Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025
Η χήρα έκαμε μορφασμόν αποστροφής: — Μα είντα τση ρέγεσαι; Δε μου λες; — Αυτή 'νε καλή. Μούδε ταδελφού τση, μούδε του κυρού τση μοιάζει. — Κατές είντα λέει ένας παλιός λόγος; Από τούτο το κηπούλι είν' και τούτο το μαρούλι. Καλή φαίνετ' εδά, μα σαν τήνε κουκλωθής θα δης πως είνε θυγατέρα του Θωμά κιαδερφή του Στρατή του φαρμακίτη.
Το στόμα του ήτο πάντοτε έτοιμον εις μορφασμόν ανίας και οργής, ο γέλως του δε ήτο από τα σπανιώτερα φαινόμενα. Το μόνον ον προς το οποίον εδείκνυε τρυφερότητά τινα ήτο η Πηγή. Αλλ' όταν προ τίνων ημερών της ωμίλησε περί του Τερερέ ως καλού γαμβρού και η Πηγή ετόλμησε να του είπη καθαρά ότι δεν τον ήθελεν ούτε ζωγραφιστόν, ο γέρων εθύμωσεν. Α! τι ενόμισεν; ότι της εζήτησαν τη γνώμη της;
Μόνον ο Σαϊτονικολής, όταν το ήκουσεν, είπε προς την γυναίκα του με μορφασμόν περιφρονητικόν: — Είντα όνομά 'νε, αλλαΐσ', αυτονά; Αλλά δεν επέμεινε, μη δίδων προσοχήν εις τόσο μικρά πράγματα. Το βράδυ λοιπόν εκείνο εις την οικίαν του Μουστοβασίλη επεκράτει μεγάλη κίνησις. Όλαι αι συγγενείς του γυναίκες ήσαν εκεί, πηγαινοερχόμεναι ασχολοφανείς, ετοιμάζουσαι το γεύμα του βαπτίσματος.
Άλλαι δέκα έως δεκαπέντε έφθασαν ευθύς κατόπιν. Το Σχολείον εγέμιζεν ήδη από κορίτσια. Δύο ή τρεις κορασίδες, είτα επτά ή οκτώ, ύστερον όλαι όσαι ήρχοντο, αφήκαν της σάκκες επί των θρανίων των, και κατηυθύνθησαν προς το μέρος όπου ίσταντο αι τρεις γυναίκες. Η μία είπε της Ουρανίας· — Αρή, τι είνε; — Μάγια, είπε με μορφασμόν το Ουρανιώ.
Ο ειρηνοδίκης ήκουσεν ευμενώς την κατάθεσιν ταύτης. Αλλ' όμως έκαμε μορφασμόν εις την μητέρα της. Εκείνος ο μορφασμός — εκείνα τα «μούτρα» του ειρηνοδίκου — δεν της ήρεσαν, της Φραγκογιαννούς, ήτις ήτο λίαν πεπειραμένη, και τότε μεγάλη αγωνία την εκυρίευσεν.
Έπειτα με τας δύο χείρας έλαβε την κεφαλήν του και εβύθισε τους δακτύλους εις την κόμην βρυχόμενος: — Δυστυχία μου! . ., Το πρόσωπόν του έγινε κυανούν, οι οφθαλμοί του ανεστράφησαν, το στόμα του άφρισε: — Τας ράβδους, εφώναξε τέλος με απάνθρωπον φωνήν. — Αυθέντα! Άααχ! Έλεος! ωλόλυζον οι δούλοι. Ο Πετρώνιος ηγέρθη με μορφασμόν βδελυγμίας. — Ελθέ, Χρυσόθεμις, είπεν.
Ο Μανώλης έκαμε μορφασμόν δυσαρεσκείας. — Χμ! αυτό μόνο θα του 'πης; ... .Αι, να μη του 'πης πράμμα, είπε με τόνον χολιασμένου παιδιού. Δε θέλω να του 'πης πράμμα. Εθάρρεψες πως εμένα με κουράζει η δουλειά; Χαρά στη δουλειά! ταφτί μου δε δρόνει! Και εκινήθη διά να φύγη θυμωμένος. — Μα δεν μπορώ ... .πώς μπορώ να του πω τέτοια λόγια; Είπεν η Πηγή με θλίψιν.
Ο Ερρίκος Δ' δεν ήτο καθαρώτερος του ημιαγρίου Βερσιγετόριγος· και όταν ποτέ του έφεραν μίαν ευειδή χωριατοπούλαν, εις την οποίαν εσταμάτησε με πόθον το βλέμμα του κατά τινα εκδρομήν, είπε με μορφασμόν δυσαρεσκείας — αφού εβεβαιώθη ότι την είχον οδηγήσει προηγουμένως εις το λουτρόν: — Μου την ανοστήσατε. Ποίος σας είπεν ότι τα βερύκοκα πρέπει να τρώγωνται πλυμένα;
— Μη φοβείσαι από τους αγρίους· δεν θα σου αφήσουν πόδας οι ήμεροι, διά να φθάσης μέχρις αυτών και μη φοβηθής τον μορφασμόν του διαβόλου, διότι δεν θα τον ίδης ποτέ· θα σε καταφάγη διά του μειδιάματος ασφαλέστερον. Αλλ' ελθέ υπό την σκιάν μου και τίποτε δεν θα πάθης. Και όντως επλησίασα προς το Φάσμα, και με την σκιάν του περιεβλήθην.
— Μέσα σου τι πιστεύεις; ότι είσαι θυγάτηρ των; Η κόρη έκαμε μορφασμόν. — Ειμπορεί να είμαι, είπεν. — Ειμπορεί. Αλλά δεν έχεις βεβαιότητα, καθώς φαίνεται. — Δεν έχω, είπεν η Αϊμά. — Τότε, εις την κεφαλήν σου δεν κατέβη ποτέ καμμία ιδέα; δεν σ' εφώτισεν η φαντασία σου; — Εις τι πράγμα; — Ότι αυτοί δεν είνε γονείς σου. — Τι ωφελεί αυτό; Αφού δεν γνωρίζω ποίοι είνε. — Ειμπορείς να τους μάθης.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν