United States or Libya ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αφού δε ο νέος ετελείωσε την ιστορίαν του εγώ του έδωκα καλάς ελπίδας, τάζοντάς του, ότι εις τας τεσσαράκοντα αυτάς ημέρας θέλω μείνη πάντοτε μαζί του και θέλω βάλει την ζωήν μου δι' αυτόν· επρόσθεσα μάλιστα ότι επειδή και εγώ εναυάγησα εις τούτο το νησί και ήμουν εντελώς έρημος και αβοήθητος, θέλω λάβει την καλήν τύχην να έλθω εις το πλοίον του πατρός του μαζί του, διά να περάσω εις την πατρίδα μου· και διά τούτο θέλω του είμαι πολύ υπόχρεως.

Καθώς επλησίασε το τέλος της, και μου είπε: Φέρε μου τα επάνω, και καθώς τα επήγα μέσα, τα μικρότερα, τα οποία δεν ήξευραν, και τα μεγαλύτερα, τα οποία ήσαν αναίσθητα καθώς εστέκοντο γύρω εις την κλίνην, και εκείνη ανύψωσε τα χέρια της, και εδεήθη επάνω των, και τα εφίλησε το έν μετά το άλλο και τα απέπεμψε, τότε δα μου είπε: να είσαι η μητέρα των! Της έδωκα τον λόγον μου.

Τον ηύρα εξηπλωμένον κατά γης εις την κάππαν του επάνω, Ήτο ήσυχος, αλλ' ωχρός και φοβισμένος. Μου είπεν ότι δεν ημπορεί να πάρη την αναπνοήν του, ότι του έρχεται κάποτε ωσάν πνίξιμον εις τον λαιμόν, ότι στενοχωρείται υπερβολικά. Του έδωκα ολίγον γάλα και τον παρεκίνησα να το πίη. Ανεσηκώθη, επήρε το αγγείον από τας χείρας μου και ητοιμάσθη να το γευθή.

Έπειτα όταν εδίδασκες παιδία να συλλαβίζουν επί πολύν καιρόν σ' έτρεφα. Και τώρα ότε απαγγέλλεις τους ξένους λόγους ως ιδικούς σου, έκαμα ώστε να θεωρήσαι ρήτωρ και σου έδωκα δόξαν ήτις ουδόλως σου ανήκει.

Επί τέλους κατέθεσεν ο Νέγρης τον κάλαμον και με ηρώτησε τι θέλω. Προέτεινα εν σιωπή την χείρα και έδωκα την επιστολήν. Αφού την ανέγνωσε, μ' επροσκάλεσε να καθίσω επί του μόνου κενού παρ' αυτόν ψαθίνου καθίσματος και ήρχισε να με εξετάζη τι γνωρίζω και τι παρ' αυτού επιθυμώ.

Δεν πρέπει λοιπόν ούτε εμέ ατομικώς να υποπτεύεσθε, αφού σας έδωκα τοιαύτας εγγυήσεις, ούτε τον στρατόν μου να νομίσετε αδύνατον βοηθόν αλλ' ενωθήτε μετ' εμού θαρραλέως.

Βλέπω πως με ακολουθείτε, όπως το συνειθίζουν μερικές γυναίκες, απ' τις οποίες σας πίστευα πιο περήφανη . . . Δε ήρθα να μείνω, ούτε να σας ενοχλήσω πια. Ήρθα να σας δώσω για τελευταία φορά το χέρι μου, στην παραμονή ενός μεγάλου ταξιδιού μου. Αν σας πειράζη κι' αυτό, με συγχωρείτε για την ενόχληση που σας έδωκα. Χαίρετε. ΦΛΕΡΗΣΔεν είπα αυτό, δε σας διώχνω. Είπα πως κάματε...

Ναι, διότι εγώ, Σωκράτη μου, δεν γνωρίζω άλλην ορθότητα ενός ονόματος από αυτήν, ότι με άλλο όνομα ονομάζω εγώ έκαστον πράγμα, δηλαδή εκείνο πού του έδωκα εγώ ο ίδιος, και με άλλο συ, δηλαδή εκείνο που του έδωκες εσύ.

Ο Τούρκος εξηκολούθησε: — Μα πριν προφθάσω ακόμα να κρυφθώ, να κ' εμβήκε το σκυλί μέσα καθώς μου το περιέγραψε. Τον λύκο τον είχα σηκωμένο, μα έλα που έδωκα τον λόγο μου;! Εφοβήθηκα μην εννοήση τίποτε, και με κάμη να τον παραβώ. Έτσι εβγήκα, κ' ετράβηξα προς το γεφύρι. Απ' εδώ θα περάση, είπεν ο μυλωνάς. Εδώ τον εκαρτέρησα, στον ίδιο τον τόπο που έστεκεν, όταν εσκότωσε τον αδελφοποιτό μου.

ΔΟΡΑΝΤ Θέλω να καθαρίσω το χρέος μου κ' ήλθα εδώ για να λογαριαστούμε. ΔΟΡΑΝΤ Μου αρέσει να πληρώνω τα χρέη μου όσο το δυνατόν γρηγορώτερα. ΔΟΡΑΝΤ Ας δούμε μια στιγμή τι σας οφείλω. Βλέπεις τι γελοίες που ήταν οι υποψίες σου; ΔΟΡΑΝΤ Θυμάστε καλά όλα τα ποσά που μούχετε δανείσει; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Νομίζω πως τα θυμούμαι. Τάχω σημειώσει. Λοιπόν: σας έδωκα την πρώτη φορά διακόσια λουδοβίκια. ΔΟΡΑΝΤ Μάλιστα.