Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Ιουνίου 2025
Λοιπόν, καθώς φαίνεται, βλάβαι εις τας σχέσεις και συναναστροφάς των πολιτών συμβαίνουν πολλαί, και εις αυτά βεβαίως το εκούσιον και τα ακούσιον παίζει σπουδαίον μέρος. Πώς όχι; Λοιπόν ας μη θεωρήση κανείς όλας τας βλάβας ως αδικίας, και ας μη νομίζη ούτω πως διπλάσια τα άδικα τα συμβαίνοντα δι' αυτών, και άλλα μεν ότι είναι εκούσια, άλλα δε ακούσια.
Αυτοί μ' είχαν φέρη εκεί και ητοιμάζοντο να παρασταθούν ανάλγητοι εις την σφαγήν μου. Ο ένας μάλιστα μ' εφάνη ότι εδάγκανε τα χείλη του διά να μη γελάση. Όλα αυτά τα εύρισκα απάνθρωπα, θηριώδη και προ πάντων άδικα. Ο φόβος μου έπαυσεν ολότελα και ο θυμός μου εκορυφώθη. Έρριψα το άχρηστον σπαθί μου και εχύθην κατά του αντιπάλου μου ως ταύρος με το κεφάλι κάτω.
Από την πρώτην όμως συνήθειαν, όλα τα κακά και τα άδικα τα οποία συμβαίνουν εις τον ουρανόν και ο ίδιος τα επήρε από εκείνην, και εις τα ζώα τα μεταδίδει. Εφ' όσον λοιπόν έτρεφε τα ζώα μετά του κυβερνήτου, ολίγα εντός του παρήγε κακά, μεγάλα όμως αγαθά.
Άδικα με μαλλώνεις· με λυπάσαι που πονώ και μου λες πως εγώ φταίω, πως δεν έπρεπε να φύγω, πως είταν πιο φρόνιμο να την πάρω γυναίκα. Ξέρω γιατί μου μιλείς έτσι· στα χάλια που βρίσκουμαι, μέσα στην ασάλεφτη θλίψη που με πλακώνει, στοχάζεσαι και συ πως ότι κι αν είταν, πιο δυστυχισμένος, πιο κακορρίζικος δε θα είμουν παρά τώρα.
Να σου κι ο Κουρδουκέφαλος με το φουσάτο του· γιόμισαν οι ράχες· μπροστά τα κανόνια, πίσω ιππικόν του. — Δος μου το σπίτι να μη χυθή άδικα αίμα· μου ξαναλέγει. — Έλα ναν το πάρης τ' απαντώ, μολών λαβέ! — έτσι μίλαγαν οι πάποι μου.
Κι' ορμώντας σα ζυγώσανε με τ' άρματα στα χέρια, τίναξε πρώτος ο Φηγιάς το τροχιστό κοντάρι· 15 όμως η μύτη απάνωθες περνάει απ' του Διομήδη τον ώμο τον αριστερό με δίχως ναν τον βλάψει. Δέφτερος ρήχνει τότε αφτός, μα απ' το δικό του χέρι τ' όπλο δεν πέταξε άδικα, μον του χτυπάει τα στήθια μεσόβυζα, κι' οχ τα φαριά τόνε γκρεμίζει χάμου.
Μ' αν θέλη την καρδιά μου να την κάνη χάρισμα, άδικα πασχίζει κι' αγωνίζεται. Αυτή δεν την ορίζει. Και σκύβοντας λυπητερά το κεφάλι του, για να κρύψη δυο δάκρυα που στάζανε στα χλωμά του μάγουλα, είπε σιγά: — Αλλοίμονο! Ούτ' εγώ ατός μου την ορίζω. Κ' έφυγε βιαστικά, πνίγοντας ταναφυλλητά του στήθους του. Το βασιλόπουλο κρέμασε το τουφέκι στον ώμο και ξεκίνησε για το βουνό.
Τόσον δε πλησίον του μοναστηρίου είχον φθάσει οι Τούρκοι κατά το απόγευμα, ώστε μεταξύ των εντοπίων Τούρκων και των γνωρίμων αυτών εκ των πολιορκουμένων συνήπτοντο διάλογοι: — Δεν προσκυνάτε, μωρέ; θα χαθήτε άδικα, κακομοίρηδες, εφώναζον οι Τούρκοι. — Μαζή θα χαθούμε, απήντων οι πολιορκούμενοι. Μπαρούτι έχομε να σας πολεμούμε ένα μήνα. — Απόψε θα μπούμε μέσα και τότε τα λέμε
Και είναι αλήθεια καπνός, στάχτη, αέρας για τον Έλληνα ό,τι δεν μπορεί να το χωνέψει και να το κάμει δικό του. Χάνουν τον καιρό τους οι κύριοι αυτοί, σκοτίζουνται και λυπούνται άδικα, γιατί είτε το θέλουν, είτε δεν το θέλουν, είτε αυτοί, είτε και άλλοι τόσοι «πάτριοι» ή «απάτριοι», ο Έλληνας θα μείνει Έλληνας. Κι αυτοί τίποτα δεν κάνουν. Κι αυτοί τον καιρό τους χάνουν.
Ημείς οι άνθρωποι συχνά παραπονούμεθα, άρχισα λέγων, ότι αι καλαί ημέραι είναι πολύ ολίγαι, αι δε κακαί πάρα πολλαί και καθώς μου φαίνεται, ως επί το πλείστον άδικα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν