφυγεν εκείνος, ουδ' αν βαστούσε σιδηρήτα στήθη την καρδία. αλλάτην κλίνη φέρτε μας, ότ' ήλθεν ήδ' η ώρα να πέσουμε, και τον γλυκό τον ύπνο να χαρούμε». 295

ΘΕΡΑΠΑΙΝΑ Ω, φίλταται γυναίκες, πώς η μία δυστυχία ακολουθεί την άλλην σήμερα! Μέσα εις το σπίτι η κυρία μου, η Ερμιόνη, αφού έφυγεν ο πατέρας της και εσκέφθη τι ήθελε να κάμη, να σκοτώση την Ανδρομάχην και το παιδί της, θέλει ν' αυτοκτονήση. Τρέμει μήπως ο άνδρας της, όταν μάθη τι έγινε, την διώξη από το σπίτι, ή την σκοτώση, επειδή εζήτησε και αυτή να σκοτώση εκείνους που έπρεπε να σεβασθή.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν