Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 20 Μαΐου 2025


Κι έπειτα ο καιρός ήταν φοβερός και δεν μετακινήθηκε από τον τόπο του. Έβηχε, και ένας χαμάλης του έφερνε πότε πότε λίγο ζεστό γάλα. Τι καιρός ήταν; Τι καιρόςεπανέλαβε ο Τζατσίντο και σήκωσε το κεφάλι για να δει γύρω, σαν να ήθελε να βεβαιωθεί ότι η νύχτα ήταν όμορφη.

Τρεις φορές όμως φάνηκε ότι ο θαλασσινός άνεμος έφερνε στην παραλία μια μανιασμένη κραυγή. Τότε, δείχνοντας το πένθος τους, η γυναίκες χτυπούσαν τα χέρια τους, ενώ οι σύντροφοι του Μόρχολτ, μαζεμένοι παράμερα μπρος στης σκηνές τους, γελούσαν. Κατά το δείλι, φάνηκε, στο βάθος, το πορφυρό ιστίο: Ήταν η βάρκα του Ιρλανδού, που έφευγε από το νησί. Ξεφωνητά απελπισίας αντηχήσανε: «Ο Μόρχολτ!

Οι άντρες εχαιρόντανε μαζί με το Διονυσιοφάνη που βρήκε το παιδί του και περισσότερο σαν έβλεπαν την ομορφιά του Δάφνη· οι γυναίκες εχαιρόντανε μαζί με την Κλεαρίστη που έφερνε μονομιάς και γιο και νύφη· επειδή τις εθάμπωσε κ' εκείνες της Χλόης η ομορφιά, που δε μπορούσε να βρεθή σ' άλλη. Με λίγα λόγια όλ' η πολιτεία επήγαινε να ιδή το παλληκάρι και την κοπέλα κ' εκαλοτύχιζαν από τα τώρα το γάμο.

Τότε τον έπαιρνε ο μπαμπάς στον ώμο και τον έφερνε όξω στο δάσος και ποτέ άλλη φορά το βλέμμα του Σβεν δεν είχε δείξει τόση ευγνωμοσύνη και ποτέ άλλη φορά το μικρό, απαλό του χέρι δεν είτανε τρυφερότερο. Έπειτα παραπονιότανε πως τον πονούσε το κεφάλι και δεν ήθελε να σηκωθή το πρωί κ' έλεγε πως είταν κουρασμένος.

Εφτά μέρες κ' εφτά νύχτες η θάλασσα τον έφερνε αλαφρά. Κάποτε, ο Τριστάνος για να γλυκαίνη τον πόνο του έπαιζε με την άρπα. Επί τέλους, χωρίς να το καταλάβη, η θάλασσα τον έφερε κοντά σε μια παραλία.

Στη μεγάλη εξοχική στράτα, με τις πυκνές δεντροστοιχίες, που έφερνε ολοΐσα στην ωραία την ακρογιαλιά, είχε χυθή ο κόσμος, διψασμένος από ήλιο. Γέροι, νέοι, παιδάκια, άνδρες και γυναίκες, σαν μιαν απέραντη κάμπια, με χίλια χρώματα, που σερνότανε αργά απάνω στο χώμα, ακολουθούσανε ο ένας τον άλλο στην παράξενη λιτανεία του νεόφαντου ήλιου.

Διά την τιμήν, της απεκρίθηκα, και τες χάρες που αναξίως εις εμέ δείχνεις, ω κυρά μου, δεν ημπορώ να κάμω άλλο, παρά εκείνο που της αφεντιάς σου αρέσει, και όχι εκείνο που εγώ απεφάσισα. Έμεινε κατά πολλά ευχαριστημένη αυτή εις αυτά τα λόγια, και με εβεβαίωσε με μεγάλες απόδειξες την αγάπην, που προς εμένα έφερνε.

Α’ ΓΥΝΗ Μα το θεό! αν έφερνε του Άργου το τομάρι πούχε τα μάτια τα πολλά, μπορούσε να την πάρη κι' όλον να βγάλη στη βοσκή τον Δήμον Αθηναίων! ΠΡΑΞΑΓΟΡΑ Ελάτε, τι θα κάνουμε να πούμε τώρα πλέον, όσο ταστέρια φαίνονται στον ουρανό να λάμπουν. Γιατ' η Βουλή, όπου εμείς κ' η φίλες όλες θα 'μπουν, πρέπει να γίνη το πρωί.

Διά να δείξη εις τον Μπάρμπα-Σταυρή, ότι ενδιαφέρεται πλέον διά τα ζωτικά ζητήματα, δια τα ζητήματα της ημέρας, διά τα ζητήματα του εαυτού του, διά την αποκατάστασιν της αδελφής του. Ήτο πολύ ευχαριστημένος με την διεύθυνσιν του καφενείου. Και η Αρφανούλα ήτο όλη χαρά. Κάθε βράδυ εις τας ένδεκα της έφερνε πότε δέκα δραχμάς και πότε είκοσι, κέρδος.

Ο Δριμομιχελής έπινε χρόνια και μόνον όταν αρρώστησε έπαψε να πίνη. Τότε ησύχασε και το χωριό από τις βλαστήμιες και τις κακίες του. Το κρασί, που στους πολλούς φέρνει ευθυμία, χωρατά και τραγούδια, σαυτόν έφερνε νεύρα και θυμούς, βρισιές και βλαστήμιες.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν