United States or Somalia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τρεις φορές όμως φάνηκε ότι ο θαλασσινός άνεμος έφερνε στην παραλία μια μανιασμένη κραυγή. Τότε, δείχνοντας το πένθος τους, η γυναίκες χτυπούσαν τα χέρια τους, ενώ οι σύντροφοι του Μόρχολτ, μαζεμένοι παράμερα μπρος στης σκηνές τους, γελούσαν. Κατά το δείλι, φάνηκε, στο βάθος, το πορφυρό ιστίο: Ήταν η βάρκα του Ιρλανδού, που έφευγε από το νησί. Ξεφωνητά απελπισίας αντηχήσανε: «Ο Μόρχολτ!

Μόλις όμως ανέβηκε στον πατριαρχικό θρόνο ο Νεστόριος , ορθόδοξος και συντηρητικός άνθρωπος, γεννημένος στη Συρία, κι άρπαξε την αρρώστια, ίσως από τους «σοφούς» που είταν τώρα μαζεμένοι στην Πόλη.

Μετά το μεσημέρι όμως όλος ο κόσμος είχε γυρίσει στις καλύβες, κάτω στο ξέφωτο και ο ντον Πρέντου δεν είχε περάσει ακόμη. Τότε ο Έφις ανέβασε τους συντρόφους του μέχρι το ξωκλήσι, όπου λίγοι μόνο νέοι ήταν μαζεμένοι σ’ έναν βράχο για να δουν τα βερβέρικα άλογα που τρέχανε στα μισά της πλαγιάς του βουνού.

Στο λιμάνι χοροπηδούσαν οι βάρκες η μια κοντά στην άλλη κι απάνω στους βράχους ξηραινόντανε στον ήλιο σωροί ψάρια. Έξω σ' ένα ακρωτήρι του νησιού στεκόντανε μαζεμένοι μερικοί άντρες με πισσωμένα φορέματα, με ναυτικά κασκέτα και ψηλά ποδήματα και ταχτοποιούσαν αργά και προσεχτικά ένα σωρό μεγάλα ψάρια, που πρώτη φορά τα έβλεπα.

Κι' εκεί σαν ήρθαν πούφαγε τη σαϊτιά ο Μενέλας, 210 κι' όλοι είτανε τριγύρω του οι πρώτοι μαζεμένοι, τότε ο ισόθεος γιατρός προβάλλει ανάμεσό τους. Κι' εφτύς τραβούσε απ' το λαμπρό ζουνάρι τη σαΐτα· και τράβα τράβα πίσω, σπάν τα κοφτερά τ' αγκίδια. Και τούλυσε το πλουμιστό ζουνάρι, κι' από κάτου 215 λει τη ζωσμένη του φασκιά που φτιάσανε οι χαλκιάδες.

Την όγδοη – ή θα πρέπει να πούμε την έβδομη κατοπινή μέραγιατί ήδη η ανάσταση είχε καταστήσει την πρώτη μέρα της βδομάδας ιερή στις καρδιές των Αποστόλωνοι έντεκα ήταν ξανά μαζεμένοι με κλειστές τις πόρτες.

Πολλά χτυπήματα μ' αντήχηση καμπάνας μαντεύανε το ατσάλι του αμονιού. Μακρύτερα, ένας σωρός χτύποι μαζεμένοι, ήχοι σαν πέτρα και σίδερο μαζί, δείχνανε τα ματσακόνια που χτυπούσανε το μίνιο του καραβιού. Μια άλλη σφύρα χτυπούσε χωρίς αντήχηση πάνω σε χοντρό σκουριασμένο σίδερο., Να κι' η ξύλινη βαριά. Είχε τη φωνή βραχνή και συμμαζεμένη.