Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Σεπτεμβρίου 2025


Κι' αμαξάδες μέσα έστεκαν όρθιοι, κι' η καρδιά τους χτύπαε να νικήσουν. 370

Τους λόγους τούτους οι νεκροί τότ' έλεγαν, οι δύο, 'ς τα βάθη ως έστεκαν της γης, 'ς την κατοικιά του Άδη· και κείνοι, αφού κατέβηκαν από την πόλι, φθάσαν 205τον καλοσύστατον αγρόν ωραίον, του Λαέρτη, οπ' είχε κείνος μ' ίδρωτα, με μόχθον, αποκτήσει. είχ' εκεί σπίτι, 'ς την αυλήν, ολόγυρα, καλύβαις, να κάθωνται, να τρέφωνται, και να κοιμώνται οι δούλοι, οι αγορασμένοι, οπούαυτόν ό,τ' ήθελ' εργαζόνταν. 210 ήταν και γραία Σικελή, 'που τον γεροκομούσε, ως πρέπει, αυτούτην εξοχή, μακράν από την πόλι. τότ' ο Οδυσσέας έλεγε των δούλων και του υιού του· «Σεις τώρατην καλόκτιστην εμπήτε κατοικία, και χοίρον σφάξετε καλόν, να ετοιμασθή το γεύμα· 215 αλλ' εγώ τον πατέρα μου θα δοκιμάσω τώρα, αν, ως με ιδούν τα μάτια του, μ' αναγνωρίση εκείνος, ή αν, αφού μας χώρισαν καιροί, δεν με νοήση».

Και ιδού έρχεται και ο ιατρός εμπρός εις τον βασιλέα· ευθύς ο βασιλεύς τον αγκαλιάζει, τον φιλεί και τον καθίζει εις τα δεξιά του, και του έκαμεν όλους τους επαίνους εκείνους των οποίων είναι άξιος ένας τέτοιος ιατρός, εμπρός εις τον βεζύρην του και εις τους μεγιστάνας· διώρισεν να τον ενδύσωσι με καυτάνι βασιλικόν και άλλα φορέματα παρόμοια· την ώραν δε του γεύματος τον εκάθισεν εις την βασιλικήν τράπεζαν να γευθή μαζί του, και όλοι οι μεγιστάνες έστεκαν ορθοί με τα χέρια σταυρωμένα· έπειτα του έκαμε μεγάλα και πολύτιμα χαρίσματα, και μεγάλας τιμάς, και καθ' ημέραν σχεδόν τον είχεν εις την συναναστροφήν του.

Οι πτωχοί ταξειδιαρέοι έστεκαν με φόβον μη ηξεύροντας που έχει να τελειώση μία εξέτασις τόσον ξεχωριστή· το τέλος εστάθη διαφορετικόν από εκείνο που εστοχάζονταν. Οι εξεταχτάδες έβαλαν ξεχωριστά εκείνους, που ήτον γεροντοποιοί, και εφαίνονταν πως θα τους έδειχναν κάποιαν επιμέλειαν και ευγένειαν.

Φοβισμένος από τούτον τον θόρυβον, του οποίου δεν ήξευρα το αίτιον, εσηκώθηκα διά να φύγω και ξεμακρύνω από το κοιμητήριον, οπόταν δύο άνθρωποι που έστεκαν εις την πόρταν του κοιμητηρίου με εσταμάτησαν, και με ερώτησαν τις ήμουν και τι έκανα εις αυτό το κοιμητήρι. Εγώ είμαι, είπα, ένας δυστυχής ξένος, και μη έχοντας πού την κεφαλήν κλίναι, ήλθα διά να αναπαυθώ ετούτην την νύκτα εδώ.

Αυτή εφαίνονταν πως, έστεκε με προσοχήν εις το να αφηκράζεται πενήντα νέες κόρες, που μερικές ετραγουδούσαν, και μερικές ελαλούσαν διάφορα μουσικά όργανα. Ήτον αυτές ενδυμένες από κόκκινα φορέματα χρυσοΰφαντα, κεντημένα με μαργαριτάρια, και έστεκαν ορθές ολόγυρα του θρόνου.

Τότε εξεδίπλωσα το πανίον από το φακιόλι μου, και βάνοντάς το εις ένα ξύλον το εσήκωσα εις τον αέρα και το έδιδα σημείον να έλθουν από το καράβι να με πάρουν. Μερικοί δε άνθρωποι που έστεκαν εις την πρύμνην του καραβιού με είδαν και ευθύς απόλυσαν τον σκύφον, και ήλθαν και μ' επήραν, και με έφεραν εις το καράβι τους.

Ο γέρων που ήτον φυσικά συμπαθής εις τες δυστυχίες του πλησίον του, έλαβε σπλάγχνος προς αυτούς, και τους εκάλεσε να έλθουν να σταθούν εις το σπήτι του με αυτόν. Ο Χάνης τον ευχαρίστησε διά την ευσπλαγχνίαν που τους έδειχνε. Και ούτως όλους ομού ο γέρων τους έφερεν εις το σπήτι του, το οποίον ήτο μία μικρά κατοικία, και πολλά ταπεινά στολισμένη, μα όλα έστεκαν εις καλήν τάξιν.

Έπειτα από αυτήν την διήγησιν, του είπεν ο αυτός Αδήλ, ας έχω ελπίδες πως ογλήγωρα θα λάβουν τέλος οι δυστυχίες μας, επειδή και η παράξενες κλίσις ετούτου του λαού μου δίδει μίαν μεγάλην ελπίδα πως θα λάβωμεν την πρώτην μας μορφήν. Και ούτω με αυτές τες παρηγορίες έστεκαν ήσυχοι εις εκείνον τον πύργο, και με καλές ελπίδες.

Αγκάλιασα το λοιπόν την κυρά με αυθάδειαν, μα αντίς αυτή να μου ανταποκριθή εις τα χάιδια μου, εφώναξε μεγάλως και με οργήν με άμπωξε, και εν τω άμα βλέπω να φανερωθούν εκεί δέκα ή δώδεκα γυναίκες, οι οποίες έστεκαν κρυμμένες διά να ακούσουν τι ελέγαμεν.

Λέξη Της Ημέρας

παραχωρήσουν

Άλλοι Ψάχνουν